H χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα περιορίσει την πίεση στην κερδοφορία τους λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, σύμφωνα με έκθεση του οίκου πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s.
Ο οίκος Moody’s σημειώνει ότι ο ισολογισμός της Τράπεζας της Ελλάδος για τον Απρίλιο του 2020 δείχνει μία σημαντική αύξηση της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ φέτος.
Όπως αναφέρει, μετά την απόφαση της ΕΚΤ να δέχεται τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου ως ενέχυρα έναντι δανείων, οι τράπεζες αύξησαν τη χρηματοδότησή τους από την ΕΚΤ στα 21,5 δισ. ευρώ τον Απρίλιο (περίπου 8% του συνολικού ενεργητικού τους) από 12,4 δισ. ευρώ τον Μάρτιο και 8,1 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2019. Η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ γίνεται αποκλειστικά μέσω του μηχανισμού των μακροπρόθεσμων δανείων (LTRO), τα οποία έχουν αρνητικό επιτόκιο (-0,5%), αναφέρει το newmoney.
Η αυξημένη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ θα βοηθήσει στο να μετριάσει την πρόκληση για την κερδοφορία τους, καθώς η οικονομική διαταραχή λόγω του κορονοϊού μειώνει τις ευκαιρίες τους για χορηγήσεις ποιοτικών δανείων, διαβρώνει τα έσοδα από τέλη και προμήθειες και οδηγεί σε μικρότερα κέρδη από συναλλαγές και πιθανές ζημιές από επενδύσεις σε αξιόγραφα, σημειώνει ο Moody’s.
Η χρηματοδότηση μέσω των LTRO με αρνητικό επιτόκιο, σε συνδυασμό με την αύξηση των ιδιωτικών καταθέσεων σε περίπου 145 δισ. ευρώ τον Μάρτιο του 2020, με ένα κόστος οριακά μεγαλύτερο από το μηδέν, «θα στηρίξει τα καθαρά περιθώρια επιτοκίου και την κερδοφορία κατά τη διάρκεια των φετινών οικονομικών δυσκολιών», σύμφωνα με τον οίκο. Όπως αναφέρει, η ελληνική οικονομία είναι πιθανόν να συρρικνωθεί πάνω από 5% φέτος λόγω των σχεδόν δίμηνων περιοριστικών μέτρων και της διαταραχής του τουρισμού, ο οποίος συνέβαλε περίπου 12% στο ΑΕΠ το 2019.
Ο Moody’s προβλέπει ότι το καθαρό εισόδημα των μεγάλων τραπεζών από τόκους και το καθαρό περιθώριο επιτοκίου θα παραμείνουν υπό πίεση λόγω της μείωσης του υπολοίπου των δανείων και των πολύ χαμηλών επιτοκίων. Εκτιμά, ωστόσο, ότι η επιδείνωση θα είναι περιορισμένη, καθώς οι τράπεζες θα συνεχίσουν να έχουν έσοδα από τόκους παρά τα κυβερνητικά μέτρα για την αναστολή αποπληρωμής των δανείων για έξι μήνες. «Οι συνεχιζόμενες υψηλές ανάγκες σχηματισμού προβλέψεων θα επηρεάσουν επίσης αρνητικά την κερδοφορία, αν και η εποπτική εξαίρεση που επιτρέπει στις τράπεζες να μην κατατάσσουν τα δάνεια που έχουν επηρεαστεί από την πανδημία ως μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα περιορίσει μεγάλες αυξήσεις του πιστωτικού κόστους», προσθέτει ο οίκος.