Μεγάλη μείωση εισοδημάτων και κατανάλωσης και εκτίναξη των χρεών των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, παρατηρήθηκε το 2020, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου Μελετών της ΓΣΕΕ, λόγω των συνεπειών της πανδημίας.
Η υγειονομική κρίση που στην οικονομία εκδηλώθηκε με την μορφή της βαθιάς και απότομης ύφεσης, όπως είναι επόμενο, έχει επηρεάσει αρνητικά τους δείκτες που αναδεικνύουν την κατάσταση των ελληνικών νοικοκυριών. Μολονότι η συνολική εικόνα που σχηματίζεται από αυτούς τους δείκτες δεν ισοδυναμεί με εκείνη μιας ολοκληρωτικής καθήλωσης, εντούτοις μια προσεκτική ανάγνωση αυτών των δεικτών φέρνει στην επιφάνεια μια σειρά χαρακτηριστικών που διαφοροποιούν την εικόνα σε σύγκριση με προηγούμενες έρευνες ενώ, την ίδια στιγμή, δείχνουν τις δυσοίωνες προοπτικές που επιφυλάσσει η επίπτωση της υγειονομικής κρίσης για την ελληνική οικονομία και συγκεκριμένα για τα νοικοκυριά.
Με βάση αυτά και σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας επισημαίνονται τα εξής:
- Το εισοδήματα των νοικοκυριών που στηρίζονται στα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα μειώθηκαν το 2020 δραματικά. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την έρευνα, τα εισοδήματα αυτά μειώθηκαν μεσοσταθμικά κατά 27,2%, έναντι μείωσης 11,5% στο σύνολο των νοικοκυριών. Το στοιχείο αυτό, που συμβαδίζει με την δραματική επιδείνωση των οικονομικών δεικτών των πολύ μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καταδεικνύει πως η δύσκολη κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι επιχειρήσεις έχει επηρεάσει ανάλογα και την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους. Η υπερδιπλάσια μείωσή των εισοδημάτων που προέρχονται από επιχειρηματική δραστηριότητα καθιστά ακόμα πιο επείγουσα την άμεση ανάγκη λήψης συνεκτικών μέτρων όχι μόνο για τη στήριξή τους αλλά και τη σταδιακή επαναφορά τους σε αυτό που έχει αποκληθεί «κανονικότητα».
- Μια δεύτερη αρνητική επίπτωση στην κατάσταση των νοικοκυριών οφείλεται στο ότι οι οικονομικές επιπτώσεις από την υγειονομική κρίση έχουν διευρύνει τις ανισότητες μεταξύ των ίδιων των νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, από τη μία πλευρά μειώθηκαν τα νοικοκυριά που ανήκουν στις μεσαίες εισοδηματικά κατηγορίες, ενώ από την άλλη μεριά αυξήθηκε το χάσμα μεταξύ του αριθμού των φτωχότερων και εκείνου των πλουσιότερων νοικοκυριών.
- Η πανδημική κρίση οδηγεί σε αύξηση του ιδιωτικού χρέους που, όπως είναι γνωστό, διογκώθηκε κατά την διάρκεια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης και αποτέλεσε ένα από τα βασικά εμπόδια για τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας. Από τα στοιχεία της έρευνας φαίνεται πως το 2020 το ποσοστό των νοικοκυριών με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία) αυξήθηκε κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες. Συγκεκριμένα σχεδόν 1 στα 4 νοικοκυριά (23%) δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο. Αντίστοιχη αύξηση των νοικοκυριών κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες καταγράφηκε και ως προς την αδυναμία των νοικοκυριών να καταβάλουν τις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο το 2021. Ειδικότερα, το 17,7% των νοικοκυριών δήλωσε πως δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο. Με βάση αυτά και για την αποφυγή εκ νέου διόγκωσης του ιδιωτικού χρέους, και υπονόμευσης των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας είναι ανάγκη να υιοθετηθούν επαρκή μέτρα διευθέτησης των οφειλών που δημιουργήθηκαν. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την οικονομική κατάσταση επιχειρήσεων και νοικοκυριών και να είναι προσαρμοσμένα έτσι ώστε να μην ναρκοθετούν την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και να μην επιδεινώνουν την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών.
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 804 νοικοκυριών, στο διάστημα 5 έως 10 Δεκεμβρίου 2020, έχουν ως εξής:
- Περίπου 4 στα 10 νοικοκυριά (37,5%) δήλωσαν πως το εισόδημα τους μειώθηκε, έναντι ποσοστού μόλις 8,1% που δήλωσε πως το εισόδημα του αυξήθηκε. Για τα μισά περίπου (54,3%) νοικοκυριά το εισόδημα παρέμεινε αμετάβλητο.
