Σε όλη του τη ζωή ο Tommaso Gambino που πουλάει παραδοσιακά εδέσματα της Σικελίας στην παραλία Mondello, στα περίχωρα του Παλέρμο, από τη δεκαετία του 1960 ακούει εξαγγελίες για κατασκευή μιας γραμμής τραμ που θα ανακουφίσει το κέντρο της πόλης από τα αυτοκίνητα των τουριστών που μετακινούνται από την παραλία.
Και, πάνω που πίστεψε ότι θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα, αφού το έργο εντάχθηκε στο ιταλικό Σχέδιο Ανάκαμψης των 191,5 δισ. ευρώ, δοκίμασε την πικρή απογοήτευση: «Δεν προλαβαίνουμε να ολοκληρώσουμε το έργο εντός της προθεσμίας, άρα πρέπει να εγκαταλειφθεί», ενημέρωσε πρόσφατα ο δήμαρχος του Παλέρμο τη Ρώμη, με τον 67χρονο επιχειρηματία να επαναλαμβάνει το πολύ… ελληνικό σε άπταιστα ιταλικά, «χορτάσαμε από λόγια».
Αυτό που συμβαίνει με το –σχεδιαζόμενο δεκαετίες τώρα- τραμ του Mondello είναι χαρακτηριστικό των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση Μελόνι, στην προσπάθεια εκτέλεσης του μεταρρυθμιστικού και επενδυτικού προγράμματος που έχει υποβληθεί στην Κομισιόν για την επανεκκίνηση της ιταλικής οικονομίας, επισημαίνουν σε ανάλυσή τους οι FT.
Το σχέδιο, που παρουσιάστηκε με τυμπανοκρουσίες πριν από 2 χρόνια, είναι κρίσιμο για να καταστεί βιώσιμο το χρέος της χώρας που ανέρχεται σε 144,4% του ΑΕΠ.
Και, ενώ ο ιταλικός κρατικός κορβανάς έλαβε το μεγαλύτερο ποσό από τα 800 δισ. ευρώ του ευρωπαϊκού πακέτου, η κυβέρνηση φαίνεται να αντιμετωπίζει δυσκολίες τόσο στην εμπρόθεσμη όσο και στην αποτελεσματική αξιοποίησή του, κυρίως μετά την ανάδειξη του ακροδεξιού συνασπισμού της Μελόνι στην εξουσία.
Ενδεικτικό της ευρύτερης αμφισβήτησης της οποίας τυγχάνει η πολιτική ηγεσία της χώρας είναι το σχόλιο της ανώτερης αντιπροέδρου της Moody’s, Sarah Carlson, η οποία, μιλώντας στους FT, τόνισε: «Είναι μια ευκαιρία που δίνεται μια φορά σε κάθε γενιά», και διερωτήθηκε με φανερή αμφισβήτηση: «Το ερώτημα που είχαμε πάντα είναι, θα αξιοποιήσει η Ιταλία στο έπακρο αυτή την ευκαιρία;»
Και από την έκβαση δεν εξαρτάται μόνο η οικονομία της Ιταλίας, αλλά η χρηματοοικονομική σταθερότητα ολόκληρης της ευρωζώνης, δεδομένου ότι οι εθνικές οικονομίες είναι ως έναν βαθμό συγκοινωνούντα δοχεία.
«Χωρίς διαρθρωτικά ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη, είναι πολύ δύσκολο για μια χώρα να μειώσει το βάρος ενός χρέους αυτού του μεγέθους [που αντιμετωπίζει η Ιταλία]», ξεκαθαρίζει η Carlson.
Φτωχές επιδόσεις
Μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου, η Ιταλία είχε αξιοποιήσει μόλις 25,7 δισ. ευρώ από τα 66,9 δισ. ευρώ που είχε λάβει από το NextGenEU μέχρι τότε.
Οι εκταμιεύσεις από τις Βρυξέλλες προς τη Ρώμη έχουν σταματήσει, με την τρίτη δόση των 19 δισεκατομμυρίων ευρώ να καθυστερεί για μήνες, λόγω της διαμάχης για το εάν η Ιταλία είχε εκπληρώσει μία από τις υποχρεώσεις της, τη δημιουργία νέων καταλυμάτων για 7.500 φοιτητές.
Αν και αναμένεται πληρωμή 18,5 δισ. ευρώ στις αρχές του φθινοπώρου -με 500 εκατ. ευρώ να αφαιρούνται για τους ανεκπλήρωτους στόχους- οι ηγέτες της ιταλικής αντιπολίτευσης προειδοποιούν ότι η Ρώμη μπορεί να χάσει μέρος του υπολοίπου της, ύψους 124,6 δισ. ευρώ, εάν το πρόγραμμα δεν επανέλθει σε τροχιά έγκαιρης υλοποίησης και σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει απέναντι στις Βρυξέλλες.
