Ακόμα και σήμερα, οι «δραχμιστές» αγνοούν πλήρως ποια είναι η εφιαλτική τεχνική διαδικασία εξόδου από την ευρωζώνη, ητοι το περιφημο σχεδιο Γιουνκερ,που ο πρωθυπουργος εχει αποκρυψει απο τον ελληνικό λαό
Tου Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ο κύριος πρωθυπουργός πρέπει να γνωρίζει πολύ καλά την σχετική διαδικασία. Τού την εξήγησε ένα απόγευμα του Ιουνίου 2015 ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ, και είναι πολύ πιθανόν να κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο –γι αυτό και, λίγες ημέρες πριν το δημοψήφισμα παρωδία του Ιουλίου 2015, είχε αποφασίσει το «όχι» να το μετατρέψει σε «ναι».
Πριν απ’ όλα, ο πρόεδρος της Επιτροπής εξήγησε στον κ. Αλ. Τσίπρα ότι η είσοδος και η έξοδος από μία οικονομική και νομισματική ένωση διαφέρει αισθητά από την αντίστοιχη διαδικασία όταν κανείς πάει να ξεσκάσει στο μπαρ της γειτονιάς του.
Η είσοδος στην ΟΝΕ, από τεχνικής πλευράς, κράτησε περί τα τρία χρόνια –και άλλα τόσα, στην καλύτερη περίπτωση, χρειάζονται και για την έξοδο. Με την μόνη διαφορά ότι στην διάρκεια αυτή είναι πολύ πιθανόν η χώρα να έχει ισοπεδωθεί από κοινωνικής και οικονομικής πλευράς.
Από την άποψη αυτή, οι διάφοροι «ξερόλες» που κάνουν λόγο για επιστροφή στην δραχμή ας αναρωτηθούν –αν έχουν κάποια έστω και ισχνή σχέση με το σκέπτεσθαι– γιατί άραγε η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, όταν ξεκινήσει τεχνικά, θα διαρκέσει πάνω από δύο χρόνια. Η απάντηση; Διότι υπάρχει το άρθρο 50, το περιεχόμενο και την ύπαρξη του οποίου αγνοούσαν οι γελωτοποιοί Βρεταννοί πολιτικοί που ήθελαν το Brexit.
Υπό αυτή την έννοια, έχει μεγάλη πλάκα ότι την εφαρμογή του άρθρου αυτού για την έξοδο της χώρας του από την ΕΕ θα διαπραγματευθεί ο Βρεταννός ΥΠΕΞ κ. Μπ. Τζόνσον, ο οποίος «εκόπτετο» για το Brexit –και που ίσως υποχρεωθεί να ζητήσει τελικά την παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ, καθ’ όσον το κλίμα βαραίνει πολύ στην χώρα του.
Ας δούμε, λοιπόν, ορισμένες τεχνικές πλευρές της επιστροφής στην δραχμή. Κατά πρώτον, μία χώρα που θέλει να εγκαταλείψει την ΟΝΕ και άρα την ευρωζώνη θα πρέπει να εξέλθει και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί, πολύ απλά, δεν υπάρχει πρόνοια εξόδου μόνον από το ενιαίο νόμισμα. Κατά συνέπεια, πέρα από τον χρόνο της διαδικασίας εξόδου από την ΟΝΕ, θα υπάρξει σοβαρό πρόβλημα εξόδου και από την ΕΕ.
Η Αγγλία δεν αντιμετωπίζει παρόμοιο θέμα γιατί δεν συμμετείχε στην ευρωζώνη. Παρόλα αυτά, το νόμισμά της έχει υποτιμηθεί πάνω από 30% από τον περασμένο Ιούνιο, με αποτέλεσμα οι βρεταννικές εξαγωγές να πηγαίνουν καλά μεν, πλην όμως να μην συμβαίνει το ίδιο και με την τσέπη των πιο αδύναμων πολιτών, οι οποίοι φτωχοποιούνται με ταχύτερους ρυθμούς. Η δε ανεργία αυξάνεται, κυρίως γιατί τράπεζες και εταιρείες παροχής υπηρεσιών εγκαταλείπουν το Ηνωμένο Βασίλειο για να εγκατασταθούν στην Γερμανία κυρίως.
Εντυπωσιακή είναι επίσης η κάμψη των επενδύσεων: επειδή το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να εγκαταλείψει την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, δεν παρουσιάζει πλέον κανένα ενδιαφέρον για εταιρείες που προσβλέπουν στην αγορά αυτή.
Από την άλλη πλευρά, η έξοδος της χώρας από την ενιαία αγορά έχει ήδη σπρώξει πάνω από 400.000 Βρεταννούς να ζητήσουν αλλαγή της εθνικότητάς τους ώστε να παραμείνουν στην διαδικασία της ελεύθερης κυκλοφορίας ατόμων, με παράλληλη ελεύθερη εγκατάσταση εργαζομένων. Οι περισσότερες από τις αιτήσεις αυτές αφορούν την απόκτηση ιρλανδικής εθνικότητας και στηρίζονται σε συγγενικές σχέσεις που οι αιτούντες έχουν στην Ιρλανδία.
Θα πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι σοβαρό πρόβλημα αντιμετωπίζουν βρεταννικές επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε κοινοτικά προγράμματα και άρα, όταν ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση της εξόδου, θα πρέπει να αποσυρθούν από αυτά.
Από τα ολίγα που προηγούνται, εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει τί έχει να συμβεί για μία τριετία ή μία πενταετία στην Ελλάδα –η οποία, όσο απροετοίμαστη ήταν για να ενταχθεί στην σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση και στην ευρωζώνη, τόσο πιο ανέτοιμη θα είναι για να εξέλθει από τις οντότητες αυτές.
Για παράδειγμα, θα πρέπει να φανταστούμε το ύψος του πληθωρισμού, που εκτιμάται ότι θα πάει στο 70% αν όχι παραπάνω, την μαύρη αγορά ευρώ και δολλαρίων, τις απίθανες ελλείψεις σε βασικά αγαθά και κυρίως σε καύσιμα, εισαγόμενα φάρμακα και βασικές πρώτες ύλες, καθώς βεβαίως και την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, το οποίο είναι ήδη πολύ βαρειά τραυματισμένο από την κρίση χρέους της οικονομίας.
Υπό παρόμοιες συνθήκες, αυτοί που σήμερα παίζουν με την δεύτερη αξιολόγηση γνωρίζοντας πολύ καλά ότι δεν θα υπάρξει τέταρτο μνημόνιο, καλά θα έκαναν να προσγειωθούν στην πραγματικότητα.
Και η τελευταία μάς λέει ότι στην παρούσα φάση της διεθνούς αβεβαιότητας και του σκληρού ανταγωνισμού σε όλα τα επίπεδα, η χώρα, περισσότερο από τακτικισμούς και μικροπολιτικά παίγνια, έχει ανάγκη από επενδύσεις, νέα σκέψη και απόλυτη εξωστρέφεια.
Μόνον έτσι θα επιβιώσει η Ελλάδα και όχι με επιστροφή στο παρελθόν –από το οποίο κάποιοι θέλουν να βγάλουν ζουμί, χωρίς ωστόσο να γνωρίζουν τί θα το κάνουν.