Η αύξηση της τιμής του πετρελαίου στα $100/βαρέλι για πρώτη φορά από το 2014 θα επηρεάσει τόσο τον πληθωρισμό όσο και την οικονομική ανάπτυξη, παγκοσμίως.
Το φαινόμενο αυτό αποτελεί πρόβλημα για τη Fed και τις λοιπές κεντρικές τράπεζες ανά τον πλανήτη οι οποίες προσπαθούν να ανακαλύψουν τη χρυσή τομή μεταξύ του περιορισμού των πληθωριστικών πιέσεων και της ανάκαμψης από την πανδημία.
Τα ΣΜΕ πετρελαίου στο Λονδίνο κατέγραψαν αύξηση της τάξης του 3,3% μετά από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Αν και οι χώρες-παραγωγοί πετρελαίου ενδέχεται να βγουν κερδισμένες από την κρίση, μεγάλο τμήμα του πλανήτη θα πληγεί από την ενεργειακή κρίση η οποία θα μεταφραστεί σε αύξηση κόστους τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg Economics, η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία και τα ΗΑΕ θα έχουν κέρδη από την προαναφερθείσα αύξηση. Οι μεγαλύτεροι «χαμένοι» είναι χώρες όπως η Κορέα, η Ινδία και η Ιαπωνία.
«Η αύξηση των τιμών του πετρελαίου θα αυξήσει την πίεση για εύρεση λύσης από τις κεντρικές τράπεζες και θα επιταχύνει την αύξηση των επιτοκίων προς καταπολέμηση του πληθωρισμού», ανέφερε ο Chua Hak Bin, οικονομικός αναλυτής της Maybank της Σιγκαπούρης.
Η JPMorgan Chase & Co προειδοποιεί πως μια αύξηση στα $150/βαρέλι θα περιορίσει την παγκόσμια ανάπτυξη και θα ωθήσει τον πληθωρισμό στην Ευρώπη άνω του 7%, υπερτριπλάσιο ποσοστό από το στόχο της ΕΚΤ του 2%.
Το ράλι του πετρελαίου ακολουθείται από το ράλι στις τιμές των εμπορευμάτων και του φυσικού αερίου. Η αυξημένη ζήτηση κατά την έξοδο από την πανδημία, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι γεωπολιτικές εντάσεις στην Ουκρανία έχουν δημιουργήσει μια νέα «τέλεια καταιγίδα» στις αγορές. Μόνο θετικό στοιχείο αποτελεί η πιθανότητα επίτευξης συμφωνίας για τη χρήση πυρηνικής ενέργειας από το Ιράν.
Ο κυκεώνας των προβλημάτων επιδεινώνεται από το στενό συσχετισμό μεταξύ της αγοράς ενέργειας και της εφοδιαστικής αλυσίδας, η οποία συνεχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα και καθυστερήσεις στην παραγωγή και αποστολή πρώτων υλών και αγαθών.
Το ΔΝΤ πρόσφατα επικαιροποίησε τις εκτιμήσεις του για το μέσο όρο των τιμών ενέργειας, αυξάνοντάς τον κατά 3,9%.
Οι κινήσεις της Fed αναμένεται να οδηγήσουν σε αύξηση των επιτοκίων 7 ή περισσότερες φορές, φέτος. Παράλληλα, η ΤτΑ συνεχίζει τις αυξήσεις των επιτοκίων επικαλούμενη την ενεργειακή κρίση, ενώ η ΕΚΤ θα «εξετάσει ενδελεχώς» την επίδραση των τιμών αυτών στον πληθωρισμό και την οικονομία, κάτι που ενδέχεται να σηματοδοτήσει πρόωρη αύξηση των επιτοκίων.
Η παγκόσμια οικονομία δε βασίζεται στο πετρέλαιο όσο τη δεκαετία του ‘70. Αντισταθμιστικοί παράγοντες μπορεί να αποδειχθούν τυχόν οικονομίες των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της πανδημίας και η αύξηση των μισθών εν μέσω των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά -σύμφωνα με τη JPMorgan «όλα θα εξαρτηθούν από τους δείκτες των τιμών και τα ποσοστά του πληθωρισμού σε περίπτωση δημιουργίας διευρυμένου οικονομικού σοκ».