Η ανακοίνωση της τελικής μορφής του εργαλείου κατά του κατακερματισμού της ΕΚΤ αναμένεται να οδηγήσει σε μείωση των spreads των ελληνικών ομολόγων, ενώ η ελληνική αγορά μετοχών έχει σημαντικές στηρίξεις από πλευράς αποτιμήσεων αλλά και προοπτικών για αναβαθμίσεις, τη στιγμή που οι ελληνικές τράπεζες είναι πιθανό να εκπλήξουν τους περισσότερους επενδυτές, εκτιμά η JP Morgan.
Στην περίπτωση της Ελλάδας αναμένει συνεχή αποκλιμάκωση των spreads κατά τη διάρκεια του υπόλοιπου έτους καθώς και το 2023. Έτσι αναμένει πως θα διαμορφωθούν στις 210 μ.β. τον Σεπτέμβριο από περίπου 235 μ.β. σήμερα, στις 200 μ.β. τον Δεκέμβριο του 2022 και τον Μάρτιο του 2023, και στις 170 μ.β. τον Ιούνιο του 2023.
Σε ό,τι φορά την ελληνική οικονομία, η JP Morgan αναμένει ανάπτυξη 3,5% φέτος στην Ελλάδα με τον πληθωρισμό να διαμορφώνεται στο 6,3%. Το ελληνικό χρέος αναμένεται να μειωθεί φέτος στο 186% του ΑΕΠ, και το έλλειμα του προϋπολογισμού στο 4,3% του ΑΕΠ.
Σε ό,τι αφορά τις κινήσεις των οίκων αξιολόγησης, η JP Morgan αναμένει πως σε γενικές γραμμές θα παραμείνουν σταθερές αν και υπάρχει κίνδυνος υποβαθμίσεων στο σύνολο της ευρωζώνης σε περίπτωση επιδείνωσης των μακροοικονομικών συνθηκών, ενώ οι θέσεις των επενδυτών είναι περιορισμένες λόγω της επιδείνωσης της ρευστότητας.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει, οι οίκοι αξιολόγησης έχουν αναβαθμίσει τις προοπτικές για λίγες χώρες της ζώνης του ευρώ (δηλαδή από σταθερές σε θετικές). Η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Κύπρος έλαβαν επίσης αναβαθμίσεις αξιολογήσεων το πρώτο εξάμηνο του 2022. Στα πρόσφατα σχόλιά τους, οι οίκοι αξιολόγησης δήλωσαν ότι οι οικονομίες της ζώνης του ευρώ παραμένουν ανθεκτικές χάρη στις δημοσιονομικές πολιτικές και τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν μετά την πανδημία. Ωστόσο, τόνισαν ότι θα μπορούσε να υπάρξει υποβάθμιση των προοπτικών ή ακόμη και της αξιολόγησης σε περίπτωση μεγάλων δυσμενών μάκρο-σοκ, για παράδειγμα λόγω της κλιμάκωσης του πολέμου στην Ουκρανία και των υψηλών τιμών της ενέργειας και των εμπορευμάτων. Το βασικό της σενάριο είναι ότι οι αξιολογήσεις θα παραμείνουν σε γενικές γραμμές σταθερές για το υπόλοιπο του 2022, εκτός εάν πραγματοποιηθεί ένα σημαντικό μακροοικονομικό σοκ που θα οδηγήσει σε αρνητικές κινήσεις, αρχικά στις προοπτικές.
Για τις θέσεις των επενδυτών στα ομόλογα της περιφέρειας, η JPM αναφέρει ότι οι real money επενδυτές έχουν γίνει (ελαφρώς) underweight για πρώτη φορά από τα μέσα του 2018. Όπως εκτιμά, από την ημέρα της ad-hoc συνεδρίασής της ΕΚΤ στις 15 Ιουνίου υπήρξε σημαντικό short covering.
Στηρίξεις στις ελληνικές μετοχές στο β' εξάμηνο
Το πρώτο εξάμηνο του έτους ήταν δύσκολο για τους επενδυτές με τις τιμές να μειώνονται σε όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα των επιθετικών ενεργειών της Fed για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, ο οποίος είναι ουσιαστικά σε μεγάλο βαθμό εκτός ελέγχου – καθώς οδηγείται από τον πληθωρισμό των τροφίμων και της ενέργειας, το "σπάσιμο" των αλυσίδων εφοδιασμού λόγω της COVID-19 και τον πόλεμο στην Ευρώπη. Όπως επισημάνθηκε, υπάρχει η προοπτική όχι μόνο ο πληθωρισμός να οφείλεται σε ενεργειακά σοκ και σε σοκ της αγοράς τροφίμων αλλά και σε ύφεση που δημιουργείται από τη Fed και άλλες κεντρικές τράπεζες.
