Οι χώρες της Νότιας Ευρώπης – και όχι μόνον αυτές – έχουν εγκλωβισθεί στη «θεσμική παγίδα μεσαίου εισοδήματος», σύμφωνα με τον διάσημο οικονομολόγο του Πανεπιστημίου ΜΙΤ και προσφάτως βραβευθέντα με το βραβείο Νομπέλ (μαζί με τους James Robinson και Σάϊμον Τζόνσον) για τις οικονομικές επιστήμες Ντάρον Ατσέμογλου, η οποία δυσχεραίνει υπερβολικά την προσπάθειά τους να εξέλθουν από την κρίση που τις μαστίζει.
Του Κώστα Χριστίδη
Η παγίδα αυτή οφείλεται στην ύπαρξη «οικονομικών θεσμών εκμετάλλευσης» (extractive institutions), όπως: απουσία σταθερού νομικού πλαισίου, επισφαλή δικαιώματα ιδιοκτησίας, προβληματική λειτουργία αγορών με υψηλά εμπόδια εισόδου και άνισο ανταγωνισμό εξαρτώμενο εν πολλοίς από τη δυνατότητα πρόσβασης και επηρεασμού των πολιτικών ηγεσιών που κανονίζουν (εποπτεύουν, παρεμβαίνουν, «ρυθμίζουν») τη λειτουργία της οικονομίας.
Σύμφωνα με τον ίδιο καθηγητή, ο τρόπος με τον οποίο εξελίχθηκαν οι οικονομίες της Νότιας Ευρώπης επί πολλές δεκαετίες δημιούργησε πλήθος εξαρτημένων ομάδων, η καθεμία των οποίων φοβάται τις μεταρρυθμίσεις.
Οι προνομιούχοι του σημερινού καθεστώτος αντιλαμβάνονται τις μεταρρυθμίσεις και, ιδιαίτερα, την τόνωση του ανταγωνισμού ως απειλή δυνάμενη να πλήξει την υπάρχουσα ευημερία τους. Είναι αναμενόμενο, επομένως, ότι θα αγωνισθούν σκληρά για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους, χρησιμοποιώντας προς τούτο όλη την πολιτική επιρροή τους και κάθε θεμιτό ή αθέμιτο μέσο.
Η κατάσταση αυτή δημιουργείται όχι μόνο προς εξυπηρέτηση των οικονομικά αλλά πρωτίστως των πολιτικά ισχυρών και των συμμάχων τους (συνδικαλιστών, ακαδημαϊκών, δημοσιογράφων κ.λπ.).
Επιδιώκοντας όλοι αυτοί το ατομικό τους συμφέρον, όπως άλλωστε και κάθε άνθρωπος, φροντίζουν να συγκαλύψουν την πραγματικότητα επικαλούμενοι διάφορα υψηλόφρονα ιδανικά, όπως αλτρουισμό, κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα (ποιαν ισότητα, αποτελεσμάτων, ευκαιριών, ίσης μεταχείρισης 😉 και τα τοιαύτα.
Κατά παρόμοιο τρόπο, κάθε πολιτικό σύστημα βασίζεται ή επικαλείται, άμεσα ή έμμεσα, κάποιον κώδικα ηθικής. Τα φιλελεύθερα συστήματα θέτουν στο επίκεντρο τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά και θεωρούν ως πρωταρχική αξία την ατομική ελευθερία, τη δυνατότητα δηλ. να θέτει ο καθένας, κατά τη δική του επιλογή, στόχους και να επιδιώκει την υλοποίησή τους υπό τον όρο ότι δεν παραβιάζει τους νόμους και δεν προβαίνει σε εξαναγκασμό άλλων ανθρώπων.
Αντιθέτως, τα κολλεκτιβιστικά/σοσιαλιστικά συστήματα θεωρούν ότι το συμφέρον μιας μειοψηφικής ομάδας - περιλαμβανομένης της πλέον ακραίας μορφής μειοψηφίας, που είναι το άτομο – μπορεί ή πρέπει να θυσιασθεί μπροστά στο συμφέρον της πλειοψηφίας, την οποία εκφράζει η παντοδύναμη κρατική εξουσία.
Για να αντιληφθούμε ποια από τις δύο αντιλήψεις είναι ορθή, ας φαντασθούμε έναν υγιή άνθρωπο να μπαίνει σε ένα νοσοκομειακό θάλαμο, στον οποίο υπάρχουν πέντε άλλοι άνθρωποι που έχουν απεγνωσμένα ανάγκη για μεταμόσχευση ζωτικών οργάνων. Αν μία γυναίκα δεν κάνει μεταμόσχευση καρδιάς, θα πεθάνει σίγουρα. Μία άλλη χρειάζεται ένα ήπαρ, ένας άλλος, ένα νεφρό κ.ο.κ.