- Το εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών το 2020 μειώθηκε κατά 11,5% (μέσος όρος).
- Η επιδείνωση που καταγράφεται στο εισόδημα των νοικοκυριών παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις. Ειδικότερα, 7 στα 10 νοικοκυριά που έχουν ως κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα δήλωσαν πως το εισόδημα τους μειώθηκε το 2020, έναντι του 39,3% των νοικοκυριών που το εισόδημα τους βασίζεται κυρίως στον μισθό και του 24,8% των νοικοκυριών που κυρία πηγή εισοδήματος είναι η σύνταξη.
- Ο μέσος όρος μείωσης του εισοδήματος των νοικοκυριών που δηλώσαν ως κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα αντιστοιχεί σε 27,2%, έναντι μείωσης 10,5% και 6,8% των νοικοκυριών που δήλωσαν ως κύρια πηγή εισοδήματος τον μισθό και την σύνταξη αντίστοιχα.
- Ένα μεγάλο ποσοστό νοικοκυριών παραμένει σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς 1 στα 4 νοικοκυριά (25,1%) δηλώνει πως διαβιεί με εισόδημα έως 10.000 €.
- Εκτός από την συνολική μείωση του εισοδήματος των νοικοκυριών και την διατήρηση ενός υψηλού ποσοστού σε συνθήκες σχετικής φτώχειας, φαίνεται πως η πανδημική κρίση δημιουργεί τάσεις διεύρυνσης των εισοδηματικών ανισοτήτων.
- Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι αυξήθηκαν τόσο τα νοικοκυριά με ετήσιο εισόδημα έως 5000 € (6% το 2020, έναντι 4,6% το 2019), όσο και τα νοικοκυριά με ετήσιο εισόδημα πάνω από 30.000 € (6,7% το 2020, έναντι 5,8% το 2019). Παράλληλα, μειώθηκαν τα νοικοκυριά που ανήκουν στις μεσαίες εισοδηματικά κατηγορίες και ιδιαίτερα εκείνα που κατατάσσονται στην κατηγορία με εισόδημα 18.001 έως 25.000 € όπου υποχώρησαν κατά σχεδόν 5 μονάδες (16% το 2020, έναντι 20,9% το 2019).
- Η σύνταξη παραμένει η κύρια πηγή εισοδήματος για το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών νοικοκυριών (44,3%).
- Περίπου 4 στα 10 νοικοκυριά (41,2%) δηλώνουν ως κύρια πηγή εισοδήματος τον μισθό, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 2019 (37,1%).
- Σχεδόν 1 στα 10 νοικοκυριά (9,8%) δηλώνει ως κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα ποσοστό βελτιωμένο σε σχέση με το 2019 (8,7%). Ωστόσο, παραμένει χαμηλότερο σε σύγκριση με τα ποσοστά που καταγράφονταν ακόμα και στην πιο υφεσιακή περίοδο της προηγούμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης (12,6% το 2012).
- Ανησυχητική είναι η οικονομική βιωσιμότητα για περισσότερα από 4 στα 10 νοικοκυριά καθώς το μηνιαίο εισόδημα τους εξαντλείται πριν το τέλος του μήνα. Μεσοσταθμικά για αυτά τα νοικοκυριά επαρκεί για 19 ημέρες. Τα πολυμελή νοικοκυριά, εκείνα με τουλάχιστον ένα άνεργο μέλος και τα νοικοκυριά με τα χαμηλότερα εισοδήματα φαίνεται πως αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες και βρίσκονται αντιμέτωπα με το φάσμα της φτώχειας.
- Το 10,3% των νοικοκυριών δήλωσε ότι τα εισοδήματά του δεν επαρκούν για να καλύψουν ούτε τις βασικές του ανάγκες, εύρημα που σχετίζεται με το ποσοστό ακραίας φτώχειας που σημειώνεται στη χώρα μας.
- Σταθερά συντριπτικό παραμένει το ποσοστό αδυναμίας αποταμίευσης των νοικοκυριών, καθώς 8 στα 10 νοικοκυριά (81,8%) δήλωσαν ότι δεν καταφέρνουν να αποταμιεύσουν, παρά την μείωση της κατανάλωσης που καταγράφηκε λόγω των εκτεταμένων περιορισμών που υιοθετήθηκαν για την αποτροπή εξάπλωσης του κορωνοϊού.
- Απαισιόδοξες είναι οι προσδοκίες των νοικοκυριών σχετικά με την οικονομική τους κατάσταση για το 2021.
- Περισσότερο από 1 στα 3 νοικοκυριά (35,6%) αναμένει επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, έναντι μόλις του 13,5% που εκτιμά πως θα βελτιωθεί και του 44,5% που δεν περιμένει κάποια μεταβολή.