Χρονιά μαζικής εκποίησης κόκκινων δανείων θα είναι το 2019. Οι τράπεζες σχεδιάζουν τον νέο χρόνο να μειώσουν κατά 16,6 δισ. ευρώ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που είναι και ο πλέον φιλόδοξος στόχος που έχει τεθεί μέχρι σήμερα στη μάχη με τα κόκκινα δάνεια. Με το μακροοικονομικό περιβάλλον να παραμένει επισφαλές και την αγορά ακινήτων να προσπαθεί να επιδείξει στοιχεία σταθεροποίησης, ο στόχος των τραπεζών δείχνει αρκετά δύσκολος. Μοναδικός σύμμαχος των τραπεζών σε αυτή τη δύσκολη αποστολή είναι η αυξημένη δραστηριοποίηση επενδυτών στη δευτερογενή αγορά κόκκινων δανείων.
Η συγχώνευση Εurobank-Grivalia, η οποία επιτρέπει να μειωθεί κατά 7 δισ. το απόθεμα NPLs της Εurobank, αναπτέρωσε τις ελπίδες για γρήγορες ενέργειες απαλλαγής των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια. Στην αγορά θεωρείται δεδομένο ότι θα υπάρξει κάποια θεσμικού χαρακτήρα λύση για την ταχεία μείωση των NPLs. Σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση έχει προκρίνει το σχέδιο δημιουργίας Αsset Protection Scheme (APS) σε κάθε τράπεζα και προς αυτήν την κατεύθυνση έχει δοθεί και η καταρχήν έγκριση από τον SSM, αναφέρει το protothema.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι θεσμοί πιέζουν για τη συγκρότηση ενιαίας πρότασης και το πρόκριμα έχει δοθεί από την κυβέρνηση στην πρόταση του ΤΧΣ, την οποία επεξεργάζεται, βελτιώνει και προσαρμόζει η JP Morgan. Δεδομένου ότι το συγκεκριμένο μοντέλο έχει εφαρμοστεί στην Ιταλία, θεωρείται ότι θα πάρει ευκολότερα την έγκριση των Αρχών. Ο στόχος πάνω στον οποίο εργάζονται κυβέρνηση, σύμβουλοι και ΤΧΣ είναι τον Φεβρουάριο να εγκριθεί η λύση των APS, ώστε να νομοθετηθεί στη συνέχεια. Οπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, η χρήση ή μη των APS θα είναι στην κρίση των διοικήσεων, ανάλογα με τον σχεδιασμό της κάθε τράπεζας.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμη κι αν σημειωθούν χρονικές καθυστερήσεις, είναι βέβαιο ότι μέσα στο 2019 θα καταρτιστεί και θα ενσωματωθεί στο θεσμικό πλαίσιο η λύση μαζικής ελάφρυνσης των χαρτοφυλακίων από τα προβληματικά δάνεια. Θεωρείται εξίσου βέβαιο ότι οι τράπεζες θα αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που θα δίνει το νέο πλαίσιο. Ωστόσο, η μεταβίβαση σε ειδικά σχήματα όπου θα συμμετάσχουν και ιδιώτες (είτε αγοράζοντας ομόλογα, είτε και μετοχικά) αναμένεται να μεταβάλει και τις συναλλακτικές συνήθειες για τα κόκκινα δάνεια, εισάγοντας ταχύτατες διαδικασίες πώλησης.
Συγκεκριμένα, θετικοί για την υιοθέτηση του ιταλικού μοντέλου διαχείρισης κόκκινων δανείων είναι και οι ξένοι επενδυτές και κυρίως για έναν λόγο: μέχρι τώρα απευθύνονται στις τράπεζες προκειμένου να αποκτήσουν μια επιχείρηση, ένα ακίνητο, ένα οικόπεδο ή όποιο άλλο περιουσιακό στοιχείο. Οι διαδικασίες, όμως, είναι χρονοβόρες και οι τραπεζίτες δεν παίρνουν εύκολα τις αποφάσεις, ούτε υπογράφουν αβασάνιστα, καθώς οι πωλήσεις των δανείων επηρεάζουν άμεσα τα κεφάλαια. Είναι χαρακτηριστικό ότι για να πουληθούν οι ιχθυοτροφικές μονάδες Νηρέας και Σελόντα χρειάστηκε να περάσουν πέντε χρόνια διεργασιών και νομικών συγκρούσεων ύστερα από συνεχείς διαπραγματεύσεις των βασικών μετόχων με τις τράπεζες. Οταν, όμως, τα εξειδικευμένα funds αναλάβουν τη διαχείριση για καθεμία τράπεζα χωριστά, τότε οι διαδικασίες θα γίνουν πιο εύκολες και σύντομες.
Τα APS δεν θα ενεργούν με το βλέμμα στις κεφαλαιακές επιπτώσεις όπως οι τράπεζες, αλλά θα επιδιώκουν την όσο το δυνατόν ταχύτερη ανάκτηση κεφαλαίων με τη ρευστοποίηση των ενεχύρων ή την πώληση δανείων ώστε να ανταποκριθούν στον βασικό τους ρόλο, να πληρώσουν τα ομόλογα κ.λπ. Οι επενδυτές θα απευθύνονται στα ίδια τα funds και σε άλλες εξειδικευμένες εταιρείες που θα συμμετάσχουν στα εταιρικά σχήματα για να πληροφορούνται ποιες επιχειρήσεις ή ποια ακίνητα έχουν προς αξιοποίηση. Οι διαδικασίες μεταξύ τους θα γίνονται ταχύτατα, αν θεωρούν ότι μια συμφωνία ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις τους. Γι' αυτό στην κυβέρνηση, όπως άλλωστε στις τράπεζες και τη Φρανκφούρτη, δίνουν μεγάλη σημασία στο ποιος θα διοικεί τις εταιρείες ειδικού σκοπού που θα αποτελέσουν τα APS. Ωστόσο, από τη στιγμή που αναπόφευκτα εμπλέκονται ιδιωτικά κεφάλαια για τη χρηματοδότηση των APS, λίγο πολύ έχει δρομολογηθεί και το διοικητικό τους μοντέλο. Γι’ αυτό και δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι το 2019 θα χαρακτηριστεί χρονιά εκποίησης των ενεχύρων και άλλων περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνουν τα προβληματικά δάνεια.
Αλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι η Ελλάδα συγκεντρώνει τους μεγάλους παίκτες της διαχείρισης των κόκκινων δανείων καθώς τα έσοδα είναι σημαντικά. Η Αθήνα έχει συγκεντρώσει το ενδιαφέρον μεγάλων επενδυτικών ονομάτων, όπως Cerberus, Pimco, Fortress, BlackRock, Ιntrium, Carval κ.ά. Από την πώληση δανείων με εξασφαλίσεις ύψους 12-15 δισ. τα ετήσια έσοδα μπορεί να φτάσουν 1,2-1,6 δισ. για διάστημα πέντε ετών, καθώς τα έσοδα συνήθως κυμαίνονται μεταξύ 10%-15%. Οσον αφορά στη διαχείριση των δανείων, τα περιθώρια κέρδους κυμαίνονται 2%-2,5%. Δηλαδή για δάνεια 10 δισ. ευρώ, τα ετήσια έσοδα υπολογίζονται σε 200 εκατ. ευρώ για διάστημα πέντε ετών.