Όλα για όλα πρέπει να τα δώσει η κυβερνητική παράταξη στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση της 21ης Μαΐου, για να βάλει με το αποτέλεσμα τις καλύτερες δυνατές βάσεις για να πετύχει σε δεύτερη φάση το στόχο της αυτοδυναμίας.
Γράφει ο Σπύρος Καπράλος
Την επισήμανση αυτή κάνουν όχι μόνο έμπειροι πολιτικοί αναλυτές που βλέπουν με πιο καθαρή και τεχνοκρατική ματιά τις εξελίξεις, αλλά και κορυφαία κυβερνητικά στελέχη με μεγάλη εμπειρία σε εκλογικές μάχες.
Γι’ αυτό και τα σκληρά διλήμματα χρειάζεται να μπουν εξ αρχής, ώστε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης ακόμα και εκείνοι που στην παρούσα φάση εμφανίζονται ως αναποφάσιστοι να αντιληφθούν το πραγματικό διακύβευμα της κάλπης.
Στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας υπάρχει αισιοδοξία, αλλά και ανησυχία αφού οι δύο κάλπες αφήνουν περιθώρια για αποσυσπείρωση την πρώτη φορά, εξέλιξη ωστόσο που θα αποδεικνυόταν καταστροφική για τον τελικό στόχο. Εξάλλου οι τελευταίες μετρήσεις προκαλούν προβληματισμό.
Κύριο μέλημα των συνεργατών του κ. Μητσοτάκη πρέπει να είναι ο περιορισμός του αριθμού της αδιευκρίνιστης ψήφου, η αποφυγή νέων απωλειών προς τα δεξιά και ο επαναπατρισμός των ψηφοφόρων που έδωσαν μια ευκαιρία στην κεντροδεξιά το 2019, αλλά τώρα κάνουν δεύτερες σκέψεις.
Για να έχει βάσιμες ελπίδες να πάρει στην κάλπη με την ενισχυμένη αναλογική ισχυρή λαϊκή εντολή για μια δεύτερη τετραετία, η Νέα Δημοκρατία χρειάζεται να προσεγγίσει τουλάχιστον ένα 33% στην πρώτη Κυριακή. Συνεπώς, είναι αναγκαία η υλοποίηση μιας στοχευμένης στρατηγικής που αφενός θα αναδεικνύει την εικόνα της χαμένης ψήφου προς τα μικρότερα κόμματα, αφετέρου θα ενθαρρύνει τη συμμετοχή στις διαδικασίες.
Όταν η αποχή σκαρφαλώνει, τότε τις απώλειες τις μετράει κυρίως το κόμμα που κυβερνά, αναφέρουν έμπειρα στελέχη που βλέπουν πιο ολιστικά την εκλογική μάχη. Ο μαραθώνιος για την αυτοδυναμία μόλις ξεκίνησε και το κυβερνών κόμμα με μια συγκροτημένη καμπάνια και ετοιμότητα σε οργανωτικό και επικοινωνιακό επίπεδο καλείται να πείσει τους πολίτες να της δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία. Αυτοί εξάλλου έχουν πάντα τον τελευταίο λόγο.