Η επιστροφή της Ελλάδας σε επενδυτική διαβάθμιση θα έχει συντελεσθεί έως το τέλος του 2023, μετά την επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση την περασμένη Κυριακή, ωστόσο για τη JP Morgan τα ελληνικά κρατικά ομόλογα δεν αποτελούν την πρώτη επενδυτική επιλογή.
Στον αντίποδα, μια άλλη αμερικανική τράπεζα η Citi, δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στους ελληνικούς τίτλους χρέους και διατηρεί τη σύσταση αγοράς, σε αντίθεση με τη JP Morgan η οποία κρατάει ουδέτερη στάση.
Όπως αναφέρει σε σημερινή της έκθεση η JP Morgan, το spread ανάμεσα στα ελληνικά και γερμανικά ομόλογα βρίσκεται επί του παρόντος πέριξ των 122 μονάδων βάσεως, κάτι που καθιστά τις τιμές των ελληνικών τίτλων ακριβές. Έτσι για να καταστούν εκ νέου τα ελληνικά κρατικά ομόλογα άξια επιλογής, θα πρέπει τα spreads να διευρυνθούν εκ νέου.
Ωστόσο, μετά την επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας η πορεία της ελληνικής οικονομίας μοιάζει προδιαγεγραμμένη με προορισμό την επενδυτική βαθμίδα κι έτσι τα ελληνικά ομόλογα δύσκολα θα «απαρνηθούν» το θετικό μομέντουμ το οποίο τα έχει περιβάλει.
Μάλιστα με τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων να κινούνται χαμηλότερα των ιταλικών και σε αντίστοιχα επίπεδα με αυτά της Κύπρου, οι αγορές δείχνουν ότι έχουν προεξοφλήσει την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα.
Η στάση της Citi
Από τη μεριά της η Citi, δεν αλλάζει στάση και διατηρεί τη σύσταση για τοποθέτηση τους ελληνικούς κρατικούς τίτλους χρέους. Το αποτέλεσμα των εκλογών και οι προσδοκίες για επιστροφή στο investment grade, προσφέρουν τα εχέγγυα για μια πιθανή συρρίκνωση του spread ανάμεσα στα ελληνική και πορτογαλικά ομόλογα.
Για τους αναλυτές τόσο της Citi, όσο και της JP Morgan, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας εξασφαλίζει ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στην πορεία των μεταρρυθμίσεων, της προσέλκυσης επενδύσεων, θα συνεχισθεί η πολιτική φιλική προς τις επιχειρήσεις και θα συνεχίσει να μειώνεται ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ.