Συνθήκες αποσυμπίεσης των ελληνικών νοικοκυριών από το δυσβάσταχτο ενεργειακό κόστος έχει προσφέρει το μαξιλάρι των γενναίων επιδοτήσεων, καθώς η συστηματική στήριξη της Πολιτείας έχει ξεφουσκώσει τους λογαριασμούς ρεύματος, σε πείσμα της εκρηκτικής κούρσας τιμών των καυσίμων.
Παρά τον αντίλογο που δέχεται η κυβέρνηση σχετικά με το ύψος και τη διάρκεια των μέτρων ανακούφισης και την αγωνία για τους δύσκολους μήνες του χειμώνα, η Πολιτεία απορρόφησε τον Οκτώβριο το 90% των ανατιμήσεων, με τις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος για τη μεγάλη πλειοψηφία των οικιακών καταναλωτών (έως 500 κιλοβατώρες) να συγκρατούνται στα προ της κρίσης επίπεδα. Για να αναχαιτιστούν οι υψηλές τιμές, η κυβέρνηση προχώρησε από τον περασμένο Ιούλιο στην κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής που ενοχοποιήθηκε για την εκτίναξη των τιμολογίων και δημιούργησε έναν νέο μηχανισμό άντλησης εσόδων στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ο οποίος υιοθετήθηκε από την Ε.Ε. και έχει ήδη βάλει στον κουμπαρά των επιδοτήσεων 2,7 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, για την προστασία των καταναλωτών και την παροχή διαφανών κανόνων στην αγορά, προχώρησε σε αναγγελία των τιμών του επόμενου μήνα ώστε οι πολίτες να γνωρίζουν τα τιμολόγια των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας και να επιλέγουν τον προμηθευτή που τους συμφέρει.
Για παράδειγμα, σπίτι στο Πικέρμι με κυμαινόμενο τιμολόγιο, με την εκκαθάριση του τελευταίου λογαριασμού θα πληρώσει 162 ευρώ, καθώς η Πολιτεία το επιδοτεί με 570 ευρώ.
Νοικοκυριό με μέση μηνιαία κατανάλωση 1.200 ΚWh/μήνα, το οποίο θα πλήρωνε χωρίς τις επιδοτήσεις 708 ευρώ, με την επιδότηση θα καταβάλει μόλις 230 ευρώ. Αν ακολουθήσει και τις πολιτικές για εξοικονόμηση ενέργειας κατά 15% που ξεκίνησε από αυτό τον μήνα το ΥΠΕΝ, από το ποσό αυτό θα αφαιρεθούν επιπλέον 10 ευρώ.
Παρά τις πολλαπλές ανατιμήσεις της κιλοβατώρας από τις αρχές του χρόνου στα σταθερά τιμολόγια, πάροχοι όπως η ΔΕΗ, που έχει και τη μερίδα του λέοντος στην αγορά, επικοινωνούν με τους πελάτες τους προκειμένου να τους μεταφέρουν στα κυμαινόμενα τιμολόγια.
Πρόκειται για μια στρατηγική που λόγω της μεγάλης αύξησης των τιμών ενέργειας αντανακλά τη δυσκολία των εταιρειών να χρησιμοποιήσουν εργαλεία αντιστάθμισης κινδύνων και να καλύψουν τη δαπάνη που έκαναν για τη διάθεση φθηνών προϊόντων με σταθερές χρεώσεις.
Το ποσοστό επιδότησης είναι πλέον πολλαπλάσιο της ονομαστικής τιμής του λογαριασμού
Συνολικά από την έναρξη της ενεργειακής κρίσης η χώρα μας έχει διαθέσει ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα στήριξης οικιακών καταναλωτών και επιχειρήσεων που υπολογίζεται σε περίπου 7 δισ. Από αυτά 5 έως 5,5 δισ. προήλθαν από τα υπερέσοδα των ηλεκτροπαραγωγών, τα έσοδα από τους ρύπους και τις ΥΚΩ (Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας) και τα υπόλοιπα από τον κρατικό προϋπολογισμό, εξομαλύνοντας τις τελικές τιμές καταναλωτή στο ρεύμα.
