Τα δύσκολα αρχίζουν από εδώ και πέρα. Όταν αθροιστικά η εκλογική και δημοσκοπική απώλεια του ΣΥΡΙΖΑ είναι της τάξης του 18%- 20% και η δημοσκοπική πτώση της Ν.Δ σε σχέση με την επίδοσή της στις εκλογές είναι της τάξης του 3%-4% και εσύ έχεις αυτή την άνοδο, δεν μπορείς να εμφανίζεις και επιτυχία ότι έχεις περάσει δεύτερος οριακά στις δημοσκοπήσεις. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πέφτει και όχι ότι υπάρχει ρεύμα ανόδου.
Δεν είναι όμως αυτός ο μόνος προβληματικός δείκτης. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της OPINION POLL ικανοποιημένοι με την αντιπολιτευτική πολιτική του ΠΑΣΟΚ δηλώνουν μόλις το 11.4% των πολιτών, με το ένα τρίτο των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ να μην είναι ικανοποιημένοι.
Ο Ν. Ανδρουλάκης επιλέγεται μόλις από το 7.1% ως πιο κατάλληλος για Πρωθυπουργός (ποσοστό πολύ μικρότερο από την δημοσκοπική επίδοση του ΠΑΣΟΚ), με τον Κ. Μητσοτάκη να επιλέγεται από το 42% και τον Σ. Κασσελάκη από το 7.8%! Ανάμεσα μάλιστα στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, ο Ν. Ανδρουλάκης επιλέγεται από το 39.3%, με τον Κ. Μητσοτάκη να επιλέγεται από το 27% και τον Κανένα από το 20%!
Τα στοιχεία αυτά αναδεικνύουν δύο βασικά θέματα: Πρώτο, η δεύτερη θέση δεν έχει κριθεί. Κάποια στιγμή η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ θα σταματήσει, αν και δεν έχει φανεί ότι όσοι φεύγουν από αυτόν τρέχουν να πάνε στο ΠΑΣΟΚ. Δεύτερο, ότι το ΠΑΣΟΚ εκλαμβάνεται όχι ως κόμμα εξουσίας, αλλά ως κόμμα διαμαρτυρίας και αυτό δεν οδηγεί σε υψηλές επιδόσεις. Σε κάθε περίπτωση η εικόνα αυτή φτιάχνει ένα όριο ανόδου. Ταυτόχρονα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι Ευρωεκλογές είναι ιδιόμορφες εκλογές και ότι η πιο χαλαρή ψήφος μιας ακίνδυνης διαμαρτυρίας (ό,τι και να γίνει η Ν.Δ θα κυβερνάει άλλα τρία χρόνια μετά από αυτές) δεν σημαίνει ότι αυτή θα οδηγηθεί στο ΠΑΣΟΚ που δεν πείθει ουσιαστικά ούτε τους ψηφοφόρους του. Το 2019 το 21% ψήφισε κόμματα που δεν εξέλεξαν ευρωβουλευτή. Τι σημαίνει αυτό; Ότι μικρές δυνάμεις μπορεί να πάρουν κομμάτια της διαμαρτυρίας προς την Κυβέρνηση, ενώ ταυτόχρονα βλέπουμε και το Κ.Κ.Ε και την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ να εισπράττουν από τα αριστερά και από τα πιο δεξιά της Ν.Δ.
Που οφείλεται αυτή η εικόνα του ΠΑΣΟΚ, η δυσκολία να βγει μπροστά και να ενισχυθεί σημαντικά σε συνθήκες μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής ρευστότητας; Η εμπειρία της τραγωδίας του ΣΥΡΙΖΑ δεν δίδαξε το ΠΑΣΟΚ, ότι ο μηδενισμός, οι γενικές καταγγελίες με προτάσεις που δεν πείθουν, η εμφάνιση της εικόνας μιας χώρας που καταρρέει οδηγούν πολύ απλά σε μεγάλα προβλήματα και σε αδιέξοδα. Το ΠΑΣΟΚ κινδυνεύει όσο ακολουθεί την τακτική «μην τυχόν φανεί ότι στηρίζουμε τον Μητσοτάκη», «ας βρούμε κάτι για να καταψηφίζουμε», όλα είναι μαύρα. Πολύ περισσότερο όταν στα θέματα της μεταρρυθμιστικής ατζέντας, της δέσμης αλλαγών υπάρχει αναντιστοιχία επίσημης κομματικής γραμμής και αντίληψης των ψηφοφόρων τους.
Ας πάρουμε το εύρημα της έρευνας της Marc, σύμφωνα με το οποίο υπέρ της επιστολικής ψήφου τάσσονταν το 71,8% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Ενώ αυτή είναι η άποψη των ψηφοφόρων τους το ΠΑΣΟΚ καταψήφισε το νομοσχέδιο για την επιστολική ψήφο στις ευρωεκλογές! Μάλιστα αρχικά το δέχτηκε επί της αρχής, στη συνέχεια ψήφισε υπέρ της αντισυνταγματικότητας και τελικά το καταψήφισε γιατί ενοχλήθηκε από την «τροπολογία Κεραμέως». Είναι άραγε αυτό πολιτική που βασίζεται σε αρχές και αξίες; Είναι πολιτική στάση που πείθει κανέναν; Μάλιστα όχι απλά δεν πείθει, αλλά έρχεται σε σύγκρουση με τους ίδιους τους ψηφοφόρους του.
Το ίδιο φαίνεται ότι μπορεί να δούμε και όταν έρθει η ώρα να ψηφιστεί το νομοσχέδιο για τα μη κρατικά ΑΕΙ. Σύμφωνα με εύρημα της Opinion Poll, το 57,1% της κοινής γνώμης τάσσεται υπέρ. Ειδικά δε ανάμεσα στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ θετική στάση τηρεί το 58,5%. Ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ δεν έχει εκδηλώσει καθαρά τη στάση του και καταφεύγει στα γενικά που συζητάμε στη χώρα τριάντα χρόνια (να αναβαθμιστεί πρώτα η δημόσια Ανώτατη Εκπαίδευση και λοιπές γενικότητες).
Το ερώτημα επανέρχεται: Σε ποιους απευθύνεται; Το ίδιο θα φανεί και στο νομοσχέδιο για τη Δικαιοσύνη και σε άλλα… Το ίδιο παρατηρούμε και στο θέμα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. Επί ένα μήνα τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ κατάγγελναν τον Κ. Μητσοτάκη ότι δεν μπορεί να πείσει τους βουλευτές του, ότι κάνει θεσμικό ατόπημα παροτρύνοντας να απέχουν (κάτι που δεν είχε κάνει) χωρίς να αποσαφηνίζουν την θέση του ΠΑΣΟΚ. Όταν το έκανε ο Ν. Ανδρουλάκης άρχισαν τα προβλήματα. Μεγάλο τμήμα της Κ.Ο του ΠΑΣΟΚ δεν προτίθεται να το ψηφίσει, ενώ βουλευτής του εξέφρασε την πιο ομοφοβική, καθυστερημένη και συντηρητική θέση από οποιονδήποτε άλλον βουλευτή από όλα τα κόμματα, χωρίς να υπάρχει κάποια σημαντική παρέμβαση πέραν μιας δήλωσης.
Εν ολίγοις το ΠΑΣΟΚ δεν φαίνεται να διαθέτει στρατηγική, να μην έχει αποφασίσει σε ποιους απευθύνεται, μιλώντας για δημοκρατικά μέτωπα που παραπέμπουν σε μια αντιδεξιά ρητορική που δεν αντιλαμβάνεται την σημερινή πραγματικότητα και παραπέμπει σε σχήματα πολλών δεκαετιών πριν. Με την τακτική του δεν πείθει ούτε αριστερά ή κεντροαριστερά ακροατήρια, αλλά ούτε κεντρώα, αφήνοντας το Κέντρο προνομιακό χώρο του Κ. Μητσοτάκη. Η μόνιμη θολούρα στις θέσεις δεν επιτρέπει να περνάει κάποιο μήνυμα. Η δε τάση και το άγχος του να φαίνεται πολύ δεξιά δύναμη το απομακρύνει από σημαντικές δυνάμεις, τμήμα των οποίων το ψήφισε. Το ΠΑΣΟΚ που σφράγισε ιστορικά την πορεία της χώρας φαίνεται δύναμη άτολμη, μονίμως ταλαντευόμενη, χωρίς πυξίδα και με μια ροπή να «στριμώχνεται» σε ένα χώρο που απευθύνεται ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ και όλα τα αντιπολιτευτικά κόμματα και σχήματα.
Μ΄ αυτά τα δεδομένα, το ΠΑΣΟΚ ενώ θα μπορούσε ήδη να κάνει την διαφορά, κινδυνεύει. Η προσχώρηση της Εύης Χριστοφιλοπούλου στην Ν.Δ και η ίδρυση κόμματος στον χώρο του Κέντρου από τον Ανδρέα Λοβέρδο δείχνουν ότι υπάρχουν δυνάμεις που δεν θέλουν να συμβάλουν σε μια αβέβαιη, χωρίς στρατηγική πορεία. Οι κινήσεις αυτές δεν δείχνουν «συνωμοσία του Μαξίμου» , αλλά αδυναμία της σημερινής ηγεσίας του να αγκαλιάσει και να εκφράσει όλες τις δυνάμεις του χώρου. Δείχνουν ότι υπάρχει χώρος να εκδηλωθούν και να εκφράσουν δυνάμεις. Η προσπάθεια απαξίωσης αυτών και άλλων στελεχών, προσπάθεια γνώριμη σε κόμματα βασικά κομμουνιστικής παράδοσης δεν συσπειρώνει, το αντίθετο. Το ΠΑΣΟΚ μεγαλούργησε μόνο ως μεταρρυθμιστικό, πολυσυλλεκτικό, ανοικτό κόμμα. Όχι ως κόμμα κλειστό, φοβικό, με επαμφοτερίζουσες θέσεις.
Η πορεία προς τις Ευρωεκλογές θα έχει εκπλήξεις για όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Το ΠΑΣΟΚ δεν θα είναι εξαίρεση. Το ιδιαίτερο πρόβλημα με το ΠΑΣΟΚ θα είναι ότι ενώ υπήρξε η ευκαιρία να πάρει ένα 20% τουλάχιστον και να κατακτήσει καθαρά την δεύτερη θέση, αυτό πήρε ένα χαμηλό ποσοστό έστω με μια μικρή αύξηση που δεν θα καθιστά σίγουρη ούτε την δεύτερη θέση. Και τότε;
*Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι Διευθυντής Ερευνών της OPINION POLL και πολιτικός αναλυτής