Η Christine Lagarde διέψευσε όσους προβλέπουν μειώσεις επιτοκίων στην Ευρωζώνη σύντομα, ενώ επανέλαβε ότι το κόστος δανεισμού θα παραμείνει στα τρέχοντα υψηλά επίπεδα ρεκόρ παρά τις χαμηλότερες προσδοκίες για τον πληθωρισμό. Είμαστε αποφασισμένοι να επανέλθει ο πληθωρισμός στο 2% μεσοπρόθεσμα, επανέλαβε η επικεφαλής της ΕΚΤ, κάτι που -όπως είπε- αναμένεται το 2025.
Η ΕΚΤ άφησε τα επιτόκια αμετάβλητα και στην ανακοίνωσή της δεν έκανε καν νύξη για πιθανή μείωση, τονίζοντας αντίθετα ότι ο πληθωρισμός θα ανακάμψει σύντομα και ότι οι πιέσεις στις τιμές παραμένουν ισχυρές, κυρίως λόγω του μοναδιαίου κόστους εργασίας.
Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και οι δηλώσεις της επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Ευρωζώνης, η οποία σημειωτέον αποκάλυψε ότι ανακάμπτει από Covid κάτι που ήταν εμφανές και από τον χαμηλό τόνο της φωνής της και τον βήχα που είχε. «Μήπως θα πρέπει να γίνουμε λιγότερο επιφυλακτικοί; Το αναρωτηθήκαμε αυτό. Όχι – δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να χαμηλώσουμε τον βαθμό επιφυλακής», δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου μετά την απόφαση.
«Δεν συζητήσαμε καθόλου τη μείωση των επιτοκίων. Καμία συζήτηση, καμία συζήτηση», δήλωσε κατηγορηματικά. Αν και αναγνώρισε ότι οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές χαλαρώνουν, η Λαγκάρντ δήλωσε ότι ο εγχώριος πληθωρισμός, ο οποίος οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο μισθολογικό κόστος στις 20 χώρες που χρησιμοποιούν το ευρώ, «δεν κουνιέται». «Πρέπει να κατανοήσουμε καλύτερα τι συμβαίνει εκεί», δήλωσε η Λαγκάρντ για τη δυναμική αυτών των μισθών και σε ποιο βαθμό οι όποιες περαιτέρω μισθολογικές αυξήσεις θα απορροφηθούν από τις επιχειρήσεις. Εξάλλου, ανέφερε ότι παρά την επιβράδυνση του πληθωρισμού, αυτός αναμένεται να επιταχυνθεί τον Δεκέμβριο.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στους γεωπολιτικούς κινδύνους με αιχμή την Ουκρανία και τη Γάζα, αλλά και τον κίνδυνο που υπάρχει για τόνωση της ζήτησης εάν η νομισματική πολιτική εγκαταλείψει τη γραμμή της σύσφιγξης. Κάλεσε δε εκ νέου τις κυβερνήσεις να άρουν τα μέτρα στήριξης προκειμένου και η δημοσιονομική πολιτική να κινείται σε περιοριστικά πλαίσια.
Ερωτηθείσα σχετικά με το σήμα που έδωσε η Fed για μειώσεις επιτοκίων το 2024, αρκέστηκε να απαντήσει ότι οι αποφάσεις της ΕΚΤ εξαρτώνται από τα δεδομένα και όχι από χρονικά πλαίσια και ως εκ τούτου αρνήθηκε να δώσει ημερομηνίες σχετικά με την πορεία των επιτοκίων.
Επαναλαμβάνοντας τις προβλέψεις των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ, ανέφερε ότι ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,4% το 2023, 2,7% το 2024, 2,1% το 2025 και 1,9% το 2026. Σε σύγκριση με τις προβολές εμπειρογνωμόνων του Σεπτεμβρίου, αυτό αντιστοιχεί σε προς τα κάτω αναθεώρηση για το 2023 και ιδίως για το 2024.
Εξάλλου, δήλωσε ότι η ΕΚΤ δεν προβλέπει ύφεση στην Ευρωζώνη, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένες χώρες. Συγκεκριμένα, στις νέες της προβλέψεις η ΕΚΤ προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα ανακάμψει με ρυθμό από 0,6% κατά μέσο όρο για το 2023 σε 0,8% το 2024 και 1,5% για το 2025 και το 2026.
Τέλος, δήλωσε ότι τα επιτόκια δεν σχετίζονται με το πρόγραμμα PEPP και τα σχέδια για μείωση των επανεπενδύσεων κατά 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ τον μήνα κατά μέσο όρο κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2024, προτού τις διακόψει εντελώς -όπως έχει προγραμματιστεί- στο τέλος του έτους.
«Πιστεύουμε ότι εξυπηρέτησε τον σκοπό του», δήλωσε η Lagarde. Προοριζόταν για την πανδημία. Ήταν ένα πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης.