Ίσως ο νέος Ψυχρός Πόλεμος να είναι ήδη πολύ πιο «εγκεφαλικός» από τον προηγούμενο, τον οποίον η Δύση μάλλον δεν κατάλαβε γιατί τον κέρδισε!!
Γράφει ο Αθανάσιος Παπανδρόπουλος
Η τελευταία σύνοδος του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, είναι πολύ πιθανόν να αποκτήσει ιστορικό χαρακτήρα για έναν πολύ απλό λόγο: σηματοδότησε την αναγέννηση της Ατλαντικής Συμμαχίας, την ίδια που ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν, πριν 32 μήνες, είχε χαρακτηρίσει ως «εγκεφαλικά νεκρή». Χωρίς αμφιβολία, στην ισπανική πρωτεύουσα, οι αποφάσεις που ελήφθησαν σηματοδοτούν μια ιστορική καμπή.
Οι σύμμαχοι συμφώνησαν ότι η Ρωσία αποτελεί άμεση απειλή για την ασφάλειά τους, υποστηριζόμενη από τη στρατηγική εταιρική σχέση μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου. Επιβεβαίωσαν την άνευ όρων υποστήριξή τους προς την Ουκρανία για όσο διάστημα χρειαστεί.
Ενέκριναν την προσχώρηση της Φινλανδίας και της Σουηδίας, μετά την άρση του δικαιώματος αρνησικυρίας της Τουρκίας, το οποίο δίνει στρατηγικό βάθος για την άμυνα των κρατών της Βαλτικής και ανοίγει ευκαιρίες για επέμβαση στην Αρκτική.
Αύξησαν τις δυνάμεις υψηλής ετοιμότητας από 40.000 σε περισσότερους από 300.000 άνδρες, συμπεριλαμβανομένων 100.000 που θα μπορούσαν να κινητοποιηθούν σε δέκα ημέρες.
Αποφάσισαν να αναπτύξουν οκτώ νέες μάχιμες ομάδες στην Ανατολική Ευρώπη και να ενισχύσουν δυναμικά την εναέρια επιτήρηση.
Έχουν δεσμευτεί να επενδύσουν τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ τους στην άμυνα, ένας στόχος που θα επιτευχθεί από 19 στα 30 κράτη έως το 2024.
Η ανανέωση του NATO λαμβάνει χώρα γύρω από τη συλλογική ασφάλεια ενάντια στην απειλή της Ρωσίας και την επανεστίαση στη στρατιωτική της διάσταση, συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής ενέργειας. Είναι αδιαχώριστη από έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο που διχάζει την ευρωπαϊκή ήπειρο. Αναφέρεται στις πιο τεταμένες στιγμές της αντιπαράθεσης μεταξύ των δημοκρατιών και της Σοβιετικής Ένωσης τη δεκαετία του 1950, επειδή αφορούσε τη ρήξη των ενεργειακών, οικονομικών, χρηματοπιστωτικών και ανθρώπινων ανταλλαγών μεταξύ των δύο συνασπισμών.
Συμμετέχει στον κατακερματισμό της παγκοσμιοποίησης γύρω από σφαίρες επιρροής και περιφερειακές περιοχές.
Η επιστροφή του πολέμου υψηλής έντασης στην ήπειρο και η ύπαρξη της άμεσης απειλής για την ασφάλειά τους έχουν οδηγήσει τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες, με εξαίρεση τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, σε κατάσταση επαγρύπνησης.
Ως εκ τούτου, η επιθετικότητα της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας αντικατοπτρίζεται στη «Νατοποίηση» της Ευρώπης και στη σημαντική ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην Γηραιά Ήπειρο.
Ωστόσο, η ενότητα που επέδειξαν οι Σύμμαχοι, συγκαλύπτει την ύπαρξη των σημαντικών διαφορών και δυσκολιών που θα πρέπει να ξεπεραστούν μακροπρόθεσμα για να αποκατασταθεί μια αποτελεσματική δύναμη αποτροπής εναντίον της Ρωσίας.