Θα θεωρούσαμε αποδεκτό να θυσιάσουμε ένα υγιές άτομο, να πετσοκόψουμε το σώμα του, να αφαιρέσουμε την καρδιά, τα πνευμόνια, το ήπαρ, τα νεφρά του για να τα μεταμοσχεύσουμε στους άλλους πέντε; Ποιά είναι τα όρια καταπατήσεως των δικαιωμάτων ενός ατόμου προκειμένου να προαχθούν τα συμφέροντα μιας πολυπληθέστερης ομάδας άλλων ατόμων;
Το κρίσιμο ερώτημα, επομένως, διαμορφώνεται ως εξής: έχει ο άνθρωπος το δικαίωμα να ορίζει τον εαυτό του, το σώμα του, το μυαλό του, την εργασία του, τα προϊόντα του ή είναι εξάρτημα μίας ομάδας (του κράτους, της κοινωνίας ή μιας άλλης κολλεκτιβιστικής έννοιας) που μπορεί να τον διατάσσει όπως αυτή κρίνει σωστό, να του υπαγορεύει τις πεποιθήσεις της, να του προδιαγράφει κάθε πτυχή της ζωής του, να ελέγχει την εργασία του και να δημεύει διά των φόρων τα προϊόντα του; Το μεγάλο ερώτημα είναι, απλά: είναι ο άνθρωπος ελεύθερος;
Το μόνο πολιτικό σύστημα που στο ερώτημα αυτό απαντά αδίστακτα ‘’ναι’’ είναι ο φιλελευθερισμός και, στην κρίσιμη οικονομική του διάσταση, το σύστημα της ελεύθερης οικονομίας με τη θεσμική αναγνώριση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και τη διαμόρφωση των τιμών, μισθών, ενοικίων, κερδών ως αποτέλεσμα εκούσιων οικονομικών συναλλαγών.
Είναι γεγονός ότι σταδιακά οι φιλελεύθεροι θεσμοί σε πολλές χώρες του κόσμου έχουν υποχωρήσει σε ανεπίτρεπτο βαθμό έναντι του κρατισμού. Εάν περιορισθούμε στη Γηραιά Ήπειρο, τις πιο κακές επιδόσεις στον τομέα αυτό εμφανίζουν όχι πλέον οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (όπως συνέβαινε παλαιότερα) αλλά οι χώρες της Νότιας Ευρώπης μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Δεν είναι μόνον η αφόρητη γραφειοκρατία που κατατρώγει τον πολύτιμο εκείνο πόρο των ανθρώπων που, μόνον αυτός, δεν είναι δυνατόν να αποθηκευτεί και να αντικατασταθεί, δηλαδή τον παραγωγικό τους χρόνο, με άχρηστες διαδικασίες προκειμένου να αποκτούν απασχόληση και εισόδημα κυρίως οι κομματικά αρεστοί.
Είναι, πρωτίστως, η δημευτική φορολογία, που δεν φορολογεί αποκλειστικά εισόδημα ή πραγματοποιούμενη υπεραξία, πλήττοντας έτσι καίρια το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Είναι η μη δυνατότητα δικαστικής επίλυσης μιας φορολογικής διαφοράς εάν δεν προκαταβληθεί σημαντικό ποσοστό του αμφισβητούμενου φόρου.
Είναι η θέσπιση αναδρομικών φορολογιών υπό μορφή έκτακτων εισφορών. Είναι η αντιστροφή του βάρους της αποδείξεως, μέσω τεκμηρίων, ότι ο πολίτης δεν διέπραξε το έγκλημα της φοροδιαφυγής. Είναι οι επανειλημμένες περικοπές συντάξεων βασιζομένων σε ασφαλιστικές εισφορές δεκαετιών, επειδή κατέρρευσε η δημοσιονομική ισορροπία λόγω αλόγιστου δανεισμού. Είναι η καθιέρωση ανώτατου φορολογικού συντελεστή 44 % από ετήσιο εισόδημα 40.000 ευρώ, γεγονός που καταδικάζει τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα σε ‘’παγίδα φτώχειας’’ (poverty trap).
Είναι πράγματι εκατοντάδες οι τρόποι και εντυπωσιακή η επινοητικότητα των μεθοδεύσεων που μετέρχεται προς ικανοποίηση των στόχων του ο αρπακτικός κρατισμός.
Ο καλύτερος, ίσως, τρόπος αντιμετώπισής του, αν και βραδείας επίδρασης, είναι ο οικονομικός εγγραμματισμός των πολιτών. Αυτός, ακριβώς είναι ο βασικός στόχος του νεοσύστατου Ινστιτούτου Δημοσιονομικών και Οικονομικών Μελετών (ΙΔΟΜ), που φιλοδοξεί να συμβάλει στην ορθή οικονομική ενημέρωση των Ελλήνων, προκειμένου να υποστηρίξουν υγιείς δημοσιονομικές πολιτικές που διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη ευημερία και την επιχειρηματική ζωτικότητα.
*Ο Κώστας Χρηστίδης είναι νομικός και οικονομολόγος