Αλλά, και το ΔΝΤ έκρουσε το καμπανάκι στη Ρώμη να επιταχύνει, προειδοποιώντας για πιο αργή από την αναμενόμενη ανάπτυξη, εάν τα κεφάλαια δεν χρησιμοποιηθούν γρηγορότερα.
Αναθεώρηση
Από την πλευρά της, πάλι, η Μελόνι επαναλαμβάνει με κάθε ευκαιρία ότι έχει αναλάβει δέσμευση να αξιοποιήσει στο ακέραιο το πακέτο του Σχεδίου Ανάκαμψης και αρνείται ότι φέρει ευθύνη για τις δυσκολίες που ανακύπτουν. Αντίθετα, πετάνε το μπαλάκι των ευθυνών στον Μάριο Ντράγκι, από τον οποίο, όπως λένε, παρέλαβαν ένα βαθύτατα ελαττωματικό σχέδιο.
Τώρα, η Ρώμη ζητά από τις Βρυξέλλες να εγκρίνουν μια σημαντική αναμόρφωση, με αλλαγές σε 144 από τις 63 μεταρρυθμίσεις+235 επενδύσεις για τις οποίες είχε αρχικά δεσμευτεί. Υποστηρίζει ότι οι αλλαγές -«διορθώσεις» στη γλώσσα της Μελόνι- είναι απαραίτητες προκειμένου να καταστεί υλοποιήσιμο το σχέδιο δεδομένων των τρεχουσών οικονομικών αντιξοοτήτων και να διασφαλιστεί ότι η Ιταλία μπορεί να πετύχει τους στόχους για να ξεκλειδώσουν τα υπόλοιπα κεφάλαια του πακέτου.
Η κυβέρνηση ζητάει από τις Βρυξέλλες να εγκρίνουν την ανακατεύθυνση 16 δισ. ευρώ από δημόσιες επενδύσεις που είτε θεωρεί πως είναι αδύνατο να υλοποιηθούν εμπρόθεσμα, είτε αξιολογεί ως μη σημαντικές στρατηγικά – με μια «λεπτομέρεια»: σημαντικό μέρος από αυτές αφορούν κοινωνικές υποδομές.
Η Μελόνι σκοπεύει να ανακατευθύνει αυτά τα κεφάλαια προς τις υποδομές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και την παροχή φορολογικών κινήτρων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά που επενδύουν στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ και στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης – μια στρατηγική που υποστηρίζεται από το ισχυρό επιχειρηματικό λόμπι, Confindustria.
Η κυβέρνηση επιδιώκει, ακόμη, να δεχθούν οι Βρυξέλλες αλλαγές σε απαιτητικούς στόχους διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με στόχο την ενίσχυση των δημόσιων οικονομικών της Ιταλίας, τη βελτίωση της διοικητικής αποτελεσματικότητας, την τόνωση του ανταγωνισμού και τη διευκόλυνση των επενδύσεων και της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Συγκεκριμένα, ο κυβερνητικός συνασπισμός επιδιώκει να χαμηλώσουν οι στόχοι για τη μείωση των αμέτρητων εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων της Ιταλίας και για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, κάτι το οποίο δεν βλέπουν πιθανό να αποδεχθούν οι Βρυξέλλες, καθώς και τα δύο είναι θέματα που εγείρουν καθοριστικής σημασίας εμπόδια στην ανάπτυξη.
Κρίσιμη χρονιά
Η Μελόνι θέλει να προβάλει μια εικόνα συνετής και υπεύθυνσης διαχείρισης, πολύ περισσότερο μετά το σοκ που προκάλεσε η πρόσφατη ανακοίνωσή της για επιβολή φόρου απροσδόκητων κερδών στις τράπεζες.
Ορισμένοι οικονομολόγοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι εάν η Ρώμη δεν καταστήσει σαφές ότι θα πετύχει τα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση 35 δισ. ευρώ φέτος και 26 δισ. ευρώ του χρόνου, οι αγορές δεν θα συνεχίσουν αν επιδεικνύουν την επιείκεια που επέδειξαν μέχρι τώρα στις καθυστερήσεις της Ιταλίας.
«Το 2024, θα είναι πολύ σημαντικό πόσο καλά και κατά πόσο θα χρησιμοποιηθεί αυτή η ευκαιρία», τονίζει ο λέει Filippo Taddei, ανώτερος οικονομολόγος της Goldman Sachs, προσθέτοντας ότι όλη η προσοχή είναι στραμμένη στο εάν ενισχύονται οι κεφαλαιουχικές δαπάνες και εάν αυξάνεται η δυνητική ανάπτυξη.
