Χωρίς μεγάλες μεταβολές αναμένεται να κινηθούν τα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας για τον Μάρτιο που θα ανακοινώσουν την προσεχή Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας.
Οι πρώτες εκτιμήσεις μιλούν για κόστος στα επίπεδα του προηγούμενου μήνα, διαμορφώνοντας την τιμή της κιλοβατώρας στην περιοχή των 0,20 λεπτών που ενσωματώνει και την πορεία αποκλιμάκωσης των τελευταίων μηνών. Ανάλογη θα είναι και η εξέλιξη των επιδοτήσεων που για το Φεβρουάριο κινήθηκαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, μόλις στα 0,04 λεπτά ανά κιλοβατώρα, εξοικονομώντας σημαντικούς πόρους για τους επόμενους μήνες.
Όπως αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη, η σταθεροποίηση των τιμών του φυσικού αερίου στα επίπεδα των 50 έως 60 ευρώ ανά μεγαβατώρα από τις αρχές του έτους και οι χαμηλές τιμές στα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης έως το καλοκαίρι, δίνουν μια βαθιά ανάσα και στο ταμείο ενεργειακής μετάβασης. Ήδη από τις αρχές του έτους παρατηρείται μια πτώση των προθεσμιακών συμβολαίων κατά 35%.
Στην αποκλιμάκωση των τιμών συνηγορούν το κλίμα ενεργειακής ασφάλειας στην ΕΕ και τα υψηλά για την εποχή επίπεδα στις αποθήκες φυσικού αερίου, οι αθρόες εισαγωγές LNG και η αύξηση της παραγωγής ηλεκτρισμού από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, κάτι που αποτυπώνεται και στις τιμές φυσικού αερίου στον Ολλανδικό κόμβο συναλλαγών που χθες υποχώρησαν στα 49,5 ευρώ η μεγαβατώρα και πλησιάζουν τα επίπεδα στα οποία βρίσκονταν τον Σεπτέμβριο του 2021.
Πρόκειται για πτώση 80% σε σχέση με την κορύφωση της κρίσης στα τέλη Αυγούστου, όταν οι τιμές στην αγορά του Άμστερνταμ ξεπέρασαν τα 300 ευρώ η μεγαβατώρα. Σήμερα, τα προθεσμιακά συμβόλαια στην ολλανδική αγορά, που είναι και το επίπεδο αναφοράς για την Ευρώπη, μόλις που περνούν τα 50 ευρώ η μεγαβατώρα. Προ ημερών μάλιστα η Morgan Stanley προέβλεψε πως οι τιμές θα υποχωρήσουν περαιτέρω και ότι οι αποθήκες της ΕΕ θα κλείσουν τη χειμερινή σεζόν με πληρότητα 59%.
Σήμερα τα αποθέματα φυσικού αερίου είναι κοντά στο 65%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Gas Infrastructure Europe και θεωρείται εφικτό να βρεθούν πάνω από το 50% όταν θα τελειώνει ο χειμώνας, δηλαδή σε διπλάσιο επίπεδο από εκείνο την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους.
Διεθνείς αναλυτές επισημαίνουν ότι τα δεδομένα αυτά είναι θετικά για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, αλλά δημιουργούν μια ανησυχία για όσες εταιρείες ή φορείς αγόρασαν το καύσιμο όταν οι τιμές του είχαν εκτοξευθεί στα ύψη. Μια λύση όπως αναφέρουν, για να προστατευτούν από τις μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών, θα ήταν οι εταιρείες να κλείνουν συμβόλαια αγοραπωλησίας του αερίου σε προκαθορισμένες τιμές.
Οι Ευρωπαίοι έχουν επιβαρυνθεί από το υπερβολικό κόστος του αερίου, καθώς οι εισαγωγές έφτασαν στο ρεκόρ των 101 δισ. ευρώ το γ’ τρίμηνο του περασμένου έτους, δηλαδή σε επίπεδο υπερτριπλάσιο σε σύγκριση με τα επίπεδα την αντίστοιχη περίοδο του 2021. Μεγάλο μέρος αυτών των εισαγωγών του καυσίμου αποθηκεύτηκε για λόγους ενεργειακής ασφάλειας.
Μέχρι σήμερα η ΕΕ έχει διαθέσει 800 δισ. κατά την περίοδο της ενεργειακής κρίσης, από τα οποία πάνω από 9,6 δισ. αφορούσαν τις ενισχύσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που διατέθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση. Από αυτά τα 310,8 εκατ. αφορούσαν τις επιδοτήσεις της ΔΕΠΑ Εμπορίας στο φυσικό αέριο και τα υπόλοιπα το ρεύμα. Μπορεί τα νούμερα αυτά να αντιστοιχούν μόλις στο 1% των επιδοτήσεων που μοίρασαν τα κράτη μέλη, το τελευταίο 16μηνο αλλά ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι πάνω από το 5%. Ενδιαφέρον έχει η κατανομή των πόρων αφού πάνω από 1,7 δισ. ήταν ο κρατικός προϋπολογισμός, περίπου 2,9 δισ. από τα υπερκέρδη των ηλεκτροπαραγωγών, 1,4 δισ. έσοδα από ΑΠΕ, 1,7 δισ. έσοδα από ρύπους και 539 εκ. από τις ΥΚΩ.