Από την άλλη πλευρά η ΓΣΕΕ έχει ήδη ανακοινώσει την πρότασή της για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 15,8% προκειμένου να διαμορφωθεί στα 826 ευρώ. Έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι η ισπανική κυβέρνηση ετοιμάζεται να εγκρίνει αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 8%, προκειμένου να διαμορφωθεί στα 1.259 ευρώ τον μήνα.
Την πιο γενναιόδωρη πρόταση κατέθεσε το ΙΜΕ- ΓΣΕΒΕΕ , κάνοντας λόγο για αυξήσεις 8%-10% προκειμένου ο νέος κατώτατος μισθός από 713 ευρώ να διαμορφωθεί στα 770-784. Παράλληλα ζητούν μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων με πρώτο την οριζόντια κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Υπό αυτό το πρίσμα θα πρέπει να εκτιμηθεί η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 8% με 10%.
Στην περίπτωση αυτή και δεδομένου ότι κυρίως θα επηρεαστούν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις -παρά τη βελτίωση που καταγράφεται στις έρευνες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας και υπερχρέωσης – είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα προκειμένου να αντιμετωπίσουν το επιπρόσθετο κόστος, όπως ενδεικτικά αναφέρουμε την πλήρη κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Η ταυτόχρονη αύξηση του κατώτατου μισθού σε συνδυασμό με την αντιστάθμιση της αύξησης του κόστους των επιχειρήσεων από την αύξηση αυτή μπορεί να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό μίγμα οικονομικής πολιτικής για την καταπολέμηση του στασιμοπληθωρισμού.
Η ΕΣΕΕ ( έμποροι) προτείνουν αυξήσεις κοντά στο 7%. (763 ευρώ) θεωρώντας ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού, επιστρέφει στα ταμεία τους με τη μορφή αύξησης της κατανάλωσης. Από την άλλη πλευρά σημειώνουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ( χρέη προς εφορία και ΕΦΚΑ) καθώς και την αύξηση του ενεργειακού κόστους. Επίσης , ο κλάδος του εμπορίου επισημαίνει την ανάγκη ρευστότητας προκειμένου να επενδύσει στον ψηφιακό μετασχηματισμό.
Σ΄ αυτό το πλαίσιο παράλληλα με την αύξηση του κατώτατου μισθού ζητούν μέτρα για τη στήριξη των επιχειρήσεων όπως είναι η μείωση των εισφορών και η ολοκληρωτική κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Ζητούν επίσης να επανέλθει η ευθύνη των διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό στα χέρια των κοινωνικών εταίρων.
Ο ΣΕΤΕ προτείνει αυξήσεις έως 5,5% στα 753 ευρώ ενώ ο ΣΕΒ ( μέσω του ΙΟΒΕ που εκπονεί τη μελέτη) «φωτογραφίζει» μια λογική αύξηση 5.5%-6% η 6% -7% , κάνοντας λόγο για επιβράδυνση της μείωσης της ανεργίας και επιβάρυνση των επιχειρήσεων από το ενεργειακό κόστος.
Παράλληλα επισημαίνει ότι ο κατώτατος μισθός , αρχής γενομένης από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει συνολικά αυξηθεί κατά 22% και δίνει έμφαση στη περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
Επαναφέρει δηλαδή το αίτημα για περαιτέρω μείωση των εισφορών κατά 0,60 ποσοστιαίες μονάδες που υπολείπεται της κυβερνητικής δέσμευσης για συνολική ελάφρυνση κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες. Μάλιστα βάζουν στο τραπέζι την πρόταση αν η μείωση δεν είναι δημοσιονομικά εφικτό να γίνει για όλους , ας γίνει σε πρώτη φάση για τους χαμηλόμισθους.
Το ΙΝΕ ΓΣΕΕ έχει ήδη ανακοινώσει ότι ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να κυμανθεί στα 826 ευρώ.
Το ινστιτούτο αναφέρει ότι ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα παρά τις αυξήσεις των τελευταίων ετών εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από το κατώφλι στης φτώχειας . Γι αυτό στη μελέτη προτείνεται ο κατώτατος μισθός να αυξηθεί στο όριο η πάνω από το όριο της αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Στη μελέτη λαμβάνονται υπόψη δείκτες όπως το καλάθι του νοικοκυριού αλλά και το 60% του ενδιάμεσου μισθού που ανέρχεται είναι 780 ευρώ. Αν συνεκτιμηθεί και ο προσδοκώμενος πληθωρισμός του 2023, τότε ο προτεινόμενος μισθό είναι 826 ευρώ μηνιαίως.
Η αύξηση -τονίζεται- θα έχει θετική επίδραση στο ΑΕΠ και στην παραγωγικότητα , δεν προκαλεί πληθωρισμό και βελτιώνει το βεβαιωτικό επίπεδο των χαμηλόμισθων.
Τα υπομνήματα των φορέων θα διαβιβαστούν στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) για τη σύνταξη Σχεδίου Πορίσματος Διαβούλευσης το αργότερο έως την 20η Φεβρουαρίου.