Για μία οικονομία που είναι συγκριτικά πολύ μικρότερη από παλαιότερα χρόνια, και ένα απολογισμό με ελλειμματικό προσανατολισμό σε όλα τα επί μέρους στοιχεία.
- Το καθαρό έλλειμμα το 2021 ανήλθε σε 11,92 δισ. ευρώ.
- Ο καθαρός δανεισμός το 2021 αυξήθηκε κατά 10,78 δισ. ευρώ.
- Το χρέος της κεντρικής διοίκησης, ανήλθε σε 388,46 δισ. ευρώ, αυξημένο σε σχέση με εκείνο του προηγούμενου οικονομικού έτους, κατά 14,35 δισ. ευρώ ή ποσοστο 3,84%
- Ο δείκτης δημόσιου χρέους / ΑΕΠ την 31/12/2021 ήταν 213,82%, που σημαίνει ότι το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης, παραμένει υπερδιπλάσιο του ΑΕΠ.
Βέβαια το 2021 η διεθνής οικονομία αντιμετώπισε την χειρότερη ύφεση όλων των εποχών, με έντονες πληθωριστικές πιέσεις, που οδήγησαν σταδιακά στην αύξηση των τιμών ενέργειας και τροφίμων και δημιούργησαν προβλήματα, με σημαντικότερο την μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, λόγω της ακρίβειας.
Μέσα σε αυτή την δύσκολη συγκυρία η εκτέλεση του προϋπολογισμού πέρασε από πολλές συμπληγάδες, με τέσσερις επιπρόσθετους προϋπολογισμούς, που αφορούσαν κατά κύριο λόγο την συνεχιζόμενη προσπάθεια, να παραμείνει υπό έλεγχο η υγειονομική κατάσταση της Χώρας.
Είναι αξιοσημείωτο ότι το 2021 παρατηρήθηκε μία αύξηση του ΑΕΠ, που κυμάνθηκε σε ποσοστό 9,84% στα 181,68 δις ευρώ, από τα 165,41 δισ. ευρώ του έτους 2020, που οφείλονταν κυρίως στην προσπάθεια του επιχειρηματικού κόσμου να ανακάμψει από το ασφυκτικό πλαίσιο που τέθηκε λόγω πανδημίας.
Όμως η άνοδος αυτή δεν προήλθε από την αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης, να εφαρμόσει μία αναπτυξιακή και φορολογική πολιτική, που θα έδινε ώθηση στους παραγωγικούς φορείς της οικονομίας.
Η Κυβέρνηση αρκέστηκε στα ευχολόγια, ασχολούμενη μόνο με την διανομή ευρωπαϊκών κονδυλίων, χωρίς κατεύθυνση και αναπτυξιακή πυξίδα.
Από την μελέτη του απολογισμού και την εμφάνιση των τελικών αποτελεσμάτων, σε συνδυασμό και με τις παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, θέλουμε να τονίσουμε ότι προκύπτουν σημαντικά συμπεράσματα, που έχουν σχέση με αποκλίσεις και παρατυπίες, που δεν επιτρέπουν την εξυγίανση και διαφάνεια των στοιχείων του απολογισμού.
Ενδεικτικά αναφέρουμε:
▬ Σύμφωνα με τα απολογιστικά στοιχεία, στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων του ΤΑΙΠΕΔ, που εμείς καταγγείλαμε ως ξεπούλημα της περιουσίας του Δημοσίου, έχουν ήδη ολοκληρωθεί μέχρι 31/12/2021, η πώληση του Ελληνικού, της Βόρειας Αφάντου στην Ρόδο και οι Μαρίνες Αλίμου και της Χίου, ενώ βρίσκονταν σε εξέλιξη ή σε φάση προετοιμασίας ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών, ο Αυτοκινητόδρομος Εγνατία, η ΔΕΠΑ, η ΔΕΗ, η ΕΥΑΘ, τα ΕΛΠΕ, καθώς και πολλά λιμάνια και μαρίνες σε όλη την Ελλάδα. Δηλαδή στο τέλος του προγράμματος, ίσως βρεθούμε σε μία χώρα που δεν θα υπάρχει Δημόσια περιουσία. Το τραγικό είναι ότι μέχρι το τέλος του έτους 2021, το Ελληνικό Δημόσιο έχει εισπράξει μόλις 6,52 δις ευρώ και η Κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει τους πολίτες, ότι το ξεπούλημα στοχεύει στην μείωση του Δημόσιου Χρέους, που κυμαίνεται σήμερα πάνω από 400 δις ευρώ.
▬ Δεν καταγράφονται στον Ισολογισμό τα πάγια περιουσιακά, δηλαδή όλη η ακίνητη και κινητή περιουσία του κράτους.