Οι οικονομολόγοι της JP Morgan δεν βλέπουν πάντως ύφεση φέτος. Αν και η πιθανότητα ύφεσης αυξήθηκε σημαντικά, δεν αποτελεί το βασικό της σενάριο για τους επόμενους 12 μήνες. Βλέπει την παγκόσμια ανάπτυξη να επιταχύνεται από 1,3% το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους σε 3,1% το δεύτερο εξάμηνο. Ομοίως, βλέπει τον πληθωρισμό να μειώνεται από 9,4% σε ετήσια βάση το πρώτο εξάμηνο σε 4,2% το δεύτερο εξάμηνο, γεγονός που θα επέτρεπε στις κεντρικές τράπεζες να αποφύγουν την πρόκληση οικονομικής ύφεσης. Αναμένει επίσης ότι η ανάπτυξη της Κίνας θα επιταχυνθεί σημαντικά στο 7,5% το δεύτερο εξάμηνο, από βασικά μηδενική (0,5%) το πρώτο εξάμηνο του έτους. Αυτό θα προσφέρει τεράστια υποστήριξη όχι μόνο στα περιουσιακά στοιχεία των αναδυόμενων αγορών της Ασίας, όπως οι μετοχές της Κίνας, αλλά και στον παγκόσμιο κύκλο.
Η JPM πιστεύει ότι το δεύτερο εξάμηνο του έτους, η συνειδητοποίηση των οικονομικών περιορισμών και της realpolitik θα οδηγήσουν σε πρόοδο προς μια λύση ή τουλάχιστον μια διαρκή κατάπαυση του πυρός στην Ευρώπη, η οποία θα αμβλύνει τους χειρότερους γεωπολιτικούς φόβους. Συνεχίζει να πιστεύει στον "super κύκλο" των εμπορευμάτων και θεωρεί τα εμπορεύματα και τα περιουσιακά στοιχεία που σχετίζονται με εμπορεύματα ότι αποτελούν πολύτιμη πηγή αποδόσεων και σημαντική αντιστάθμιση έναντι του πληθωρισμού και της γεωπολιτικής.
Οι αντίθετοι άνεμοι που αντιμετωπίζουν οι παγκόσμιες μετοχές—πληθωριστικές τιμές ενέργειας και το ισχυρό δολάριο—είναι βασικοί θετικοί άνεμοι για τις αγορές της Μέσης Ανατολής και Αφρικής. Και δεδομένου ότι αυτές οι αγορές αποτελούν άνω του 60% της περιοχής της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής, στην οποία η JPM τοποθετεί και την αγορά της Ελλάδας, παραμένει ιδιαίτερα θετική για την CEEMEA ως περιοχή συνολικά στο πλαίσιο των Αναδυόμενων Αγορών.
Βραχυπρόθεσμα ωστόσο, βλέπει περισσότερους κινδύνους παρά ευκαιρίες, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά. Όμως η ελληνική αγορά προσφέρει υποστήριξη σε ό,τι αφορά τις αποτιμήσεις και την πιθανότητα κάποιων αναβαθμίσεων. Η Κεντρική Ευρώπη υποφέρει περισσότερο από τη Δυτική Ευρώπη από την αύξηση του πληθωρισμού και δεδομένης της κατακόρυφης αύξησης των αποδόσεων των ομολόγων της περιοχής, η JPM εκπλήσσεται από το γεγονός ότι οι μετοχές δεν έχουν υποτιμηθεί περισσότερο.
Οι αποτιμήσεις παραμένουν οι χαμηλότερες στην Κεντρική Ευρώπη, και η JPM είναι άνετη με την ουδέτερη στάση που διατηρεί σε αρκετές αγορές της περιοχής. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα ωστόσο, στην οποία διατηρεί επίσης ουδέτερη θέση, τονίζει ότι προσφέρει μια ισχυρή πορεία ανάκαμψης μετά την COVID-19 χάρη στη χρηματοδότηση της ΕΕ και οι τράπεζες είναι πιθανό να εκπλήξουν τους περισσότερους επενδυτές σημειώνοντας απόδοση ιδίων κεφαλαίων ROE 10% από το τέταρτο τρίμηνο του 2022. Άλλωστε σε έκθεση της την περασμένη εβδομάδα η JPM τόνισε πως για τους επενδυτές που έχουν αμυντικό χαρτοφυλάκιο, οι ελληνικές τράπεζες αποτελούν το κατάλληλο play.