Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μείωσε τα επιτόκια, όπως αναμενόταν, την Πέμπτη και διατήρησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για περισσότερες μειώσεις,παρά το γεγονός ότι ο διαφαινόμενος εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ και τα σχέδια ενίσχυσης των στρατιωτικών δαπανών οδηγούν στη μεγαλύτερη ανατροπή της οικονομικής πολιτικής της Ευρώπης εδώ και δεκαετίες.
Πρόκειται για την έκτη κίνηση νομισματικής χαλάρωσης από τον Ιούνιο με το επιτόκιο αναφοράς (διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων) να μειώνεται στο 2,5% από 2,75% προηγουμένως εν μέσω της αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού στο 2,4% στην Ευρωζώνη και υπό τον φόβο της ασθμαίνουσας ανάπτυξης.
Στη συνέντευξη Τύπου μετά την ανακοίνωση, η Christine Lagarde έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην αλλαγή διατύπωσης στην απόφαση νομισματικής πολιτικής καθώς πλέον χαρακτηρίζεται ως «ουσιωδώς λιγότερο περιοριστική», καθώς -όπως είπε και η ίδια- αναγνωρίζονται με αυτό τον τρόπο οι ενέργειες που έχουν γίνει μέχρι τώρα με συνολική μείωση επιτοκίων κατά 150 μονάδες βάσης.
Για τη σημερινή απόφαση, διευκρίνισε ότι κανείς δεν αντιτάχθηκε αλλά πρόσθεσε ότι ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Αυστρίας Robert Holzmann απείχε.
Εχουμε τρία δεδομένα, διευκρίνισε η πρόεδρος της ΕΚΤ, η πτώση του πληθωρισμού είναι σε καλό δρόμο, η νομισματική πολιτική γίνεται σημαντικά λιγότερο περιοριστική και τρίτον υπάρχει αβεβαιότητα παντού. Από τη μια στιγμή στην άλλη τα πράγματα αλλάζουν δραματικά, ενώ ειδικά για τους δασμούς τόνισε ότι αποτελούν απειλή για την οικονομία.
Επανέλαβε ότι η ΕΚΤ θα ακολουθήσει μια προσέγγιση που βασίζεται στα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία και θα λαμβάνει αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση για τον καθορισμό της κατάλληλης κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγηση που διενεργεί όσον αφορά τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών στοιχείων, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική. Δεν δεσμεύεται εκ των προτέρων για συγκεκριμένη πορεία των επιτοκίων, ξεκαθάρισε η Lagarde.
«Εάν τα δεδομένα μας υποδείξουν ότι για να φτάσουμε στον προορισμό μας, η κατάλληλη νομισματική πολιτική θα πρέπει να είναι η μείωση, θα το κάνουμε. Εάν, από την άλλη πλευρά, τα δεδομένα υποδεικνύουν ότι αυτό δεν ισχύει, τότε δεν θα κόψουμε και θα κάνουμε παύση. Έτσι, αυτό είναι πραγματικά το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε – δεν δεσμευόμαστε εκ των προτέρων, είμαστε εξαρτώμενοι από τα δεδομένα όπως πάντα και αποφασίζουμε ανά συνεδρίαση», είπε συγκεριμένα.
Το σχέδιο της Γερμανίας
Σχολιάζοντας το σχέδιο της Γερμανίας για τις επενδύσεις σε άμυνα και υποδομές, σχολίασε ότι το ΔΣ της ΕΚΤ συμφώνησε πως θα είναι υποστηρικτικό για την ευρωπαϊκή ανάπτυξη συνολικά και θα αποτελούσε ώθηση για την ευρωπαϊκή οικονομία».
«Πρόκειται για work in progress. Και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, να επαγρυπνούμε. Πρέπει να καταλάβουμε πώς θα λειτουργήσει αυτό. Ποιο θα είναι το χρονοδιάγραμμα, ποια θα είναι η χρηματοδότηση, ώστε να μπορέσουμε στη συνέχεια να βγάλουμε τα συμπεράσματα και να εκτιμήσουμε πόσο θα συμβάλει στην ανάπτυξη και τι αντίκτυπο θα έχει τελικά στον πληθωρισμό», τόνισε η επικεφαλής της ΕΚΤ.
«Η ενίσχυση των δαπανών για την άμυνα και τις υποδομές θα μπορούσε επίσης να αυξήσει τον πληθωρισμό μέσω της επίδρασής της στη συνολική ζήτηση», είπε, ενώ πρόσθεσε και τον κίνδυνο μεγαλύτερης της επιθυμητής πτώσης του πληθωρισμού εάν η νομισματική πολιτκή πλήξει υπερβολικά τη ζήτηση.
«Η αβεβαιότητα έχει αυξηθεί και είναι πιθανό να επιβαρύνει τις επενδύσεις και τις εξαγωγές περισσότερο από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως. Ωστόσο, η ανάπτυξη θα πρέπει να υποστηριχθεί από τα υψηλότερα εισοδήματα και το χαμηλότερο κόστος δανεισμού. Σύμφωνα με τις προβολές των εμπειρογνωμόνων, οι εξαγωγές θα πρέπει επίσης να υποστηριχθούν από την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση, εφόσον οι εμπορικές εντάσεις δεν κλιμακωθούν περαιτέρω», τόνισε η επικεφαλής της ΕΚΤ.