Σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, πραγματοποιήθηκε με την ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Σύμφωνα με πηγές του Μαξίμου, στη σύσκεψη έγινε μια πρώτη συζήτηση και παρουσιάστηκαν τα δεδομένα της ανόδου των τιμών της χονδρικής του Ιουλίου και του Αυγούστου. Εντός των επόμενων ημερών το αρμόδιο υπουργείο θα προβεί στις σχετικές ανακοινώσεις.
Η έκτακτη αυτή σύσκεψη διήρκεσε περίπου μία ώρα. Στόχος της κυβέρνησης είναι να μην μετακυλιστεί αυτή η άνοδος των τιμών της χονδρικής και στις τιμές της λιανικής, προκειμένου να μην πιεστούν τα νοικοκυριά αλλά και οι επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο αρμόδιος υπουργός, ο κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, παρουσίασε από τη δική του πλευρά όλα τα δεδομένα της ανόδου των τιμών της χονδρικής για τους δύο αυτούς μήνες.
Μάλιστα, όπως είπε νωρίτερα και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, σε συνέντευξή του, τα επίπεδα της λιανικής βρίσκονται αυτή τη στιγμή στα επίπεδα πριν από την κρίση. Συνεπώς, επικεντρώνεται η κυβέρνηση και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ενέργειας στο τι ακριβώς γίνεται με την χονδρική τιμή.
«Αυτή τη στιγμή σε τιμές λιανικής έχουμε φτάσει σε επίπεδα προ κρίσης, άρα αυτή τη στιγμή για τη λιανική, για τους καταναλωτές, δεν χρειάζονται επιδοτήσεις. Εάν οι αυξημένες τιμές χονδρικής φτάσουν σε ένα σημείο τις τιμές λιανικής, να χρειάζονται επιδοτήσεις, δηλαδή οι καταναλωτές να πρέπει να πληρώσουν παραπάνω, τότε θα παρέμβουμε. Δεν είμαστε σε αυτό το σημείο», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Μαρινάκης.
Οι πιθανές παρεμβάσεις για το ρεύμα
Σύμφωνα με πληροφορίες πάνω στο τραπέζι εξακολουθεί να βρίσκεται η φορολόγηση των υπερκερδών των ηλεκτροπαραγωγών, ακόμη και η επιβολή φόρου στο φυσικό αέριο που εισάγεται στην Ελλάδα ενώ φαίνεται να έχει ατονήσει –προς ώρας τουλάχιστον-το σενάριο για επαναφορά του μηχανισμού ανάκτησης εσόδων που εξετάστηκε χθες από την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ, με την εφαρμογή πλαφόν ανά τεχνολογία που είχε εφαρμοστεί κατά την περίοδο της ενεργειακής κρίσης.
Επίσης, παραμένει στο τραπέζι το ενδεχόμενο ενός ευρύτερου πακέτος στήριξης κυρίως σε ευάλωτα νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Επειδή όμως γίνεται γενικότερα αναφορά στο θέμα της αύξησης της τιμής της χονδρικής του ρεύματος, αυτό το οποίο παρατηρείται κυρίως τον Ιούλιο είναι ότι η τιμή του φυσικού αερίου δεν καταγράφει σημαντικές διακυμάνσεις σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες. Το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας επίσης δεν έχει σημαντικές διακυμάνσεις. Παρατηρείται όμως σημαντική άνοδος στο χρηματιστήριο ενέργειας που καθορίζεται και η χονδρική τιμή του ρεύματος. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι με βάση τα στοιχεία που έχουμε μέχρι τώρα για τον Ιούλιο, η μέση τιμή είναι πάνω από τα 131 ευρώ η μεγαβατώρα όταν το Μάιο και τον Ιούνιο ήταν πολύ χαμηλότερες οι τιμές.
Παράλληλα βρίσκεται σε εξέλιξη μια έρευνα από τη μεριά της αρμόδιας ρυθμιστικής αρχής για να δουν κατά πόσο υπάρχουν φαινόμενα κερδοσκοπίας όχι σε επίπεδο μόνο χονδρικής τιμής, κυρίως σε επίπεδο ενδοσυνεδριακής διακύμανσης της τιμής του ρεύματος κυρίως μετά.
Στα γραφεία της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) έχουν κληθεί σε διαδοχικές συναντήσεις όλοι οι ηλεκτροπαραγωγοί, δηλαδή στελέχη της ΔΕΗ, της Metlen, του Ήρων και της Elpedison προκειμένου να δώσουν πρόσθετα στοιχεία και διευκρινίσεις σχετικά με τις προσφορές των μονάδων τους κατά τις ημέρες που καταγράφηκαν οι ακραίες διακυμάνσεις στις χονδρεμπορικές τιμές, εντός της ίδιας ημέρας. Μάλιστα, ήδη από την περασμένη εβδομάδα η Αρχή έχει ζητήσει από το Χρηματιστήριο Ενέργειας αναλυτική έκθεση των προσφορών που υποβάλλουν οι παραγωγοί ανά ώρα κατά το τελευταίο διάστημα.
Αρχικά, με τη βοήθεια της ΡΑΑΕΥ, θα διερευνηθεί εάν υπήρξαν υπερκέρδη τον Ιούλιο και ποιο ήταν το ύψος τους, ώστε να αποφασιστεί εάν οι παραγωγοί είχαν αυξημένα υπερέσοδα για να φορολογηθούν πιθανώς από την 1 Ιουλίου έως και τα τέλη Σεπτεμβρίου.
Πάντως, στελέχη της αγοράς, υποστηρίζουν ότι το ράλι στις τιμές δεν αναμένεται να συνεχιστεί για περισσότερες από δύο με τρεις εβδομάδες, καθώς αναμένεται να εξομαλυνθούν τα τεράστια προβλήματα που προκλήθηκαν στην αγορά έπειτα από τις βλάβες στα δίκτυα ηλεκτρισμού από την Κεντρική έως και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και τις εργασίες συντήρησης του πυρηνικού σταθμού του Κοζλοντούι στη Βουλγαρία, πυροδοτώντας υψηλές τιμές στο ηλεκτρικό ρεύμα σε όλα τα Βαλκάνια και όχι μόνο.