Νέα σημαντική επιδείνωση εμφανίζουν οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων στην Ευρωζώνη, καθώς οι φόβοι για επερχόμενη ύφεση, σε συνδυασμό με τη σφιχτή νομισματική πολιτική, ασκούν σημαντικές πιέσεις, οδηγώντας τους επενδυτές στην πόρτα της εξόδου.
Δεν είναι τυχαίο ότι το κόστος δανεισμού της Γερμανίας (10ετές ομόλογο), δηλαδή του ασφαλέστερου χρέους της Γηραιάς Ηπείρου, εκτοξεύεται στο όριο του 2,5% (+10 μονάδες βάσης σε σχέση με την Παρασκευή) και ανέρχεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 11 ετών (από το 2011).
Εξίσου μεγάλη άνοδο παρατηρείται στις αποδόσεις και των υπόλοιπων κρατικών τίτλων, με το -πάντα ευαίσθητο- 10ετές ομόλογο της Ελλάδας να αυξάνεται κατά δύο μονάδες βάσης και να κυμαίνεται στο 4,55% -το υψηλότερο σημείο από τις 10 Νοεμβρίου του 2022.
Στη Γαλλία, η απόδοση του 10ετούς τίτλου ξεπερνάει το ψυχολογικό όριο του 3% (για πρώτη φορά από το 2012), ενώ στη γειτονική Ιταλία το κόστος δανεισμού φθάνει στο 4,57% (+7 μονάδες βάσης), δηλαδή πολύ κοντά στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας 10ετίας.
Η επιδείνωση στην αγορά των κρατικών ομολόγων, αποδίδεται κατά κύριο λόγο στις ανησυχίες για διατήρηση της σφιχτής νομισματικής πολιτικής καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023.
Η ΕΚΤ, στις 15 Δεκεμβρίου, αναθεώρησε στο 2,5% το βασικό επιτόκιο, ενώ προανήγγειλε και νέες παρεμβάσεις εντός του επόμενους έτους. Οι αναλυτές, μάλιστα, «βλέπουν» τουλάχιστον δύο νέες αυξήσεις των 50 μονάδων στο α’ τρίμηνο.
Παρότι τα ανεβασμένα επιτόκια συνδράμουν στην αναχαίτιση του ιστορικού πληθωρισμού, εντούτοις επιδρούν αρνητικά στον ρυθμό ανάπτυξης, με αποτέλεσμα να υπάρχουν φόβοι για αισθητή επιβράδυνση της οικονομίας. Χωρίς να αποκλείεται και το σενάριο της ύφεσης.
Στην Ελλάδα, η Τράπεζα της Ελλάδας περιμένει «φρένο» του ΑΕΠ στο +1,5% από +6,2% το 2022. Στην Ευρωζώνη δε, η επιβράδυνση θα είναι ισχυρότερη, ενώ στη Γερμανία η ύφεση πολύ δύσκολα θα αποφευχθεί.
Ας σημειωθεί ότι από τις αρχές του έτους, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου έχει καταγράψει άλμα της τάξης του 230%, δεδομένου ότι τον περασμένο Ιανουάριο η απόδοση δεν ξεπερνούσε το 1,3%.
Όλα, όμως, άλλαξαν μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και το κύμα ανατιμήσεων, το οποίο ανάγκασε την κεντρική τράπεζα να προχωρήσει σε σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής και διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων.