«Ο φράχτης στον Εβρο θα τελειώσει» με ή χωρίς ευρωπαϊκά λεφτά διεμήνυσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από τον Γέρακα και μια μέρα πριν από την επίσκεψή του στον Εβρο.
«Θα έχω την ευκαιρία να υπογράψω την επέκταση του έργου του φράχτη που θωράκισε τον Έβρο και την πατρίδα από τις παράνομες μεταναστευτικές εισβολές», είπε μιλώντας στους πολίτες.
Με αφορμή, δε, την τροπολογία που προώθησε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης, για να μπλοκάρει την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση του έργου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε «θέλω να θυμίσω ποιοι είναι αυτοι που τη στήριξαν και ποιοι είναι ακόμα απέναντι σε αυτή τη δύσκολη προσπάθεια να ασφαλίσει η χώρα τα σύνορά της. Μόλις χθες ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στήριξε τροπολογία με την οποία ζητά από την Ευρώπη να μην χρηματοδοτήσει το έργο στον Έβρο. Δεν χρειάζονται αποδοκιμάσιες αλλά κρίση. Με ή χωρίς ευρωπαϊκή λεφτά ο φράχτης στον Έβρο θα τελειώσει».
Όπως υπογράμμισε, μάλιστα, «ως αποτέλεσμα και της ελληνικής παρέμβασης η Ευρώπη αλλάζει τη στάση της και αναγνωρίζει τη σημασία που αποδίδεται σε ευρωπαϊκο επίπεδο για την προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων».
Αναφερόμενος στις εκλογές της 21η Μαΐου ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ότι ««σήμερα στην Ελλάδα υπάρχει μία μόνη πειστική πρόταση διακυβέρνησης και αυτή είναι η ισχυρή Νέα Δημοκρατία την επόμενη μέρα στο τιμόνι της χώρας. Και επειδή ακούμε πολλά. Πρώτη ή δεύτερη κάλπη. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μία κάλπη για μας. Είναι η κάλπη της 21ης Μαΐου. Η ισχυρή Νέα Δημοκρατία σε αυτή την κάλπη θα καθορίσει ποιος θα κυβερνήσει την επόμενη τετραετία, ποιο κόμμα και ποιον τελικά οι πολίτες θέλουν για πρωθυπουργό».
Πρόσθεσε δε ότι το κεντρικό δίλημμα αυτών των εκλογών είναι «ποιος θα αναλάβει την ευθύνη της διακυβέρνησης του τόπου, ποιος θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στο εξωτερικό, ποιος θα καθίσει στη θέση που αναλογεί στην Ελλάδα, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ποιος θα διαπραγματευτεί με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι κρίσιμες αυτές οι επιλογές» και πρόσθεσε «ποιος θα σταθεί απέναντι σε ένα γείτονα ο οποίος έχει δείξει ότι μπορεί να είναι πολύ επιθετικός μαζί μας, αλλά ποιος μπορεί και να συζητήσει με ένα γείτονα υπό τις προϋποθέσεις ότι μπορούμε πραγματικά να βρούμε ένα πεδίο συνεννόησης με γνώμονα πάντα το διεθνές δίκαιο».