Με ψαλίδισμα των δανειακών αναγκών της, μεταφορά προς το μέλλον εκδόσεων με ρίσκο και άντληση πόρων από τα «έτοιμα» η κυβέρνηση προσαρμόζει στα… σημεία των καιρών τη στρατηγική της για τη διαχείριση του δημόσιου χρέους.
Η αναταραχή που επικρατεί στις αγορές ομολόγων δεν περνά απαρατήρητη από την Αθήνα, η οποία διαθέτει ένα ρυθμισμένο χρέος, που όμως παραμένει το υψηλότερο στην Ευρωζώνη. Κι αυτό χωρίς η χώρα να υπάγεται στην επενδυτική βαθμίδα.
Πρόκληση για το 2023 θεωρείται η προγραμματισμένη πρόωρη αποπληρωμή της δόσης από το δάνειο που είχε λάβει η Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 1ου Μνημονίου, ύψους 2,64 δισ. ευρώ, στο τέλος του έτους. Είναι δε η πρώτη φορά που η χώρα μας θα αποπληρώσει χρέος διάσωσης της Ευρωζώνης νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, αποτελεί κομμάτι της στρατηγικής ανάκαμψης, καθώς θέλει να βελτιώσει τη βιωσιμότητα του χρέους της.
Το χρέος Γενικής Κυβέρνησης (που χτύπησε… κόκκινο το 2020 φτάνοντας στο 206,3% του ΑΕΠ) προβλέπεται πως θα συρρικνωθεί σημαντικά στο 161,6% του ΑΕΠ το 2023. Στο ποσοστό αυτό θα φτάσει με την εγγραφή στο χρέος των εγγυήσεων που έχει δώσει το Ελληνικό Δημόσιο για τις τιτλοποιήσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο πλαίσιο του «Ηρακλή», ύψους 18 δισ. ευρώ. Τις κατευθυντήριες γραμμές αναμένεται να εκδώσει η Eurostat έως τα τέλη Οκτωβρίου, καθώς αυτή την περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των στατιστικών αρχών των κρατών-μελών.
Βέβαια, καθοριστικό ρόλο στο ποσοστό του χρέους παίζει η ικανοποιητική πορεία της ελληνικής οικονομίας, και συγκεκριμένα ο ρυθμός ανάπτυξης τόσο για φέτος όσο και για το 2023. Για την ώρα, πάντως, η άνοδος των αποδόσεων των ελληνικών δεκαετών τίτλων ακόμα και πάνω από 5% έχει ήδη οδηγήσει σε αναθεώρηση την εκδοτική δραστηριότητα του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) έως το τέλος του έτους, απομακρύνοντας τις πιθανότητες άμεσης καθαρής εξόδου στις αγορές παρά μόνο συνδυαστικά με swaps. Eχοντας αντλήσει μέσω εκδόσεων, επανεκδόσεων και δημοπρασιών ομολόγων 7 δισ. ευρώ από τα συνολικά 12 δισ. ευρώ του ετήσιου προγράμματος φέτος, οι κινήσεις των επομένων μηνών αναμένονται μετρημένες και αντίστοιχες προσεκτικές ενέργειες προδιαγράφουν οι διατυπώσεις του προσχεδίου και για το 2023, ανάλογα με τις εξελίξεις στις αγορές.
Στο συρτάρι μπαίνουν και τα σχέδια για το πρώτο πράσινο ελληνικό ομόλογο, με το οικονομικό επιτελείο και τον ΟΔΔΗΧ να μεταθέτουν την έκδοση για το 2023 λόγω των ισχυρών κλυδωνισμών στις χρηματαγορές και της αβεβαιότητας με τα επιτόκια δανεισμού.
Από το πώς θα διαμορφωθεί το κλίμα στις αγορές το επόμενο χρονικό διάστημα θα εξαρτηθεί και μια νέα έξοδος στις αγορές. Υπουργείο Οικονομικών και ΟΔΔΗΧ δεν φαίνεται να βιάζονται για να προχωρήσουν, καθώς η ιδιαίτερα ικανοποιητική πορεία των εσόδων κρατά σε ασφαλή επίπεδα τα ταμειακά διαθέσιμα. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, το ύψος των ταμειακών διαθεσίμων στο τέλος του έτους θα ξεπερνά τα 31 δισ. ευρώ, ποσό αρκετά υψηλότερο σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις για 25 δισ. ευρώ. Το συγκεκριμένο ύψος είναι ικανό να καλύψει τις δανειακές ανάγκες της χώρας για τουλάχιστον δύο χρόνια, χωρίς αξιοποίηση των διεθνών αγορών ομολόγων.
Οπως εξηγούν αρμόδιες πηγές, ακόμα κι αν το Ελληνικό Δημόσιο δεν έβγαινε για δανεισμό την επόμενη τετραετία, δεν θα απειλούνταν με χρεοκοπία, καθώς οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν στη ζώνη των 7-8 δισ. ευρώ και υπερκαλύπονται από τα ταμειακά διαθέσιμα.
Σημειώνεται, τέλος, πως η Ελλάδα βρίσκεται από μία έως τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Θεωρητικά, λοιπόν, αρκεί μόλις μία αναβάθμιση από τους τέσσερις μεγάλους οίκους που λαμβάνει υπόψη της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ώστε τα ελληνικά ομόλογα να χαρακτηριστούν ασφαλή για τους επενδυτές. Πρακτικά αυτό αναμένεται να γίνει μέσα στο β’ εξάμηνο του 2023.