Σημαντικές αλλαγές σε σχέση με τον τρόπο επιδότησης των ευάλωτων νοικοκυριών προτείνει στην ετήσια έκθεσή του ο ΟΟΣΑ, υποδεικνύοντας την αντικατάσταση του Κοινωνικού Τιμολογίου με απευθείας χρηματοδότηση.
Στην πολυσέλιδη έκθεσή του με την οποία αναφέρεται αναλυτικά και στα κυβερνητικά μέτρα για την στήριξη των οικιακών καταναλωτών λόγω της ενεργειακής κρίσης, υποστηρίζει ότι η αντικατάσταση των επιδοτήσεων με άμεση ενίσχυση του εισοδήματος θα ενθαρρύνει καλύτερα την εξοικονόμηση ενέργειας και τη στροφή σε καθαρότερες μορφές ενέργειας.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η μετατροπή της επιδότησης που λαμβάνουν τα νοικοκυριά μέσω των κοινωνικών τιμολογίων σε άμεση επιδότηση του εισοδήματος θα απέφερε μεγαλύτερα κέρδη στο διαθέσιμο εισόδημα. Όπως αναφέρεται μόνο το 1/3 των δικαιούχων του ΚΟΤ ήταν με βάση τα στοιχεία του 2018 ενταγμένο στο συγκεκριμένο μειωμένο τιμολόγιο ηλεκτρικής ενέργειας. Αντίθετα η απευθείας χρηματοδότηση εκτιμάται ότι θα μπορούσε να στηρίξει περισσότερο τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά.
Με βάσει τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, η εναρμόνιση και η αύξηση των τιμών για τις εκπομπές CO2 που σχετίζονται με την ενέργεια σε τουλάχιστον 120 ευρώ ανά τόνο θα αύξανε τα μηνιαία έξοδα των νοικοκυριών κατά 68 ευρώ κατά μέσο όρο. Τα ευάλωτα νοικοκυριά θα επηρεαστούν δυσανάλογα καθώς δαπανούν μεγαλύτερο μερίδιο του προϋπολογισμού τους στην ενέργεια.
«Τα πρόσθετα έσοδα από την εφαρμογή μιας ελάχιστης τιμής άνθρακα θα ήταν αρχικά υπεραρκετά για να αντισταθμίσουν το υψηλότερο κόστος ζωής των νοικοκυριών με χαμηλότερο εισόδημα μέσω μεταβιβάσεων εισοδήματος. Με την πάροδο του χρόνου, τόσο οι δυσμενείς επιπτώσεις στο εισόδημα όσο και τα πρόσθετα έσοδα θα μειωνόταν καθώς η κατανάλωση γίνεται λιγότερο έντονη σε εκπομπές CO2».
Η έκθεση αναφέρεται και στις υψηλές τιμές χονδρεμπορικής που παρουσίασε η Ελλάδα την διετία 2021-2022 που ήταν από τις υψηλότερες στην ΕΕ, λόγω κυρίως της εξάρτησης της ηλεκτροπαραγωγής από το φυσικό αέριο ενώ συστήνει μεγαλύτερη ανεξαρτησία της ΡΑΕ με αλλαγή στον τρόπο επιλογής της διοίκησης της Αρχής.
Σε ότι αφορά τις ΑΠΕ αναφέρεται ότι το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε με πολύ γρήγορο ρυθμό στην Ελλάδα από τον μέσο όρο της ΕΕ τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, υστερεί συγκριτικά με τις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ. Προκειμένου να επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι που έχει θέσει η κυβέρνηση, ο Οργανισμός εκτιμά ότι οι επενδύσεις στον τομέα αυτό θα πρέπει να τρέξουν πιο γρήγορα σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία. Όπως αναφέρεται η διείσδυση των ΑΠΕ στη χώρα μας εμποδίζεται από την περιορισμένη χωρητικότητα των δικτύων, συνεπώς, συστήνεται εντατικοποίηση επενδύσεων για την επέκταση του δικτύου μεταφοράς και διανομής, εγκατάσταση έξυπνων μετρητών και διμερή συμβόλαια (PPA’s), τα οποία σήμερα είναι περιορισμένα. Προβλέπει, ακόμη, ότι η αντικατάσταση μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα με ΑΠΕ απαιτεί σημαντικές επενδύσεις, το κόστος των οποίων πιθανότατα θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές.