Ισχυρές επιδόσεις διαπιστώνει η Jefferies στις μονάδες διαχείρισης κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών, όπου ο αμερικανικός επενδυτικός οίκος έχει εντοπίσει μια ευκαιρία, με δεδομένο ότι η διείσδυση στην Ελλάδα είναι χαμηλή σε σχέση με τα ευρωπαϊκά επίπεδα.
Η Jefferies υπολογίζει ότι τα υπό διαχείριση κεφάλαια αυξήθηκαν κατά 7% σε τριμηνιαία βάση το τέταρτο τρίμηνο, κάτι που σημαίνει ότι είναι αυξημένα κατά 40% για το σύνολο του 2024. Οι καθαρές πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 60% σε ετήσια βάση, με τους αναλυτές να σημειώνουν ότι αυτά τα ισχυρά νούμερα είναι θετικά για τις προμήθειες των τραπεζών τόσο εν αναμονή των αποτελεσμάτων του δ΄ τριμήνου, όσο και καθώς μπαίνουμε στο 2025.
Ειδικότερα, οι καθαρές πωλήσεις του asset management για το σύνολο του 2024 ήταν 4,8 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 60% σε σχέση με τα 3 δισ. ευρώ του 2023. Μάλιστα, έως το τρίτο τρίμηνο, οι πωλήσεις είχαν ήδη ξεπεράσει το συνολικό ποσό του 2023.
Η Εθνική Τράπεζα εμφάνισε τις ισχυρότερες επιδόσεις για το έτος, καθώς πέτυχε αύξηση του μεριδίου αγοράς της στο asset management και είχε τη μεγαλύτερη αύξηση πωλήσεων.
Η Eurobank διατηρεί την κορυφαία θέση στο asset management, με μερίδιο αγοράς 26% και η Εθνική μπορεί να έχει το χαμηλότερο μερίδιο αγοράς (14%), όμως είχε τη μεγαλύτερη αύξηση τον Δεκέμβριο (+39 μονάδες βάσης) και στο σύνολο του έτους (+360 μονάδες βάσης). Έτσι, η Εθνική αύξησε το μερίδιο αγοράς της μέσα στο 2024 από το 11% στο 14%.
Επίσης, οι 4 μεγάλες τράπεζες είδαν το συνδυασμένο μερίδιο αγοράς τους να παραμένει σταθερό στο 83% τον Δεκέμβριο (79% τον Δεκέμβριο του 2023).
Ευκαιρία αύξησης των προμηθειών
Η Jefferies εντοπίζει μια ευκαιρία στις προμήθειες, με δεδομένο ότι αυτές είναι χαμηλές, ως ποσοστό του συνολικού ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών, σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο αλλά και με τις άλλες τράπεζες της Ν. Ευρώπης.
Σύμφωνα με την Jefferies η Ελλάδα δεν έχει τόσο μεγάλη διείσδυση στα AUM έναντι των ομοτίμων της ΕΕ. Οι αμοιβές ως ποσοστό των συνολικών περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα είναι κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ και της Νότιας Ευρώπης.
Τα κεφάλαια υπό διαχείριση στην Ελλάδα αντιστοιχούν στο 10% του ΑΕΠ, την ώρα που το αντίστοιχο ποσοστό στην Ε.Ε. διαμορφώνεται στο 35%.
Ο μέσος όρος των ελληνικών τραπεζών είναι 55 μονάδες βάσης με κάποια διασπορά — η Πειραιώς έχει την υψηλότερη με 74 μονάδες βάσης και η Εθνική τη χαμηλότερη στις 50 μονάδες βάσης το 2023.
Συγκρίνοντας το AUM με τις καταθέσεις των νοικοκυριών, η Ελλάδα βρίσκεται επίσης κάτω από τις αντίστοιχες, στο 10% έναντι του 46% που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ.
Οι πωλήσεις ενισχύθηκαν τον Δεκέμβριο
Οι καθαρές πωλήσεις ήταν ισχυρότερες τον Δεκέμβριο του 2024 στα 467 εκατ. ευρώ (299 εκατ. ευρώ τον Νοέμβριο). Οι μεγάλες τράπεζες είδαν τις καθαρές ροές ως ποσοστό των AUM στο 3% τον Δεκέμβριο με την Εθνική να έχει το ισχυρότερο στο 5%.
Όσον αφορά τις επιδόσεις του 4ου τριμήνου, η Εθνική είχε τις ισχυρότερες καθαρές ροές στα 430 εκατ. ευρώ (ή 16% του AUM).
Πώς εξελίχθηκε το 2024 για τα AUM
Η ανάπτυξη των AUM οφείλεται στις καθαρές πωλήσεις και όχι στον αντίκτυπο του M2 για τις ελληνικές τράπεζες. Οι καθαρές πωλήσεις το 2024 ήταν 4,8 δισ. ευρώ και αυξήθηκαν κατά 60% σε ετήσια βάση (καθαρές πωλήσεις 3 δισ. ευρώ το 2023).
Μέχρι το 3ο τρίμηνο του 2024, οι καθαρές πωλήσεις ξεπέρασαν ήδη την επίδοση του 2023 (9μηνο – 3,7 δισ. ευρώ).