Η πανδημία μπορεί να έφερε την «άνοιξη» του ηλεκτρονικού εμπορίου με πολλά φυσικά καταστήματα να προβαίνουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό τους, εν τούτοις έδωσε και την ευκαιρία για γενικευμένο «φούσκωμα» τιμών στις υποδομές του e-commerce.
Μεταξύ άλλων, όπως αποκαλύπτεται στην ενδιάμεση έκθεση της κλαδικής έρευνας που διεξάγει η Επιτροπή Ανταγωνισμού για το e-commerce, καταγράφεται μία κατακόρυφη αύξηση στις χρεώσεις των πλατφορμών προς τα ηλεκτρονικά καταστήματα που φιλοξενούν.
Επιπρόσθετα, η έρευνα, που τέθηκε από χθες σε δημόσια διαβούλευση, εντοπίζει μία σειρά ζητημάτων που κινούνται στο όριο των αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών και αναμένεται να διερευνηθούν περαιτέρω.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα των χρεώσεων μεταξύ των πλατφορμών και των διαδικτυακών καταστημάτων, η έρευνα εξετάζοντας κυρίως τις μηχανές αναζήτησης ή σύγκρισης τιμών εντοπίζει μία σημαντική αύξηση στις χρεώσεις που φθάνει το 100% μέσα στην τελευταία διετία.
Για παράδειγμα η χρέωση που επέβαλαν σε κάποιο κατάστημα ηλεκτρονικών συσκευών με βάση το μοντέλο χρέωσης ανά επίσκεψη κάποιου δυνητικού πελάτη έφθασε το Δεκέμβριο του 2020 τα 23 – 34 λεπτά του ευρώ όταν ένα χρόνο πριν, το Δεκέμβριο του 2019 ήταν 15 – 19 λεπτά.
Σημειωτέον πως αυτό το μοντέλο χρεώσεων, σύμφωνα με την έκθεση, χρησιμοποιούν οι πλατφόρμες Glami, Bestprice, Kelkoo, Shopistas, Skroutz και Totos.
Η πλατφόρμα Skroutz επίσης ακολουθεί και το μοντέλο της χρέωσης ανά πώληση, κάτι που έχει υιοθετήσει και το marketplace του Public. Μάλιστα η πρώτη δήλωσε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού πως είναι στη διαδικασία για να εφαρμόσει καθολικά αυτό τον τρόπο χρέωσης.
Οι προμήθειες ανά κατηγορία προϊόντων που χρεώνουν οι δύο συγκεκριμένες εταιρείες κυμαίνονται από 3% ως 12%. Παράλληλα όμως υπάρχουν και πρόσθετες χρεώσεις, όπως πχ μπορεί να είναι πάγια μηνιαία χρέωση.
Σύμφωνα με την έκθεση μία πλατφόρμα αναζήτησης προϊόντων και σύγκρισης τιμών, η Snif, έχει ως βασικό μοντέλο χρέωσης το συνδρομητικό, ενώ η πλατφόρμα Shopistas προσφέρει και το συνδρομητικό και το μοντέλο χρέωσης ανά κλικ.
Σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού «η σημαντική θέση της Skroutz έναντι των λοιπών πλατφορμών αναζήτησης και σύγκρισης τιμών στην ελληνική αγορά είναι αδιαμφισβήτητη και αυτό αφορά όχι μόνο τη θέση της πλατφόρμας σε όρους συνεργαζόμενων καταστημάτων, αλλά και σε όρους κύκλου εργασιών, διατιθέμενων κωδικών προϊόντων και πλήθους μοναδικών επισκέψεων στην ιστοσελίδα της πλατφόρμας. Σταθερά στη δεύτερη θέση ως προς τις ανωτέρω διαστάσεις, βρίσκεται η BestPrice. (…) Όσον αφορά πάντως στην παρουσία της Skroutz ως πλατφόρμα marketplace, φαίνεται ότι η δραστηριότητά της είναι πιο περιορισμένη. Ειδικότερα, συγκρίνοντας την εξέλιξη του κύκλου εργασιών των δύο κύριων πλατφορμών marketplace που λειτουργούν στην ελληνική αγορά (Skroutz και Public) προκύπτει ότι η θέση της Public ως πλατφόρμα marketplace είναι ισχυρότερη σε σχέση με αυτήν της Skroutz».
Σε κάθε περίπτωση έναντι της Skroutz, όπως σημειώνεται στην έρευνα, κάποιοι λιανοπωλητές ισχυρίστηκαν αναφερόμενοι στο καθεστώς χρεώσεων πως «οι μονομερείς αυξήσεις της πλατφόρμας κατά τα τελευταία έτη, η οποία εκμεταλλεύεται την ισχυρή της θέση στην αγορά, έχουν ως αποτέλεσμα είτε να απειλείται η βιωσιμότητα της επιχείρησής τους, ή να αυξάνονται οι τιμές των προϊόντων (λόγω μετακύλισης του κόστους αυτού στον καταναλωτή) ή ακόμα και να στερείται ο επιχειρηματικός χρήστης των αναγκαίων εσόδων για την ανάπτυξή του σε αγορές του εξωτερικού ή για τη διαφήμιση της επιχείρησης και των προϊόντων του».
Επίσης άλλη πλατφόρμα, που δεν κατονομάζεται, ανέφερε πως ουσιαστικά η δύναμη της Skroutz στην αγορά αποτρέπει τους λιανέμπορους να χρησιμοποιούν κι άλλες, εναλλακτικές πλατφόρμες παράλληλα.
Κάτι που μεταξύ άλλων αναμένεται να τεθεί υπό μεγαλύτερη διερεύνηση.
Παρεμβατισμός των προμηθευτών
Όπως επίσης και μία σειρά άλλων ζητημάτων που αντιμετωπίζουν τα ηλεκτρονικά καταστήματα και άπτονται των σχέσεων τους με τους προμηθευτές τους.
Σύμφωνα με την έρευνα οι τελευταίοι δεν προβαίνουν μόνο στον καθορισμό προτεινόμενης λιανικής τιμής πώλησης, όπως δήλωσαν, αλλά και στην επιβολή της, όπως τουλάχιστον μαρτυρούν τα καταστήματα λιανικής.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες ο καθορισμός τιμών μεταπώλησης γίνεται με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, ήτοι μέσω της επιβολής συγκεκριμένης κλίμακας εκπτώσεων επί των τιμών λιανικής, ελάχιστης διαφημιζόμενης τιμής, ή καθορισμένου περιθωρίου κέρδους αλλά και ταύτισης των τιμών λιανικής κατά τις διαδικτυακές και μη διαδικτυακές πωλήσεις. Μάλιστα γίνεται αναφορά και σε παρεμβάσεις προμηθευτών προς τις πλατφόρμες ώστε να διακόψουν συνεργασία με λιανεμπόρους που δεν ακολουθούν τις επιταγές τους.
Επίσης ένα άλλο σημείο που χρήζει περισσότερης διερεύνησης είναι η διασφάλιση ότι οι αξιολογήσεις που διαθέτουν οι πλατφόρμες για τα καταστήματα και τα προϊόντα δεν μπορούν να «εργαλειοποιηθούν» από κακόβουλες και ψευδείς κριτικές, συνήθως ανταγωνιστών, με στόχο τη δυσφήμιση.