Στο πλαίσιο των θεωρήσεων αυτών, η προτεραιότητα που δίνεται σήμερα στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, που από το 1993 μπορούσε να είχε αποφευχθεί, όσο και αν υποστηρίζεται σθεναρά από την Ανατολική Ευρώπη και τον ευρύ βαλτικο-σκανδικαβικό χώρο, δεν πρέπει να συσκοτίζει την ισλαμική απειλή για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ασύμμετρες συγκρούσεις στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή.
Επίσης, πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα, η προθυμία των Ηνωμένων Πολιτειών να εμπλέξουν το NATO στην αντιπαλότητά τους με την Κίνα, η οποία μοιράζεται με τη Ρωσία τον στόχο της επίτευξης ενός μεταδυτικού κόσμου και η οποία χαρακτηρίζεται ως πρόκληση για τα συμφέροντα, την ασφάλεια και τις αξίες των συμμάχων, δεν είναι καθόλου ομόφωνη.
Η ανάληψη της ασφάλειας της Ευρώπης από το NATO πλήττει κατά μέτωπο τα σχέδια αμυντικής αυτονομίας της Ένωσης υπό τη γαλλική «στρατηγική πυξίδα», ενώ ο ευρωπαϊκός επανεξοπλισμός ίσως ωφελήσει την αμυντική βιομηχανία των ΗΠΑ πάνω απ' όλα.
Τέλος, δεν έχει προκύψει σαφής στρατηγική γύρω από τη ρήξη που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της ουκρανικής σύγκρουσης μεταξύ της Δύσης και του Νότου, ο οποίος για την ώρα, παίζει το ρωσικό χαρτί.
Κυρίως λόγω ομοειδών ολιγαρχικών συμφερόντων. Είναι κατάδηλο έτσι ότι η αντιδυτική πλευρά του πλανήτη έχει ισχυρά ερείσματα, ενώ σύμμαχός της είναι και οι ενδονατοϊκές διαφορές.
Ακόμα χειρότερα, τα τελευταία χρόνια, οι Ηνωμένες Πολιτείες υπονομεύονται από την κρίση των θεσμών τους - όπως αποδεικνύεται από την επίθεση στο Καπιτώλιο τον Ιανουάριο του 2021 και την πολιτικοποίηση του Ανώτατου Δικαστηρίου – παράλληλα όμως η διάδοση φαινομένων όπως ο «βοκισμός» και ο ακραίος λαϊκισμός, δεν προοιωνίζουν θετικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.
Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδυναμώνεται οικονομικά, πολιτικά και ηθικά. Η κοινή γνώμη είναι όλο και πιο ευάλωτη στον στασιμοπληθωρισμό, την ενεργειακή κρίση και την επισιτιστική κρίση, που παίζουν υπέρ των λαϊκιστών, όπως φαίνεται από την αποτυχία του κόμματος του Εμμανουέλ Μακρόν στις γαλλικές βουλευτικές εκλογές.
Οι στόχοι που πρέπει να επιδιωχθούν στον πόλεμο στην Ουκρανία διαφέρουν μεταξύ των χωρών της Ανατολής και του Βορρά και μεταξύ εκείνων της Δύσης και του Νότου.
Η Τουρκία, η οποία υποβάλλει την επικύρωση της προσχώρησης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στην έκδοση Κούρδων αντιπάλων της και στην παράδοση εκσυγχρονισμένων F-16, παραμένει ένας προβληματικός για τη Δύση σύμμαχος.
Αντιμέτωπες με αυτόν τον Ψυχρό Πόλεμο που τις φέρνει αντιμέτωπες με τη Ρωσία, οι δυτικές δημοκρατίες πρέπει να διδαχθούν από τη στρατηγική που τους επέτρεψε να θριαμβεύσουν επί της Σοβιετικής Ένωσης ,αποφεύγοντας μια ανοιχτή ένοπλη αντιπαράθεση και να λάβουν υπόψη τους μετασχηματισμούς του κόσμου.
Αυτό συνεπάγεται νέα πολιτικά ήθη στις δημοκρατίες μας τα οποία απέχουν πολύ του να είναι προφανή. Επείγουν όμως για όσους καταλαβαίνουν.