Θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς «μια προαναγγελθείσα κρίση». Καθώς οι οικονομίες βρίσκονται στην πράσινη μετάβαση εν μέσω ενεργειακής κρίσης και η μια μετά την άλλη χώρες ανακοινώνουν σφιχτά χρονοδιαγράμματα για την κατάργηση των οχημάτων με ρυπογόνους κινητήρες εσωτερικής καύσης, η μαζική παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων αντιμετωπίζει ένα τεράστιο πρόβλημα στο φόντο και γεωπολιτικών αντιπαλοτήτων: την έλλειψη επακρών ποσοστήτων πρώτων υλών για την κατασκευή μπαταριών ηλεκτροκίνησης, με σημαντικότερο όλων το λίθιο.
Για την ΕΕ -η οποία έχει θέσει στόχο την απαγόρευση των πωλήσεων οχημάτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης από το 2035, το πρόβλημα είναι πολλαπλό.
Μόλις πέντε χώρες ελέγχουν σήμερα σχεδόν το σύνολο της παγκόσμιας παραγωγής λιθίου και καμία από αυτές δεν συγκαταλέγεται στους «27».
Η Αργεντινή, η Χιλή και η Βολιβία έχουν στα εδάφη τους περίπου το 60% των παγκόσμιων αποθεμάτων του επονομαζόμενου και «λευκού χρυσού». Η Αυστραλία έχει το 20%. Η Κίνα, αν και έχει μόλις το 7% των παγκόσμιων αποθεμάτων, ισοδυναμεί στο 17% της παραγωγής.
Παράλληλα, ως κορυφαίος επενδυτής στην διύλιση λιθίου, ελέγχει το 60% της παγκόσμιας επεξεργασίας του μετάλλου, ενώ παράγει τα τρία τέταρτα των επαναφορτιζόμενων μπαταριών.
«Οιονεί μονοπωλιακή» χαρακτηρίζει ως έχει την κατάσταση ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA), που προβλέπει ότι οι όγκοι παραγωγής λιθίου μπορεί λόγω αυξημένης ζήτησης να επταπλασιαστούν μέχρι το 2030, από 100.000 τόνοι ετησίως που έφτασαν το 2021.
Στο μεσοδιάστημα, μεταξύ 2020 και 2030 εκτιμά ότι η αξία των παγκόσμιων πωλήσεων λιθίου θα αυξηθεί κατά 20 φορές.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μελέτη του ερευνητικού Καθολικού Πανεπιστημίου Leuven, στη Φλάνδρα του Βελγίου, δείχνει ότι μέχρι το 2050 θα χρειαστούν περίπου 35 φορές μεγαλύτερες ποσότητες λιθιού, συγκριτικά με αυτές που χρησιμοποιούνται σήμερα.
Πρακτικά και στην παρούσα φάση, και οι δύο μελέτες «δείχνουν» προς το άνοιγμα νέων ορυχείων. Υπάρχουν, δε, εκτιμήσεις για τεράστιες ανεκμετάλλευτες ποσότητες «λευκού χρυσού» στα υπεδάφη της ανατολικής εμπόλεμης Ουκρανίας και του πολύπαθου Αφγανιστάν.
Βρόμικη εξόρυξη για… βιώσιμη ανάπτυξη
Αναγνωρίζοντας ότι οι δυσκολίες εφοδιασμού θα αποτελέσουν ουσιαστικό ζήτημα στρατηγικής αυτονομίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμπεριέλαβε το λίθιο στον κατάλογο των κρίσιμων πρώτων υλών με κίνδυνο έλλειψης εδώ και μια διετία.
«Θα είναι σύντομα, μαζί με τις σπάνιες γαίες, ακόμη πιο σημαντικά από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο», τόνισε μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην ομιλία της για την κατάσταση της Ένωσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, κράτη μέλη της ΕΕ επιχειρούν -με τις «ευλογίες» των Βρυξελλών- να μπουν στο κυνήγι του «λευκού χρυσού» στα υπεδάφη τους, παρά το ότι τα αποθέματα είναι μικρά και οι εξορύξεις δεν εντάσσονται στο πανευρωπαϊκό σύστημα ταξινόμησης για τον προσδιορισμό των περιβαλλοντικά βιώσιμων οικονομικών δραστηριοτήτων.
Πρόκειται λίγο-πολύ για έναν φαύλο κύκλο. Αναλόγως της μεθόδου παραγωγής, η εξόρυξη και επεξεργασία του λιθίου περιλαμβάνει τη χρήση χημικών και παράγει σημαντικούς όγκους απορριμμάτων που πρέπει να αποθηκευτούν, με ορατό τον κίνδυνο μόλυνσης του υδροφόρου ορίζοντα και του αέρα.
