H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα προχωρήσει αύριο στην προαναγγελθείσα αύξηση των βασικών της επιτοκίων είτε κατά 25 είτε κατά 50 μονάδες βάσης και θα αποκαλύψει λεπτομέρειες για το νέο μηχανισμό περιορισμού της διεύρυνσης των κρατικών spreads της ζώνης του ευρώ. Η Moody’s αναμένει ότι οι τράπεζες της Νότιας Ευρώπης θα είναι οι κύριοι δικαιούχοι και των δύο μέτρων, αναφέρει το capital.gr.
Οι τράπεζες της Νότιας Ευρώπης έχουν επίσης γενικά χαμηλότερους δείκτες δανείων προς καταθέσεις και υψηλότερα αποθέματα ρευστότητας από τις αντίστοιχές τους στη Βόρεια Ευρώπη. Ως αποτέλεσμα, θα λάβουν μεγαλύτερα οφέλη εσόδων από τις υψηλότερες αποδόσεις στα ρευστά περιουσιακά τους στοιχεία και δεν θα παρουσιάσουν σημαντικές αυξήσεις στο κόστος χρηματοδότησης χάρη στις ισχυρές καταθετικές τους βάσεις, οι οποίες δεν είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες στις κινήσεις των επιτοκίων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του οίκου, οι ελληνικές τράπεζες έχουν το υψηλότερο "μαξιλάρι ρευστότητας" (μετρητά και ταμειακά υπόλοιπα), στο 19% των συνολικών assets, ενώ ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις είναι στο 61%, ο χαμηλότερος στην περιφέρεια αλλά και σε σχέση με τις τράπεζες του Βορρά.
Εκτός από την αύξηση των επιτοκίων, η ΕΚΤ αύριο θα παρουσιάσει λεπτομέρειες για το νέο της εργαλείο κατά του κατακερματισμού, το οποίο έχει σχεδιαστεί για να περιορίσει τη διεύρυνση των spreads, επισημαίνει η Moody’s. Η απόδοση των κρατικών ομολόγων των υπερχρεωμένων χωρών της ζώνης του ευρώ, όπως η Ιταλία, έχει αυξηθεί τις τελευταίες εβδομάδες σε σχέση με τα γερμανικά ομόλογα, αντανακλώντας ανησυχίες για τις οικονομικές επιπτώσεις της επιβράδυνσης της ανάπτυξης και της αύξησης του πληθωρισμού. Το εργαλείο κατά του κατακερματισμού θα ωφελήσει επίσης πρωτίστως τις τράπεζες της Νότιας Ευρώπης, οι οποίες κατέχουν μεγάλους όγκους εγχώριων κρατικών ομολόγων που είναι πολύ ευαίσθητα στη μεταβλητότητα των spreads.
Η ΕΚΤ υποστηρίζει ότι τα μέτρα για τον περιορισμό των αυξανόμενων spreads - που πιθανότατα θα περιλαμβάνουν την αγορά κρατικών τίτλων - δικαιολογούνται από την ανάγκη προστασίας της αποτελεσματικής μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι χωρίς έναν τέτοιο "μηχανισμό προστασίας της μετάδοσης" ("transmission protection mechanism”), η αύξηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων πέρα από το επίπεδο που δικαιολογείται από τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερα επιτόκια για τις εταιρείες και τα νοικοκυριά.
Αυτό, όπως επισημαίνει η Moody’s, θα μπορούσε να δημιουργήσει στρεβλώσεις που θα εμπόδιζαν την κεντρική τράπεζα να εκπληρώσει την εντολή της να διατηρήσει τη σταθερότητα των τιμών και θα τροφοδοτούσε ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ. Η ΕΚΤ ανησυχεί επίσης ότι η υψηλή έκθεση των τραπεζών σε ορισμένες χώρες σε ασταθή κρατικά ομόλογα θα μπορούσε με την πάροδο του χρόνου να βλάψει την πιστοληπτική τους ικανότητα και να περιορίσει την ικανότητά τους να παρέχουν πιστώσεις στην οικονομία.
Αξίζει να σημειώσουμε πως, σε άλλη μία θετική εξέλιξη για τις ελληνικές τράπεζες, ο οίκος αξιολόγησης S&P αναβάθμισε το outlook των συστημικών τράπεζων σε θετικό από σταθερό καθώς, όπως τόνισε, κατάφεραν να "καθαρίσουν" περίπου 50 δισεκατομμύρια ευρώ NPEs από το 2019, μειώνοντας το απόθεμα μη εξυπηρετούμενων περιουσιακών στοιχείων (NPA) στα 19,4 δισεκατομμύρια ευρώ, ή το 15,9% των ακαθάριστων δανείων, στο τέλος του 2021. "Αυτό επιτρέπει την εξομάλυνση του κόστους προβλέψεων των τραπεζών και τη σταδιακή βελτίωση της κερδοφορίας, αν και κάθε τράπεζα θα προχωρήσει με διαφορετικό ρυθμό", σημείωσε ο οίκος.
Συγκεκριμένα, η S&P αναβάθμισε τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές των Alpha Bank, Alpha Services και Holdings, Eurobank, Eurobank Holdings, Εθνικής Τράπεζας και Τράπεζας Πειραιώς, ενώ διατήρησε σταθερό το outlook της Piraeus Financial Holdings.