Εναν χρόνο μετά τη μόλυνση με τον νέο κορωνοϊό, οι περισσότεροι αναρρώσαντες διατηρούν αντισώματα ενάντια στην πρωτεΐνη-ακίδα του ιού ασχέτως της βαρύτητας των συμπτωμάτων που είχαν εμφανίσει όταν νόσησαν.
Αυτό έδειξε μια νέα μελέτη σε υγειονομικούς που διεξήχθη από ειδικούς του Ινστιτούτου για την Παγκόσμια Υγεία της Βαρκελώνης (ΙSGlobal), του Καταλανικού Ινστιτούτου Υγείας (ICS) και του Ινστιτούτου Jordi Gol (IDIAP JG) σε συνεργασία με το Ιδρυμα Daniel Bravo Andreu. Τα νέα ευρήματα μαρτυρούν ότι και η ανοσία μετά τον εμβολιασμό θα είναι μακροπρόθεσμη.
Ενα από τα καίρια ερωτήματα προκειμένου να προβλέψουμε την εξέλιξη της πανδημίας του SARS-CoV-2 είναι η διάρκεια της φυσικής ανοσίας μετά από νόσηση με COVID-19. To τελευταίο διάστημα ολοένα και περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι οι περισσότεροι αναρρώσαντες εμφανίζουν αντισωματική αλλά και κυτταρική απόκριση (μέσω των Τ κυττάρων) η οποία διατηρείται επί μήνες – ίσως και χρόνια, κάτι που μένει να αποδειχθεί.
Η μακροπρόθεσμη παρακολούθηση
Οι ερευνητές από τα διαφορετικά ισπανικά ινστιτούτα ξεκίνησαν κατά το πρώτο πανδημικό κύμα την παρακολούθηση μιας ομάδας υγειονομικών υπαλλήλων που είχαν διαγνωσθεί θετικοί στην COVID-19 – επρόκειτο για συνολικά 173 άτομα που εργάζονται σε νοσοκομεία της κεντρικής Καταλονίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι εθελοντές είχαν εμφανίσει ήπια ως μέτρια συμπτώματα, αν και υπήρξαν και κάποια άτομα που χρειάστηκαν νοσηλεία.
Η ερευνητική ομάδα ξεκίνησε να λαμβάνει από τον Σεπτέμβριο του 2020 και συνεχίζει να λαμβάνει σε τακτά χρονικά διαστήματα δείγματα αίματος από τους εθελοντές με στόχο να μετρήσει τα επίπεδα αλλά και τον τύπο των αντισωμάτων τους.
«Τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα μάς κάνουν να πιστεύουμε ότι η ανοσία στον SARS-CoV-2 θα διαρκέσει περισσότερο από ό,τι αρχικώς πιστεύαμε.
Καθώς πρόκειται για έναν νέο ιό είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε πώς συμπεριφέρεται και πώς προσβάλλει διαφορετικά άτομα» ανέφερε η Αννα Ρουίζ Κομέγιας, ερευνήτρια στο Καταλανικό Ινστιτούτο Υγείας που ήταν εκ των κύριων συγγραφέων της νέας μελέτης.
Υψηλά επίπεδα αντισωμάτων στους εννέα μήνες από τη νόσηση
Σύμφωνα με τα ευρήματα, δεν εμφανίστηκε κάποια σημαντική μείωση στα αντισώματα πέντε μήνες μετά τη νόσηση. Αλλά και στους εννέα μήνες, το 92,4% των εθελοντών συνέχιζε να έχει αντισώματα ενάντια στον ιό – το 90% εξ αυτών είχε IgG αντισώματα, το 76% ΙgA αντισώματα και το 61% ΙgM αντισώματα που αναγνώριζαν την πρωτεΐνη-ακίδα του ιού (πρωτεΐνη S) ή την περιοχή δέσμευσης του υποδοχέα της πρωτεΐνης S (RBD).
Τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια και στους εθελοντές που δεν είχαν εμβολιαστεί ως τον περασμένο Απρίλιο (το 95% διέθετε αντισώματα IgG, το 83% ΙgA και το 25% ΙgM).
Να εξηγήσουμε ότι τα αντισώματα IgM είναι αυτά που παρέχουν την άμυνα πρώτης γραμμής κατά τη διάρκεια των ιογενών λοιμώξεων. Τα αντισώματα IgA χρησιμοποιούνται ως δείκτης «πρώτης ανοσολογικής απόκρισης» και υποδεικνύουν πρόσφατη λοίμωξη.
Τα αντισώματα IgG αποτελούν την προσαρμοσμένη και εξαιρετικής ειδικότητας προς τον ιό αντίδραση του ανοσοποιητικού. Είναι πολύ σημαντικά για την ανάπτυξη μακροχρόνιας ανοσίας.
Αναπάντεχα καλά επίπεδα των IgM σε μάκρος χρόνου
«Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν ότι τα αντισώματα IgG έχουν μεγαλύτερη διάρκεια, ωστόσο τα επίπεδα των ΙgM, τα οποία υποτίθεται ότι διαρκούν λιγότερο, διατηρούνταν σε αναπάντεχα καλά επίπεδα σε μάκρος χρόνου» σημείωσε η Zέμα Μονκουνίλ, ερευνήτρια στο ISGlobal, επίσης εκ των κύριων συγγραφέων της μελέτης.
Υπογραμμίζεται ότι η νοσηλεία, η εμφάνιση πυρετού, η ανοσμία και η αγευσία κατά τη νόσηση συνδέονταν με υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων στους πέντε και εννέα μήνες μετά τη λοίμωξη.
Πιθανή προστασία επί τουλάχιστον ένα έτος
Τέσσερις περιπτώσεις επαναλοιμώξεων κατεγράφησαν μεταξύ των εθελοντών. Δύο από αυτές ήταν συμπτωματικές και αφορούσαν άτομα που δεν είχαν αντισώματα ενάντια στον ιό. Μια ασυμπτωματική λοίμωξη που κατεγράφη αφορούσε άτομο με πολύ χαμηλά επίπεδα αντισωμάτων.
Τα αποτελέσματα αυτά μαρτυρούν ότι τα αντισώματα ενάντια στην πρωτεΐνη-ακίδα του ιού προστατεύουν από τις συμπτωματικές λοιμώξεις.
«Μαρτυρούν επίσης ότι άτομα που δεν έχουν νοσήσει με COVID-19 στο παρελθόν θα έπρεπε να έχουν προτεραιότητα για εμβολιασμό, αφού τα άτομα που έχουν ήδη μολυνθεί με τον ιό πιθανότατα προστατεύονται επί τουλάχιστον ένα έτος» ανέφερε η Αννα Ραμίρεζ-Μόρος, πρώτη συγγραφέας της μελέτης.
Μακροπρόθεσμη ανοσία και μετά τον εμβολιασμό
Οι ερευνητές τονίζουν επίσης πως καθώς τα επίπεδα αντισωμάτων που επιτυγχάνονται με τον εμβολιασμό είναι συνήθως υψηλότερα από αυτά που παράγονται μετά από τη φυσική λοίμωξη, τα νέα ευρήματα μαρτυρούν ότι η ανοσία που θα παρέχει το εμβόλιο θα είναι επίσης μακροπρόθεσμη.