Η αμερικανική JP Morgan είναι μεσοπρόθεσμα θετική για τις ελληνικές τράπεζες και τοποθετεί ως κορυφαία επιλογή τον τίτλο της Eurobank. Οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τις ελληνικές τράπεζες έχουν μετατοπιστεί αισθητά προς τα πάνω και τώρα που η «ομαλότητα» είναι εφικτή, η προσοχή της αγοράς έχει στραφεί προς τους δείκτες αποδοτικότητας ROTE των τραπεζών, εξηγεί η JPM.
«Καθώς ο κλάδος αποτελεί μια ιδιότυπη περίπτωση ανάκαμψης σε ένα ευρωπαϊκό τραπεζικό value play, μια κοινή ερώτηση που απασχολεί τους επενδυτές είναι: είναι η “κανονικότητα” καλό πράγμα για τις τιμές των μετοχών των ελληνικών τραπεζών και για την πορεία των μετοχών;».
Η ανησυχία είναι ότι από εδώ και πέρα ο κλάδος μπορεί να εξελιχθεί σε μια μέση τραπεζική ιστορία με «κάποια ανάπτυξη και κάποια επιστροφή κεφαλαίου», περιορίζοντας τις μετοχές κάτω από αυτό που θα έδειχναν οι δίκαιοι πολλαπλασιαστές αποτίμησης. Η JPM ωστόσο υποστηρίζει ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμη εκεί, καθώς είναι σε ισχύ αρκετοί μοχλοί που μπορούν να στηρίξουν σχετική απόδοση των τιμών των μετοχών κατά τα επόμενα χρόνια, όπως υψηλότερα από τα αναμενόμενα ROTEs με ανάπτυξη άνω της τάσης και ποσοστιαία μόχλευση, καταλύτες ειδικά για τις τράπεζες, όπως η εξαγωγή αξίας από τον ισολογισμό και η πλεονάζουσα καταβολή κεφαλαίου, καθώς και η στήριξη των δεικτών, με τη Eurobank να παραμένει η κορυφαία τους επιλογή.
Οι συστάσεις της αμερικανικής τράπεζας είναι «υπεραπόδοση» για τις Eurobank, Alpha Bank, ETE και ουδέτερη για την Τράπεζα Πειραιώς. Οι τιμές στόχοι με ορίζοντα το τέλος του 2023 είναι 1,50 ευρώ για την Alpha Bank από 1,60 ευρώ πριν, 1,60 ευρώ για τη Eurobank από 1,30 ευρώ πριν και 4,50 ευρώ για την ΕΤΕ από 4,00 ευρώ προγενέστερα. Για την Τράπεζα Πειραιώς η τιμή στόχος περικόπτεται στα 1,850 ευρώ από 2 ευρώ πριν. Τα περιθώρια ανόδου σε σχέση με τις τρέχουσες τιμές είναι άνω του 50% για την Alpha Bank, σχεδόν 80% για τη Eurobank και 33% για την Εθνική Τράπεζα. Για τη μετοχή της Πειραιώς, η προσδοκώμενη άνοδος είναι άνω του 40%.
Η ανάπτυξη και η επιτοκιακή μόχλευση αυξάνουν τις προσδοκίες
Η ανάπτυξη και η επιτοκιακή μόχλευση μπορούν να ωθήσουν τους δείκτες ROTEs πάνω από τις προσδοκίες και σε διψήφια νούμερα. Με τους δείκτες των μην εξυπηρετούμενων δανείων NPE να είναι τώρα σε μονοψήφια ή κοντά σε μονοψήφια νούμερα, και υποστηριζόμενοι από τις σχετικές επενδύσεις του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης (RRF), η JPM προβλέπει ότι ο ακαθάριστος νέος δανεισμός των ελληνικών τραπεζών θα φθάσει το 15% του ΑΕΠ μέχρι το 2024 από 8% το 2019, που μεταφράζεται σε 6% μέση ετήσια αύξηση (CAGR) στα εξυπηρετούμενα δάνεια το 2021-2024. Ενώ οι παγκόσμιες προοπτικές είναι αβέβαιες, οι εταιρικές/επιχειρησιακές και το RRF μαζί με τις προοπτικές ανάπτυξης του καταναλωτικού τομέα καθιστούν την Ελλάδα πιο απρόσβλητη σε περιφερειακό πλαίσιο.
Υψηλή εξάρτηση από τα επιτόκια
Οι τράπεζες έχουν υψηλή εξάρτηση από τα επιτόκια και η JPM υποθέτει αύξηση 6% και 11% στα καθαρά έσοδα από τόκους και τα κέρδη ανά μετοχή (NII/EPS), αντίστοιχα από τις πρώτες αυξήσεις των 100 μ.β.. Η JPM βλέπει σωρευτικά 175 μ.β. αυξήσεις στο 1,25% με απογείωση τον Ιούλιο. Αυτό παρέχει ανοδικό κίνδυνο για τους δείκτες ROTEs στο 8%-9% για το 2024 (στόχοι των διοικήσεων πάνω από 10%), και εκτιμά ότι οι σημερινοί πολλαπλασιαστές αποτίμησης συνεπάγονται περίπου 6% βιώσιμα ROTEs.
Οι μοχλοί περιλαμβάνουν τις διεθνείς δραστηριότητες της Eurobank που παράγουν το ένα τρίτο των των κερδών, ιδίως με το νούμερο τέσσερα franchise στη Βουλγαρία (σημειώνεται ότι η RBI βρίσκεται στη διαδικασία πώλησης του νούμερο έξι franchise της στην KBC έναντι 1,64x P/TBV), επενδυτικά περιουσιακά στοιχεία ακίνητης περιουσίας ύψους 1,4 δισ. ευρώ με ετήσια απόδοση πάνω από 7%. Για την Εθνική Τράπεζα, η πλεονάζουσα κεφαλαιακή θέση της NBG ανέρχεται σήμερα σε 750 εκατ. ευρώ (25% της κεφαλαιοποίησης της αγοράς), με δυνατότητα αύξησης έως και 2 δισ. ευρώ μέσω έκδοσης εργαλείων AT1/T2.
Η Eurobank παραμένει κορυφαία επιλογή για την JPM, η ETE και η Alpha είναι επίσης με συστάσεις overweight και η Πειραιώς με ουδέτερη. Οι ελληνικές τράπεζες είναι σχετικοί outperformers παρά τις ευμετάβλητες επιδόσεις, σταθερές φέτος έναντι του δείκτη των τραπεζών SX7P -14% και CEEMEA Banks -2%, τώρα διαπραγματεύονται στο 2023 με 0,43 φορές σε όρους P/TBV για μέσο όρο 8,1%. ROTE (8,6% adj.). Το αναμενόμενο από την αγορά κόστος ιδίων κεφαλαίων (CοE) για τον κλάδο έχει περιοριστεί στα επίπεδα των ομοειδών της Ευρωζώνης, γεγονός που υποδηλώνει ότι από εδώ και πέρα είναι η δυνατότητα βελτίωσης του ROTE και η αυξανόμενη εμπιστοσύνη της αγοράς σε αυτό.