«Αναμένουμε ότι η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει την αναπτυξιακή της πορεία και φέτος, εξακολουθώντας να υποστηρίζεται από τις ανοδικές τάσεις μετά την επαναλειτουργία της πανδημίας. Ωστόσο, ο απότομα αυξανόμενος πληθωρισμός, θα έχει ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση της εγχώριας ζήτησης, η οποία θα ξεκινήσει από το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους και να συνεχιστεί έως το 2023», εξηγεί η Morgan Stanley.
Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα προβλέπει 3,2% φέτος ανάπτυξη και 2,5% το 2023. Η ανεργία θα μειωθεί περαιτέρω σε 13,7% φέτος και 12,5% το 2023 αλλά ο πληθωρισμός θα κινηθεί σε 6,3% φέτος και θα υποχωρήσει στο 1,6% το 2023.
Με ανθεκτική ανάπτυξη και ομαλή εφαρμογή του Tαμείου Aνάκαμψης, η χώρα θα μπορούσε να φθάσει στην επενδυτική βαθμίδα μέχρι το 2023», επισημαίνει η Morgan Stanley.
«Ενώ αναμένουμε κάποια επιβράδυνση της ανάπτυξης φέτος, κυρίως λόγω των δευτερογενών επιπτώσεων από τη σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας, ο υψηλότερος πληθωρισμός θα πρέπει να ενισχύσει την ονομαστική ανάπτυξη και να επιτρέψει περαιτέρω μειώσεις στα επίπεδα χρέους/ΑΕΠ της Ελλάδας: προβλέπουμε ότι το χρέος θα μειωθεί στο 189% το 2022 από περίπου 206% το 2020.
Το Ταμείο Ανάκαμψης παραμένει στο επίκεντρο, με την Ελλάδα να έχει λάβει μέχρι στιγμής την προχρηματοδότηση και την πρώτη δόση και αναμένεται να υποβάλει αίτηση για τη δεύτερη δόση στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάκαμψης, ύψους 1,7 δισ. ευρώ, μέχρι το τέλος Ιουνίου του τρέχοντος έτους», καταλήγει η Morgan Stanley.
Η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες χώρες της ζώνης του ευρώ που είδε το ΑΕΠ της να επιστρέφει σε προπανδημικά επίπεδα το 2021, καθώς η οικονομία επωφελήθηκε από την επαναλειτουργία των συνόρων της στον τουρισμό το καλοκαίρι του 2021. Η οικονομική ανάκαμψη ήταν ευρεία σε όλες τις κατηγορίες, με την ιδιωτική κατανάλωση, τις επενδύσεις καθώς και τις εξαγωγές αυξήθηκαν απότομα πέρυσι.
Ο δρόμος προς την επενδυτική βαθμίδα
Οι βελτιωμένες προοπτικές ανάπτυξης και σταθερή πορεία δημοσιονομικής εξυγίανσης, οδήγησαν πρόσφατα τους οίκους αξιολόγησης S&P και DBRS να αναθεωρήσουν τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις τους για την Ελλάδα, σε μόλις ένα βαθμίδα μακριά από την επενδυτική βαθμίδα. «Η Fitch αναθεώρησε πρόσφατα τις προοπτικές της για την Ελλάδα σε θετικές τον Ιανουάριο του 2022 και πιστεύουμε ότι θα μπορούσε να αναθεωρήσει την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας προς τα πάνω κατά την επόμενη εκδήλωση αξιολόγησης στις 8 Ιουλίου», εκτιμά η Morgan Stanley.
Η μείωση του δείκτη των μη εξυπηρετούμενων δανείων της Ελλάδας ήταν ένας ακόμη κρίσιμος παράγοντας για τις πρόσφατες ενέργειες αξιολόγησης, με τα στοιχεία στο τέλος του 2021 να δείχνουν ότι η χώρα έχει μειώσει το NPL ratio της στο 12,1% το 4ο τρίμηνο του 2021, από ένα μέγιστο ποσοστό σχεδόν 50% το 2018.
«Πιστεύουμε ότι αν η ανάπτυξη της Ελλάδας παραμείνει σε τροχιά με τις προσδοκίες μας, το δημόσιο χρέος της θα μπορούσε να επιστρέψει στο IG ήδη από το επόμενο έτος.
O κίνδυνος από την αύξηση των αποδόσεων και τη λήξη του ΡΕΡΡ
Η ελληνική οικονομία στηρίχθηκε από τη χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής και επίσης σε μεγάλο βαθμό από τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ. Η Ελλάδα στην πραγματικότητα συμπεριλήφθηκε (για πρώτη φορά από τότε που έπεσε κάτω από το IG) στο πρόγραμμα PEPP της ΕΚΤ κατά την πανδημία, γεγονός που οδήγησε σε απότομη μείωση των ελληνικών επιτοκίων τα τελευταία δύο χρόνια- αυτό, σε με τη σειρά του, στήριξε τις επενδύσεις και τη δημοσιονομική βιωσιμότητα της χώρας, εξηγεί η MS.
«Αρκετοί παράγοντες έχουν πρόσφατα οδηγήσει σε αύξηση των αποδόσεων, η οποία αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για τη χώρα: στο τέλος του PEPP – η Ελλάδα δεν περιλαμβάνεται στις αγορές του APP – και η πρόσφατη ‘γερακίσια’ στροφή της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. «Ενώ βρίσκεται στην πορεία της προς την εξομάλυνση, αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα παραμείνει προσεκτική όσον αφορά τους κινδύνους κατακερματισμού και θα αποτρέψει ξαφνικές και αδικαιολόγητες σύσφιξη των συνθηκών χρηματοδότησης, χρησιμοποιώντας με ευελιξία τις επανεπενδύσεις του PEPP σε όλες τις χώρες και με την πάροδο του χρόνου, κάτι που αναμένεται να ωφελήσει και την Ελλάδα, της οποίας οι αγορές στο πλαίσιο του PEPP θα συνεχίσει να επανεπενδύεται από την ΕΚΤ εντός του ορίζοντα πρόβλεψής μας», συνεχίζει η αμερικανική τράπεζα.