Η πορεία των αγορών ομολόγων υποδεικνύει πως ο κύκλος της επιθετικής νομισματικής σύσφιξης έχει σχεδόν τελειώσει, παρά τη σημερινή απόφαση της ΕΚΤ. Οι αποδόσεις των benchmark διετών ομολόγων κυμαίνονται υπό των αντίστοιχων των μετρητών στις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου, λόγω της κατάρρευσης της Silicon Valley Bank.
«Η αναντιστοιχία αυτή υποδεικνύει τέλος της αύξησης των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών, αν και δε γνωρίζουμε το πότε θα γίνει αυτό», τόνισε η αναλυτής της Pendal Group Ltd., Έιμι Σιέ Πάτρικ, προσθέτοντας πως «σε συστημικό επίπεδο, η κατάρρευση της SVB υποδεικνύει πως όταν τελειώνει η περίοδος του εύκολου χρήματος, θα υπάρξουν προβλήματα. Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων ΗΠΑ ενδέχεται να καταγράψουν πτώση μέχρι και στο 1% σε περίπτωση ύφεσης».
Η πρώτη κατάρρευση αμερικανικής τράπεζας από το 2008 έχει αυξήσει τις ανησυχίες πως στην προσπάθειά τους να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό οι ρυθμιστικέςν αρχές θα δημιουργήσουν ύφεση και επιπλέον η κρίση που δημιούργησε η SVB έχει μειώσει τις πιθανότητες να προχωρήσει η Fed σε αύξηση των επιτοκίων κατά τη διάρκεια της επόμενης συνεδρίασής της.
Διχογνωμία για τη Fed
H Goldman Sachs αναμένει πως η Fed δε θα προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων της στις 22 Μαρτίου, ενώ η Nomura Securities εκτιμά πως η κεντρική τράπεζα θα προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων και άρση του προγράμματος ποσοτικής σύσφιξης. Η BlackRock, από την πλευρά της, υπολογίζει πως η Fed θα συνεχίσει απτόητη το πρόγραμμά της για την καταπολέμηση του πληθωρισμού.
Οι επενδυτές στην αγορά των swaps εκτιμούν ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ θα συνεχίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων τον Μάρτιο ή τον Μάιο, αλλά θα προχωρήσει σε μείωση από τον Ιούνιο. Σύμφωνα με αυτές τις εκιμήσεις τα επιτόκια της Fed εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στο 3,9% μέχρι το τέλος του έτους, από το τρέχον επίπεδο του 4,5%-4,75%.
Σύμφωνα με την PGIM Ltd., όμως, οι εκτιμήσεις των επενδυτών για μεταστροφή της κεντρικής τράπεζας μπορεί να αποδειχθούν επικίνδυνες. Η κρίση της SVB σύμφωνα με τους αναλυτές ενδέχεται να είναι παρόμοια με αυτή των βρετανικών συνταξιοδοτικών ταμείων πέρυσι η οποία, όμως, δε σταμάτησε τη BoE από το να συνεχίσει τη σύσφιξη της νομισματικής της πολιτικής.
«Οι αγορές πιστεύουν πως οι κεντρικές τράπεζες θα αλλάξουν στρατηγική πριν τη δημιουργία ύφεσης. Προσωπικά, πιστεύω πως οι κεντρικές τράπεζες θα συνεχίσουν τη σύσφιξη της νομισματικής τους πολιτικής ωσότου περιορίσουν τον πληθωρισμό», ανέφερε το στέλεχος της PGIM, Τζόναθαν Μπάτλερ, προσθέτοντας πως «οι κεντρικοί τραπεζίτες θα είναι πιο επιθετικοί απ’ όσο εκτιμούν οι αγορές».
H EKT, από την πλευρά της, προχώρησε στη σημερινή της συνεδρίαση σε νέα αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης, που διαμόρφωσε το βασικό επιτόκιο στο 3,5% παρά τις εκτιμήσεις αρκετών αναλυτών ότι η κρίση στην Credit Suisse έχει αλλάξει τα δεδομένα και τις προσδοκίες τους ότι αυτό θα έπρεπε να αποτυπωθεί στην απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας.
Μαλιστά, αρκετοί αναλυτές -μεταξύ των οποίων και ο Νουριέλ Ρουμπινί- προειδοποιούν ότι η Credit Suisse θα μπορούσε να αναδειχθεί σε μια νέα Lehman Brother’s και για αυτό ακριβώς τον λόγο υποστήριζουν ότ η ΕΚΤ θα πρέπει να επιβραδύνει ή και να σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων, με το σκεπτικό ότι ναι μεν συνδράμουν στην αναχαίτιση του επίμονου πληθωρισμού, αλλά ταυτόχρονα υποσκάπτουν την οικονομία και «φουσκώνουν» το κόστος δανεισμού.