Μπορεί επίσης να απαιτήσει τεράστιες ποσότητες νερού και να έχει μεγάλο αποτύπωμα άνθρακα. Σε μια οξύμωρη «εξίσωση» ωστόσο, το παραγόμενο προϊόν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια με βιώσιμο τρόπο.
Η προοπτική αυτή ουδόλως βέβαια «χρυσώνει το χάπι» στις κοινότητες των περιοχών όπου γίνονται έρευνες ή προγραμματίζονται εξορύξεις και οι αντιδράσεις εντείνονται.
Στα απομονωμένα βουνά της περιοχής Μπαρόζο στη βόρεια Πορτογαλία, τοπικές αρχές και κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής προσπαθούν με κάθε τρόπο να σταματήσουν τις έρευνες που έχουν ήδη αδειοδοτηθεί στο χωριό Κόβας ντο Μπαρόζο. Διαφορετικά, αναμένεται να γίνει από το 2026 σημείο αναφοράς του μεγαλύτερου ορυχείου λιθίου σε όλη τη δυτική Ευρώπη.
Στην περιοχή Γιάνταρ στην δυτική Σερβία αντίστοιχα σχέδια ήδη ακυρώθηκαν, έπειτα από μαζικές διαδηλώσεις. Στις στις αρχές του έτους, η κυβέρνηση του Βελιγραδίου ανακοίνωσε την ακύρωση έναρξη λειτουργίας του ορυχείου Jedar από την αυστραλιανή εταιρεία Rio Tinto.
Η Ευρώπη «πατά γκάζι»
Διάφορες έρευνες και έργα βρίσκονται εν τω μεταξύ σε εξέλιξη σε άλλα σημεία της Ευρωπης.
Στη Φινλανδία λέγεται ότι θα μπορούσε να αρχίσει η παραγωγή λιθίου ακόμη και το 2024 με την εκμετάλλευση μιας μικρής περιοχής εξόρυξης βόρεια του Ελσίνκι. Στην Τσεχία, η αυστραλιανή εταιρεία European Metals θέλει να εκμεταλλευτεί παλιά ορυχεία κασσίτερου βόρεια της Πράγας.
Στην Αυστρία, η επίσης αυστραλιανή European Lithium σχεδιάζει να αρχίσει από το 2025, νότια της Βιέννης, την παραγωγή αρκετών ποσοτήτων λιθίου για 200.000 ηλεκτρικά οχήματα ετησίως.
Στη Γερμανία, η αυστραλο-γερμανική Vulcan Energy Resources εκτιμά ότι στην κοιλάδα του Άνω Ρήνου, κοντά στον Μέλανα Δρυμό, υπάρχουν επαρκείς ποσότητες λιθίου για να καλυφθούν τουλάχιστον 1 εκατομμύρια ηλεκτρικά αυτοκίνητα τον χρόνο.
Προσώρας βρίσκεται σε στάδιο ανάπτυξης σχέδιο για την φθηνότερη και λιγότερο ρυπογόνο εκμετάλλευση γεωθερμικής άλμης λιθίου, με στόχο την παραγωγή από το 2025-26. Η Vulcan έχει ήδη πάντως κλείσει συμβόλαια με ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες.
Μέχρι το 2027 αναμένεται να ανοίξει εν τω μεταξύ ένα από μεγαλύτερα ευρωπαϊκά ορυχεία λιθίου στη νοτιοκεντρική Γαλλία, στο Μασίφ Σεντράλ.
Πρόκειται για το έργο «Emili» που ανακοίνωσε στις αρχές της εβδομάδας ο γαλλικός όμιλος βιομηχανικών ορυκτών Imerys, προχωρώντας σε μια επένδυση ύψους 1 δισεκατομμυρίου ευρώ.
Δεκαοκτώ μήνες ερευνών κατέδειξαν, αναφέρει, ότι είναι δυνατή η παραγωγή 34.000 τόνων υδροξειδίου του λιθίου από το 2028 και για τουλάχιστον 25 χρόνια, προμηθεύοντας περίπου 700.000 ηλεκτρικά οχήματα ετησίως.
Με στόχο να γίνει ο κορυφαίος προμηθευτής λιθίου στην Ευρώπη, η Imerys ανακοίνωσε ότι το ορυχείο θα υιοθετήσει ένα διεθνές πρότυπο, το IRMA, για μείωση των τοξικών απορρίψεων και ελαχιστοποίηση της κατανάλωσης νερού.
