Οι οδηγίες του κέντρου ελέγχου και πρόληψης νοσημάτων (Center for Disease Control and Prevention: CDC) σε πρόσφατη δημοσίευση του για τα πλήρως εμβολιασμένα άτομα, που περιλαμβάνουν την αποφυγή της τήρησης των κοινωνικών αποστάσεων και την προαιρετική χρήση μάσκας, έχουν δημιουργήσει σύγχυση ευρέως στον πληθυσμό.
Αυτό αναφέρουν οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) και απαντούν στα ερωτήματα που έχουν δημιουργήσει οι νέες συστάσεις του CDC.
Θεωρητικά όταν το ποσοστό των εμβολιασμένων φτάσει το 80% επιτυγχάνοντας τη συλλογική ανοσία θα μπορούσε κανείς να σταματήσει να φοράει μάσκα. Στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς λόγω του συνωστισμού το CDC συνεχίζει να προτείνει τη χρήση μάσκας. Ένας πληθυσμός που πρέπει να συνεχίζει να προφυλάσσεται είναι οι ανοσοκατεσταλμένοι, όπως ασθενείς με HIV και μεταμοσχευμένοι συμπαγών οργάνων. Ένα 3% του αμερικανικού πληθυσμού θεωρείται από τον προσωπικό του ιατρό ανοσοκατεσταλμένο, περιλαμβάνοντας ασθενείς που λαμβάνουν χημειοθεραπεία, βρίσκονται σε αιμοκάθαρση, ή όσους λαμβάνουν ανοσοτροποποιητική αγωγή.
Σε αυτούς τους ασθενείς φαίνεται ότι τα εμβόλια προσφέρουν σχετική κάλυψη, λειτουργούν, αλλά το αν θα χρειαστούν δόσεις ενίσχυσης ειδικότερα σε αυτούς τους πληθυσμούς είναι ακόμη άγνωστο. Στους εξωτερικούς χώρους η χρήση της μάσκας θα μπορεί σταδιακά να αποφευχθεί εκτός από περιπτώσεις στενής επαφής μεταξύ των ατόμων, όπως σε ορισμένα αθλήματα.
Πολλοί άνθρωποι, ειδικά όσοι έχουν συννοσηρότητες ή κάποια μορφή ανοσοανεπάρκειας, μπορεί να επιλέξουν να συνεχίσουν να φορούν μάσκα ως μέσο πρόληψης. Όσο αφορά την προστασία των μικρών παιδιών κάτω των δύο ετών, οφείλουμε να λάβουμε υπόψιν μας ότι ακόμα και αν νοσήσουν τα στοιχεία είναι πολύ ενθαρρυντικά, αλλά επειδή ειδικά τα νεογνά είναι ευπαθή, οι ενήλικες πρέπει να συνεχίζουν να φορούν μάσκα γύρω τους.