Επιβεβαίωση των χαμηλών τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας που έχει η Ελλάδα σε σχέση με άλλες αγορές αποτελεί και ο Ευρωπαϊκός Δείκτης Τιμών Ενέργειας (HEPI) για τον Σεπτέμβριο, που δείχνει ότι τα ελληνικά νοικοκυριά πλήρωσαν το ρεύμα κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Από την έρευνα που έγινε μεταξύ 33 πόλεων της Ε.Ε., η Αθήνα βρέθηκε στη 16η θέση σε ό,τι αφορά τη δαπάνη για τον ηλεκτρισμό. Η μέση τιμή της κιλοβατώρας στις ευρωπαϊκές πόλεις διαμορφώθηκε στα 34,61 σεντς και της Αθήνας στα 29,52 ευρώ.
Την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας στις τιμές του ρεύματος σε σχέση με τα άλλα κράτη-μέλη επικαλέστηκε προχθές στη Βουλή και ο πρωθυπουργός, λέγοντας ότι η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας με ΦΠΑ για τον Σεπτέμβριο ήταν για την Αθήνα 23,23 σεντς/ κιλοβατώρα, για τη Μαδρίτη 42 σεντς/κιλοβατώρα, για τις Βρυξέλλες 53, τη Ρώμη 40 και το Αμστερνταμ 67.
Με τις προβλέψεις να μιλούν για συνέχιση στο ανοδικό ράλι του ενεργειακού κόστους για νοικοκυριά και επιχειρήσεις όλο το 2022, αλλά ενδεχομένως και το 2023, ευρωπαϊκοί οργανισμοί όπως ο ACER (Οργανισμός για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας) επισημαίνουν την ανάγκη να υπάρξει διευρυμένο δίχτυ προστασίας των καταναλωτών.
Οπως αναφέρει σε πρόσφατη έκθεσή του, είναι πιθανό με τις αυξήσεις των τιμών μια μερίδα καταναλωτών που δεν χρειάστηκε ποτέ στο παρελθόν οικονομική υποστήριξη να βρεθεί στην ανάγκη αυτή ώστε να αντεπεξέλθει στους λογαριασμούς.
Η στήριξη μέσω των επιδοτήσεων θα συνεχιστεί για όσο διάστημα χρειαστεί, δηλώνουν κυβερνητικά στελέχη και γι’ αυτό τον σκοπό έχει προγραμματιστεί να υπάρχουν και εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, μέσω νέων μηχανισμών, προκειμένου να ενισχυθούν οι πολύτιμοι πόροι του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης.
Στα νέα στηρίγματα θα προστεθούν τα έσοδα από την έκτακτη φορολόγηση των διυλιστηρίων που αναμένεται να αποφέρουν περί τα 400 εκατ. ευρώ και όπως ανακοίνωσε την Παρασκευή ο πρωθυπουργός στη Βουλή θα εισπραχθούν μέχρι τα τέλη του έτους. Επιπλέον, η ανάκτηση υπερεσόδων που μπορεί να προκύπτουν στον τομέα της προμήθειας από τον νέο μηχανισμό τιμολόγησης που εφαρμόστηκε το καλοκαίρι και προβλέπει εκτίμηση τιμών ηλεκτρικής ενέργειας για τον επόμενη μήνα. Στον ίδιο «κουμπαρά» θα προστεθεί η επιβολή πλαφόν και στην ενδοημερήσια αγορά του χρηματιστηρίου ενέργειας, η οποία εκτιμάται ότι μπορεί να φέρει πρόσθετα έσοδα στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης ύψους 300 εκατ. τον χρόνο.
Η κυβέρνηση περιμένει επίσης να μετριάσει το ύψος των επιδοτήσεων με την κατάργηση της οριζόντιας διάθεσης και τη στήριξη των καταναλωτών με βάση την κατανάλωση αλλά και μέσα από πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας.