Σχέδιο δέσμης μέτρων με στόχο να λειτουργεί η ελληνική οικονομία με λιγότερα μετρητά ενεργοποιεί η κυβέρνηση.
Ένα μέρος αυτών των παρεμβάσεων ήδη έχει “φωτογραφηθεί” (στο πλαίσιο της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής), ενώ κάποια αναμένεται να τα ανακοινώσει (με περισσότερες λεπτομέρειες) ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ.
Τα αντικίνητρα
Άξονας είναι τα αντικίνητρα για πληρωμές με μετρητά, όπου μεταξύ των σεναρίων που εξετάζονται είναι η εξόφληση των ενοικίων μόνο με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό, η πληρωμή των επιδομάτων με προπληρωμένες κάρτες, νέο πλαίσιο φορο-κινήτρων για τις αποδείξεις κλπ. Το όριο συναλλαγών να μειωθεί από τα 500 ευρώ έχει εμπόδια και δεν φαίνεται να προχωρά.
Μετά τη διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS και την ΑΑΔΕ σχεδιάζονται :
1. Η καθιέρωση ηλεκτρονικών δελτίων αποστολών,
2. Η καθιέρωση ηλεκτρονικών τιμολογίων παντού και
3. Η επανεξέταση της υποχρέωσης τήρησης βιβλίων σε ηλεκτρονική μορφή, για συγκεκριμένες κατηγορίες επαγγελματιών.
Μη δηλωθέντα εισοδήματα
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τα μη δηλωθέντα εισοδήματα είναι περίπου 60 δισ. Ευρώ, καθώς η αποταμίευση αυξήθηκε, άρα δεν τροφοδοτήθηκε από αυτήν η κατανάλωση. Έτσι, αν υπολογίσουμε έναν μέσο συντελεστή φορολογίας 30%, η απώλεια φορολογικών εσόδων, η φοροδιαφυγή, είναι 18 δισ. ευρώ, σχεδόν 10% του ΑΕΠ ή 32% των φορολογικών εσόδων.
Η έρευνα της ΕΚΤ
Οι Έλληνες λαμβάνουν πολλαπλάσιο τμήμα του εισοδήματός τους έναντι των Ευρωπαίων σε μετρητά, αν και σε σχέση με το 2019 η χρήση μετρητών έχει μειωθεί.Η μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το 2022, δείχνει ότι οι περισσότεροι πολίτες της Ζώνης του Ευρώ (85%) δεν λάμβαναν τακτικό εισόδημα σε μετρητά. Το ποσοστό αυτό ήταν οριακά υψηλότερο το 2019, στο 87%. Η Ελλάδα εμφανίζει «ακραία» μεγέθη, καθώς το 11% των ανθρώπων στη χώρα μας λάμβανε έως και το ένα τέταρτο του εισοδήματός του σε μετρητά (περίπου διπλάσιο από τον μέσο όρο της Ζώνης του Ευρώ, 5%). Το 8% έλαβε το μισό και το 9% έλαβε περισσότερα από τα τρία τέταρτα.
Τα ποσοστά είναι στοιχείο της εξάρτησης σε μετρητά και μάλιστα μελέτη του ΙΟΒΕ για την ίδια χρονια, το 2022, αναφέρει ότι παρά τη σύγκλιση με τον μέσο Ευρωπαϊκό όρο, το επίπεδο χρήσης καρτών σε σχέση με την ιδιωτική κατανάλωση στην Ελλάδα παραμένει το 18ο χαμηλότερο μεταξύ των 27 μελών της ΕΕ. Η χρήση καρτών παραμένει αναλογικά χαμηλή και στην Ελλάδα καταγράφεται ένα από τα υψηλότερα «κενά ΦΠΑ» στην ΕΕ.
Τα έσοδα από ΦΠΑ
Το 2018 σε παρουσίαση της αντίστοιχης μελέτης του ΙΟΒΕ έδειχνε οτι εάν η Ελλάδα συνέκλινε με το μέσο όρο χρήσης καρτών στην ΕΕ, τα έσοδα από τον ΦΠΑ θα αυξάνονταν κατά 20%, δηλαδή θα εισέρρεαν στα ταμεία του κράτους περί τα 3,3 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Με βάση την άνοδο από την χρήση καρτών που παρατηρήθηκε από τότε μέχρι σήμερα ένα σημαντικό μέρος από τα 3,3 δια. ευρώ έχει καταφέρει να μπει στα κρατικά ταμεία, το οποίο μπορεί να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια.
Να σημειωθεί ότι το 2019, στις χώρες του ΟΟΣΑ, το 32,6% των συνολικών φορολογικών εσόδων, κατά μέσο όρο, προερχόταν από έμμεσους φόρους, ποσοστό που είναι ισοδύναμο με το 33,1% που προέρχεται από φόρους εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων (23,5% και 9,6% αντίστοιχα). Αυτό ισχύει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία από την τελευταία Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ, από τα €55,2 δισ. των συνολικών φόρων που εισπράχθηκαν το 2022, τα €31,6 δισ. προήλθαν από τους φόρους που επιβλήθηκαν στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών (κυρίως ΦΠΑ και ΕΦΚ σε ενέργεια και καπνά), μια ποσοστιαία δηλαδή συμμετοχή της τάξεως του 57,2%.
Η φοροδιαφυγή
Μελέτη της Eurobank καταγράφει τους βασικούς υπόπτους της φοροδιαφυγής με τα αποτελέσματα να κινούνται σε ένα εύρος μεταξύ 20%-30% του ΑΕΠ. Το μέγεθος αυτό είναι από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη και για την οποία παθογένεια Ένα μέρος της παραοικονομίας αντανακλάται στο λεγόμενο κενό του ΦΠΑ δηλαδή διαφορά μεταξύ των πραγματικών εσόδων από τα αναμενόμενα. Το ποσό κατέγραψε σημαντική μείωση μεταξύ 2017 και 2020, κατά 2,8 δις ευρώ ή 9,4 ποσοστιαίες μονάδες των πραγματικών εσόδων (2017: 29,1% και 2020: 19,7%). Ωστόσο, το μέσο χάσμα ΦΠΑ στην ΕΕ για το 2020 ήταν 9,1%. Σε επίπεδο ΕΕ, η Ελλάδα κατέλαβε την 24η θέση μεταξύ 27 κρατών μελών (Ιταλία 20,8%, Μάλτα 24,1% και Ρουμανία 35,9%, Διάγραμμα 5). Η ΕΕ αναμένει το κενό για την Ελλάδα να συρρικνωθεί περαιτέρω το 2021 (14,0%).