Η εξόρυξη θα γίνεται υπόγεια για ελαχιστοποίηση της σκόνης και η μεταφορά των πετρωμάτων θα γίνεται με αγωγούς, χωρίς τη χρήση φορτηγών. Υπολογίζει έτσι ότι οι εκπομπές CO2 θα είναι 8 κιλά ανά τόνο λιθίου, έναντι 16 έως 20 κιλών που είναι σήμερα στην Αυστραλία και στην Κίνα.
Το «πράσινο λίθιο»
Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, ο γαλλικός αντίπαλος της Imery, η εταιρεία Eramet συντονίζει στην Αλσατία το ευρωπαϊκό έργο EuGeLi (Ευρωπαϊκό Γεωθερμικό Λίθιο), με στόχο να θέσει τα θεμέλια για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αλυσίδας παραγωγής λιθίου χωρίς εκπομπές CO2.
Τον Δεκέμβριο του 2021 πέτυχε την παραγωγή των πρώτων κιλών ανθρακικού λιθίου ποιότητας μπαταρίας από ευρωπαϊκό γεωθερμικά ύδατα.
Το επόμενο βήμα θα είναι η βελτιστοποίηση του οικονομικού μοντέλου για να αξιολογηθεί εάν είναι δυνατόν να δημιουργηθεί ένα ανταγωνιστικό σύστημα παραγωγής λιθίου για μπαταρίες ,σε βιομηχανική κλίμακα. Προς το παρόν, η τεχνική παραμένει πολύ ακριβή.
Σε κάθε περίπτωση θεωρείται σημαντική από περιβαλλοντικής άποψης, καθώς το αποτύπωμα άνθρακα αυτής της μεθόδου είναι χαμηλότερο από αυτές που χρησιμοποιούνται συνήθως τώρα, με εξορύξεις από πετρώματα ή αλυκές της Νότιας Αμερικής.
Στη νέα τεχνική άλλωστε χρησιμοποιείται έως και 150 φορές λιγότερο νερό, χωρίς ανάγκη αποψίλωσης δασών και κατασκευής δρόμων, γεφυρών, υποδομών φόρτωσης και εκφόρτωσης της παραγωγής.
Ανακυκλώστε γιατί… χανόμαστε
Στην Ευρώπη -όπου παράγεται το ένα τέταρτο των ηλεκτρικών αυτοκινήτων- σχεδιάζεται παράλληλα η δημιουργία τριών γιγα-εργοστασίων για την παραγωγή μπαταριών ηλεκτροκίνησης.
Δεδομένης πάντως της κινεζικής κυριαρχίας στην αλυσίδα εφοδιασμού μέχρι το 2030 και του γεγονότος ότι τα ευρωπαϊκά αποθέματα λιθίου δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τη νοτιοαμερικανική ή την αυστραλιανή παραγωγή, μεγάλη έμφαση δίνεται στην ανακύκλωση μπαταριών λιθίου.
Αν και οι ποσότητες μετάλλων προς ανακύκλωση είναι ακόμη περιορισμένες, καθώς οι εν λόγω μπαταρίες άρχισαν να χρησιμοποιούνται μαζικότερα τα τελευταία χρόνια- εκτιμάται ότι μέχρι το 2035 θα έχει δημιουργηθεί σχετικό απόθεμα.
Σύμφωνα μάλιστα με το Πανεπιστήμιο του Leuven, το 40-75% των αναγκών της ΕΕ σε σχετικά μέταλλα θα μπορούσαν να καλυφθούν με αυτόν τον τρόπο έως το 2050, μειώνοντας και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την παραγωγή λιθίου.
Ακόμη κι έτσι πάντως τα προβλήματα δεν τελειώνουν. Εκφράζονται φόβοι ότι τα αποθέματα του «λευκού χρυσού» -που χρησιμοποιείται επίσης σε κινητά τηλέφωνα, υπολογιστές, tablet και μια σειρά από άλλα gadgets- αλλά και του κοβαλτίου δεν θα επαρκούν στο μέλλον για να καλύψουν την τεράστια ζήτηση.
Μέχρι τότε ωστόσο υπάρχουν άλλοι «γρίφοι» να λυθούν. Από το κόστος αγοράς των ηλεκτρικών αυτοκινήτων και της αντικατάστασης των μπαταριών τους, έως τα δίκτυα φόρτισης και, φυσικά, το κόστος και το αποτύπωμα άνθρακα που συνοδεύει τη σύνδεση στην πρίζα.