Οι αεροπορικές εταιρείες θα πρέπει πλέον να παρέχουν αυτόματες επιστροφές χρημάτων στους ταξιδιώτες εάν οι πτήσεις τους ακυρωθούν ή τροποποιηθούν σημαντικά, σύμφωνα με τους νέους κανόνες του Υπουργείου Μεταφορών των ΗΠΑ.
Οι νέοι κανονισμοί περιγράφουν τις περιπτώσεις στις οποίες οι επιβάτες δικαιούνται επιστροφή χρημάτων για όλα τα ταξίδια προς, από και εντός των ΗΠΑ. Στόχος είναι η διευκόλυνση της επιστροφής χρημάτων στους επιβάτες και η συνέπεια και ομοιομορφία των πολιτικών επιστροφής χρημάτων μεταξύ των αεροπορικών εταιρειών.
Σύμφωνα με το αρμόδιο υπουργείο, οι καταγγελίες που αφορούσαν αεροπορικές εταιρείες και πρακτορεία εισιτηρίων που απέρριπταν ή καθυστερούσαν τις επιστροφές χρημάτων αποτελούσαν το 87% όλων των καταγγελιών για τις υπηρεσίες αεροπορικών ταξιδιών στο αποκορύφωμα της πανδημίας το 2020.
Σύμφωνα με τον νέο κανόνα, οι επιβάτες θα δικαιούνται επιστροφή χρημάτων εάν υπάρχει σημαντική αλλαγή στις πτήσεις τους. Σε αυτές περιλαμβάνονται τα εξής:
– Ώρα αναχώρησης ή άφιξης που αλλάζει περισσότερο από τρεις ώρες σε πτήσεις εσωτερικού ή έξι ώρες για διεθνείς πτήσεις.
-Αλλαγή του αεροδρομίου αναχώρησης ή άφιξης.
-Αύξηση του αριθμού των ενδιάμεσων πτήσεων με ανταπόκριση.
Οι ταξιδιώτες θα λαμβάνουν επίσης επιστροφή χρημάτων για τα τέλη αποσκευών, εάν η αποσκευή χαθεί και δεν παραδοθεί εντός 12 ωρών από την άφιξη στην πύλη μιας πτήσης εσωτερικού. Οι διεθνείς πτήσεις θα έχουν από 15 έως 30 ώρες για να επιστρέψουν μια χαμένη αποσκευή, ανάλογα με τη διάρκειά τους.
Όποιος πληρώνει για μια υπηρεσία, όπως Wi-Fi ή ψυχαγωγία κατά τη διάρκεια της πτήσης και δεν την παραλαμβάνει, θα πάρει επίσης πίσω τα χρήματά του.
Σύμφωνα με το υπουργείο Μεταφορών, οι αεροπορικές εταιρείες κατέγραψαν αύξηση 30% στα έσοδα από τα τέλη αποσκευών μεταξύ 2018 και 2022.
«Οι αεροπορικές εταιρείες θα πρέπει να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για να εξασφαλίσουν καλύτερες προσφορές για τους επιβάτες και όχι για να δουν ποιος μπορεί να χρεώσει τα περισσότερα τέλη», ανέφερε ο Μπούτιτζετζ σε δήλωσή του, προσθέτοντας ότι οι νέοι κανονισμοί θα εξοικονομήσουν περισσότερα από μισό δισεκατομμύριο δολάρια ετησίως για τους ταξιδιώτες.