Κρατικές ιδιοκτησίες σε εδαφικές εκτάσεις, ακίνητα, νησιά και νησίδες, δάση, έργα υποδομών όπως δρόμοι, γέφυρες, λιμενικές εγκαταστάσεις, τεχνίτες λίμνες, φράγματα, αρχαιολογικοί χώροι, θαλάσσιες ζώνες, μεταλλευτικές ζώνες, πάσης φύσεως οχήματα, τεχνικός εξοπλισμός, απουσιάζουν παντελώς από τον Ισολογισμό, είναι σαν να μην υπάρχουν!
Αυτό αποτελεί ομολογία ότι τα πάγια περιουσιακά στοιχεία δεν έχουν απογραφεί σε ένα ενιαίο δημόσιο μητρώο παγίων, δεν έχει αποτιμηθεί η εύλογη αξία τους, δεν ελέγχονται για απαξιώσεις και καταστροφές, ούτε αποσβένονται σε ετήσια βάση.
▬ Η επιμέτρηση ορισμένων περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, γίνεται με το προηγούμενο λογιστικό πλαίσιο, δηλαδή δεν εφαρμόζεται πλήρως το υφιστάμενο λογιστικό πλαίσιο.
Βασική αρχή της λογιστικής επιστήμης είναι ότι, η κατάρτιση οικονομικών καταστάσεων γίνεται με την πλήρη εφαρμογή ενός και μόνο λογιστικού πλαισίου, δεν είναι δυνατόν να εφαρμόζουμε κατά το δοκούν, το νέο και το παλαιότερο λογιστικό πλαίσιο. Η χρήση δύο διαφορετικών λογιστικών πλαισίων, είναι μη αποδεκτή και προφανώς έχει επίπτωση στην αξιοπιστία των οικονομικών καταστάσεων.
▬ Δεν αναγνωρίζονται στον Ισολογισμό προβλέψεις για χρηματοοικονομικούς κινδύνους (πχ Καταπτώσεις Εγγυήσεων) καθώς δεν έχει καταρτιστεί λογιστικό σύστημα, παρακολούθησής των σχετικών ζημιών και υποχρεώσεων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι δεν έχουν αναγνωριστεί τυχόν προβλέψεις για εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου σε ανεξόφλητα δάνεια ποσού 28,84 δις ευρώ (βλέπετε σελ. 80, 81, 82). Το μεγαλύτερο μέρος των εγγυήσεων ποσού 18,56 δις ευρώ αφορά εγγυήσεις από τιτλοποιήσεις δανείων, στα πλαίσια του προγράμματος ΗΡΑΚΛΗΣ και της στήριξης των τραπεζών.
Αντιλαμβανόμαστε γενικότερα ότι δάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, υπάρχει σοβαρός λόγος να μην αποπληρωθούν από τους οφειλέτες, οπότε να έχουμε κατάπτωση εγγυήσεων και τελικά να πληρώσει ο Έλληνας φορολογούμενος. Ο ισχυρισμός περί ανυπαρξίας κινδύνου κατάπτωσης των εγγυήσεων ή έστω μέρους αυτών, δεν γίνεται αποδεκτός τόσο από το Ελεγκτικό Συνέδριο όσο και από την ΝΙΚΗ.
▬ Καθυστέρηση υλοποίησης της λογιστικής μεταρρύθμισης, μέσω της οποίας θα επιτευχθεί η ουσιαστική αναβάθμιση της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης.
Παρόλες τις προσπάθειες βελτίωσης της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, είναι φανερό πως η δημόσια διοίκηση, υστερεί ξεκάθαρα στην κατάρτιση αξιόπιστων Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων και για το έτος 2021.
Στο σημείο αυτό όμως θέλουμε να αναφερθούμε σε ορισμένα κομβικά προβλήματα, που δυστυχώς δεν αντιμετωπίστηκαν από την
Κυβέρνηση και επιβαρύνουν τόσο τον απολογισμό του 2021, όσο και την εκτέλεση των μεταγενέστερων προϋπολογισμών.
Το πρώτο και σημαντικότερο πρόβλημα είναι ο πληθωρισμός, που με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή, αυξήθηκε σημαντικά το 2021, κυρίως λόγω των μεγάλων αυξήσεων στις τιμές στέγασης, στις τιμές των καυσίμων, των μεταφορών και κυρίως των βασικών ειδών διατροφής. Ένα εκρηκτικό μείγμα , που απογείωσε το κόστος ζωής των πολιτών. Επιδιώκει σήμερα η Κυβέρνηση να ασκήσει μια πιο περιοριστική νομισματική πολιτική, με χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, για να μειώσει τον πληθωρισμό, αλλά φαίνεται να χάνει το στοίχημα, γιατί η αδυναμία εξάλειψης της αισχροκέρδειας, δεν επιτρέπει στην αποκλιμάκωση των τιμών στα είδη διατροφής.