Η μάχη στις Βρυξέλλες
Οι επιδόσεις της Ρώμης έχουν επίσης επιπτώσεις στην επιδίωξη των Βρυξελλών για εμβάθυνση της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης της ΕΕ και τη δυνατότητα παρόμοιων κοινών χρηματοδοτικών προγραμμάτων για την αντιμετώπιση μελλοντικών προκλήσεων.
Η Carlson της Moody’s θέτει μια ακόμη πλευρά που καθιστά δύσκολη τη μάχη που έχει να δώσει στις Βρυξέλλες η ιταλική κυβέρνηση: «Θα είναι μια δύσκολη απόφαση σε επίπεδο ΕΕ – τα κριτήρια είναι αντικρουόμενα. Από τη μια είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ επιθυμούν να δημιουργήσουν ένα προηγούμενο σύμφωνα με τον οποίο, εάν υπάρξει αλλαγή κυβέρνησης, οι χώρες θα αναθεωρήσουν πλήρως τα προγράμματά τους. Από την άλλη, οι Ευρωπαίοι στηρίζουν πολλά στην επιτυχία του ιταλικού προγράμματος».
Κανείς δεν πίστευε ποτέ ότι θα ήταν εύκολο για την Ιταλία να εκτελέσει το τολμηρό σχέδιο, δεδομένου του κακού παρελθόντος της στη χρήση κονδυλίων της ΕΕ. Ο Ντράγκι είχε συστήσει μια ειδική ομάδα του υπουργείου Οικονομικών για την παρακολούθηση της προόδου και την παροχή τεχνικών συμβουλών σε τοπικές διοικήσεις.
Όμως η απροσδόκητη κατάρρευση της κυβέρνησης εθνικής ενότητας του Ντράγκι το περασμένο καλοκαίρι —και οι πρόωρες εκλογές— οδήγησαν σε υποβάθμιση της προοπτικής της πιστοληπτικής ικανότητας της Ιταλίας από τη Moody’s σε αρνητική.
Όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία της χώρας, η Μελόνι διέλυσε την ειδική ομάδα που είχε συστήσει ο Ντράγκι και ανέθεσε στον σύμμαχό της Raffaele Fitto την επίβλεψη του σχεδίου. Ο Fitto, υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, ισχυρίστηκε ότι οι μαζικές δημόσιες επενδύσεις δεν ήταν ποτέ ρεαλιστικές.
«Ρηγμένες» οι τοπικές κοινωνίες
Οι τοπικές αρχές που ανέμεναν κεφάλαια είναι τώρα «στα όπλα». Από τα 16 δισεκατομμύρια ευρώ σε επενδύσεις που θέλει να καταργήσει η Ρώμη, τα 13 δισεκατομμύρια ευρώ αφορούσαν την περιφέρεια, και οι δήμαρχοι διαμαρτύρονται ότι τα έργα που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη θα βρεθούν σε αδιέξοδο ή ότι τα οικονομικά των περιοχών τους θα δεχθούν ισχυρή πίεση, με τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Σλάιν να καταγγέλλει την κυβέρνηση: «κλέβετε ξεκάθαρα το μέλλον μας».
Άλλοι, πάλι, βλέπουν ιδεολογικές διαφορές πίσω από τις αποφάσεις ενός συνασπισμού, του οποίου οι πρωταγωνιστές στάθηκαν ιστορικά εχθρικά προς την ΕΕ. «Νομίζω ότι η κυβέρνηση του Μελόνι θα προσπαθήσει να ξοδέψει λιγότερα χρήματα [από το πακέτο του σχεδίου ανάκαμψης] από όσα έχει τη δυνατότητα», λέει ο Μάρκο Πικόνε, καθηγητής αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο του Παλέρμο, ο οποίος έχει γράψει εκτενώς για την ανάπτυξη της πόλης. «Θέλουν να είναι σε θέση να πουν ότι δεν είναι “σκλάβοι της ΕΕ”», εξήγησε την προσέγγισή του.
Σε κάθε περίπτωση, η αναθεώρηση του ιταλικού σχεδίου ανάκαμψης με διαφαινόμενη κατεύθυνση την εγκατάλειψη των σχεδίων αναβάθμισης ιδίως των πιο υποβαθμισμένων και παραμελημένων κοινοτήτων, εγείρει σοβαρό ζήτημα και εντός της χώρας.
Όπως και να ‘χει, η Μελόνι και οι σύμμαχοί της θα κριθούν όχι μόνο από τους πολιτικούς αντιπάλους τους, αλλά και από τους υποστηρικτές τους και φυσικά από τις αγορές που είναι αμείλικτες.