Του Ανδρέα Ανδριανοπούλου
Έρχεται σαν αποτέλεσμα πράξεων της κυβέρνησης που πυροδοτούν αντιδράσεις, αγανάκτηση και μαχητικές κινητοποιήσεις.
Μονάχα στις σπάνιες περιπτώσεις που οι πολιτικές προτάσεις του αντικυβερνητικού μετώπου σηματαδοτούν ενα είδος μεταβολής του πολιτικού παραδείγματος (όπως "δομική αντιπολίτευση", παλαιότερα, στην Ελλάδα, "συνθέμελη αλλαγή" τότε στη Γαλλία και επίθεση κατά του κρατισμού από την Μάργκαρετ Θάτσερ) θα μπορούσε το όποιο αντικυβερνητικό μέτωπό να πάρει την πρωτοβουλία των πολιτικών κινήσεων.
Στην περίπτωση της σημερινής ελληνικής πραγματικότητας είναι φανερό πως η κυβέρνηση φροντίζει με τακτική συνέπεια να πυροβολεί τα πόδια της. Σε καμία περίπτωση η φθορά που αντιμετωπίζει δεν είναι αποτέλεσμα στρατηγικών επιλογών η πολιτικών κινήσεων των αντιπάλων της.
Από τις υποκλοπές, τον χειρισμό του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών και την λάθος συγκυρία για την νομοθέτηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, για να αναφερθώ σε μερικά μόνο γεγονότα, δεν υπήρξε πουθενά επιτυχής πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης που να προκάλεσε αντιδράσεις της κοινής γνώμης.
Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση έπραξε λανθασμένα στην αντιμετώπιση αυτών των κρίσεων. Οδηγούμενη έτσι σε μείωση της λαϊκής στήριξης και αύξηση της γενικής δυσαρέσκειας της κοινής γνώμης.
Είναι επίσης δεδομένο πως στις τάξεις του κυβερνητικού κόμματος έχει δυσαρεστήσει η επιλογή προσώπων από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ σε διάφορες θέσεις - κινήσεις που δείχνουν να δικαιώνουν την δική μου, και του Στέφανου Μάνου, παλαιότερη επιλογή να συνεργασθούμε τότε με τον Γ. Παπανδρέου.
Εν τούτοις, για ένα κραταιό κόμμα του 41% αυτό δείχνει στελεχιακή ένδεια και έλλειψη πολιτικού βάθους. Χωρίς βέβαια αυτές οι επιλογές να μένουν δίχως συνέπειες στην πολιτική αρένα. Τα επιλεγόμενα πρόσωπα ειναι φυσικό να φέρουν μαζί τους την πολιτική τους κουλτούρα και κάποιες ιδεολογικές αντιλήψεις. Κι' αυτό οδηγεί συχνά σε αδράνεια, αναβλητικότητα και έλλειψη αποτελεσμάτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιων φαινομένων είναι η αντιμετώπιση της ακρίβειας και η εφαρμογή του νόμου που ψηφίσθηκε για την νόμιμη λειτουργία ιδιωτικών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η ακρίβεια απασχολεί σχεδόν ολοκληρωτικά την πολιτική ατζέντα δίχως όμως κανείς να αποτολμά να προσεγγίσει την ουσία του προβλήματος.
Επιτίθενται όλοι εναντίον της, παραβλέποντας τον καθοριστικό παράγοντα που την προκαλεί. Κι' αυτός είναι η αύξηση της τιμής του ρεύματος. Που έχει οδηγήσει τις τιμές όλων των παραγομένων προϊόντων προς τα επάνω. Που οφείλεται η αύξηση της τιμής της ενέργειας; Μήπως στον πόλεμο στην Ουκρανία, η στην κρίση στη Μέση Ανατολή; Σαφώς, βέβαια, όχι.
Η αύξηση της τιμής της ενέργειας και συνακόλουθα του ηλεκτρικού ρεύματος, με δραματικές επιπτώσεις στη βιομηχανία, στη γεωργία και στην τσέπη των καταναλωτών είναι η εμμονή στην πράσινη ανάπτυξη, δηλ. στην κατάργηση της εξάρτησης σταδιακά από πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άμεσα, στην Ελλάδα, από λιγνίτη. Και η στροφή σε εναλλακτικές, άλλα πανάκριβες κι αναποτελεσματικές, πηγές ενέργειας. Λόγω όμως εμμονών πολιτικών, πολιτιστικών και συμφεροντολογικων (κάποιοι κερδίζουν τεράστια ποσά) με την κλιματική αλλαγή και την πράσινη ανάπτυξη, ουδείς προσεγγίζει έτσι το θέμα. Και λύση δεν θα βρεθεί.
Το Υπουργείο Παιδείας έχει ψηφίσει τον περίφημο νόμο περί ιδιωτικών πανεπιστημίων. Έχει όμως εμμονές με τα κρατικά. Έτσι οι κανονιστικοί νόμοι, οι σχετικές εγκύκλιοι και τα διατάγματα δεν έχουν ακόμη εκπονηθεί! Ενώ οι σχετικές με τα δημόσια πανεπιστήμια αποφάσεις, σε ελάχιστα άρθρα του νόμου, έχουν ήδη εκπονηθεί! Είναι αυτό τυχαίο; Η εμπάθεια λοιπόν εναντίον του ιδιωτικού εξακολουθεί να κυριαρχεί σε πολλούς "προοδευτικούς" κυβερνητικούς κύκλους. Και τίποτε τελικά δεν γίνεται...