Ο τελευταίος γύρος της αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού θα είναι και ο πιο δύσκολος, έχουν επισημάνει επανειλημμένως οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ. Αυτό επιβεβαιώθηκε εκ νέου σήμερα με τα νέα στοιχεία από τον πληθωρισμό στη Γερμανία, ο οποίος ενισχύθηκε ελαφρά διαψεύδοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Destatis, ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε 2,4% σε ετήσια βάση για τον Απρίλιο, σημειώνοντας έστω και ελαφρά αύξηση σε σχέση με το 2,3% ένα μήνα νωρίτερα. Οι αναλυτές στις προβλέψεις τους περίμεναν το δείκτη να παραμείνει αμετάβλητος.
Παρήγορο, ωστόσο, στοιχείο στάθηκε η πτώση του δομικού δείκτη, καθώς με εξαίρεση τις τιμές ενέργειας και τροφίμων, ο πληθωρισμός υποχώρησε από το 3,3% στο 3%.
Σύμφωνα με τον αναλυτή Ραλφ Σόλβιν της Commerzbank, ο πληθωρισμός στη Γερμανία θα αυξηθεί περαιτέρω προς τα τέλη της χρονιάς, καθώς οι επιχειρήσεις κυρίως στον κλάδο των υπηρεσιών θα μετακυλήσουν το κόστος από τις μεγάλες αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων τους, στους καταναλωτές.
Μια τέτοια πορεία διαψεύδει την αισιόδοξη εκτίμηση που είχε διατυπώσει τον περασμένο Ιανουάριο ο συνήθως λίαν επιφυλακτικός πρόεδρος της Bundesbank, Γιόαχιμ Νάγκελ, όταν είχε υποστηρίξει ότι η ΕΚΤ έχει τιθασεύσει «το άπληστο τέρας» του πληθωρισμού.
Τους επόμενους μήνες, οι πληθωριστικές τάσεις ουσιαστικά θα διαμορφωθούν από μια σειρά από παράγοντες, όπως οι συνεχιζόμενες πιέσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες σαν αποτέλεσμα των εντάσεων στη Μέση Ανατολή και την Ερυθρά Θάλασσα αλλά και η κυκλική βελτίωση της γερμανικής οικονομίας.
Σημειωτέον πως και τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν νωρίτερα για τον πληθωρισμό στην Ισπανία έδειξαν αύξηση του δείκτη για τον Απρίλιο, από το 3,3% στο 3,4% και αντιστοίχως αποκλιμάκωση του δομικού δείκτη από το 3,3% στο 2,9% και πάλι λόγω κυρίως του ράλι στις τιμές του μαύρου χρυσού.
Η αναζωπύρωση των πετρελαϊκών τιμών, σε συνδυασμό με την αδυναμία της ισοτιμίας του ευρώ, θα μπορούσε εύκολα να ωθήσει αναγκαστικά την ΕΚΤ σε επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεων της για την πορεία του πληθωρισμού το 2025, ήτοι και πάλι πάνω από το όριο του 2%, γεγονός που σαφώς θα περιέπλεκε την εξέλιξη της νομισματικής πολιτικής.
Μάλιστα, στην περίπτωση αυτή δεν αποκλείεται τα γεράκια του συμβουλίου να ζητήσουν πιεστικά από το συμβούλιο να κρατήσει στάση αναμονής και τον Ιούνιο, αναβάλλοντας για λίγο ακόμη την έναρξη του καθοδικού κύκλου των ευρωεπιτοκίων δεδομένου κιόλας πως και η αμερικανική Fed από την πλευρά της φαίνεται απίθανο να έχει τα περιθώρια να χαλαρώσει τη νομισματική της πολιτική πριν τους τελευταίους μήνες του 2024.