Μέχρι και την Κυριακή ολοκληρώθηκε ο πρώτος κύκλος των φθινοπωρινών δημοσκοπήσεων στις οποίες δεν καταγράφεται ΟΥΔΕΜΙΑ ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών.
Είναι ξεκάθαρο πως παρά την «φασαρία» που κάνουν καμιά εκατοστή μαιμουδο-προφίλ στο twitter αλλά και ΣΥΡΙΖΑΙΚΑ Μέσα Ενημέρωσης με μηδενική παρεμβατικότητα, η Κυβέρνηση και προσωπικά ο Μητσοτάκης ΔΕΝ ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΥΝ από τον Τσίπρα.
Ειδικά όταν, ο μέσος όρος των δημοσκοπήσεων του Σεπτεμβρίου εμφανίζει ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΔΙΑΦΟΡΑ από το εκλογικό αποτέλεσμα, δυο χρόνια μετά την νίκη της Νέας Δημοκρατίας, γεγονός πρωτόγνωρο στα Μεταπολιτευτικά χρονικά.
Κάπου εδώ όμως ολοκληρώνονται και οι «καλές ειδήσεις» για τον Μητσοτάκη και την Κυβέρνηση του. Αφού μπορεί μεν να παίζει χωρίς αντίπαλο και ο Τσίπρας να αποδεικνύεται ως ο καλύτερος «πελάτης» του, ο πρωθυπουργός όμως θα κληθεί να διαχειρισθεί τους επόμενους μήνες μια πολύ δύσκολη κατάσταση στην ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ.
Εκεί όπου οι αριθμοί μπορεί μεν να ευημερούν η εικόνα όμως στην αγορά, μόνο θετική δεν είναι.
Ειδικά μάλιστα τώρα που κλείνει ο κύκλος της Πανδημίας και μαζί με αυτή ολοκληρώνεται και η στήριξη χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων και επαγγελματιών.
Πράγματι όλοι οι διεθνείς οίκοι προβλέπουν ΕΚΡΗΚΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ την ερχόμενη τριετία στην Ελλάδα. Ήδη το «έξυπνο χρήμα» κινείται με ταχύτητες φωτός στο παρασκήνιο, αφού βρίσκονται σε εξέλιξη κολοσσιαία deal στην Ενέργεια, στις Κατασκευές, στον Τουρισμό και στο Real Estate.
Την ίδια στιγμή οι προσδοκίες αλλά και οι ευκαιρίες που θα προκύψουν από το Ευρωπαϊκό Πακέτο Στήριξης ενισχύουν το κλίμα αισιοδοξίας της αγοράς, παράγοντες της οποίας παίρνουν ήδη θέση μάχης.
Όλο αυτό όμως το σκηνικό του «ενθουσιασμού» εκτυλίσσεται σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο κορυφαίων επιχειρηματικών κύκλων, την ίδια στιγμή που ο μέσος πολίτης της χώρας, έχει πλέον μπροστά του, να διαχειρισθεί ένα βουνό οικονομικών υποχρεώσεων, που κατά την περίοδο της πανδημίας είχαν κρυφθεί κάτω από το χαλί.
Από τον ΕΝΦΙΑ μέχρι τις δόσεις του δανείου και από τις ρυθμίσεις στην Εφορία μέχρι και τις πληρωμές των λογαριασμών νερού και ρεύματος.
Αυτήν την διαολεμένη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ.
Και ξέρετε τις Κυβερνήσεις ΔΕΝ τις εκλέγουν οι μεγαλοεπιχειρηματίες, παρά τις γνωστές θεωρίες συνομωσίας που αναπαραγάγουν ψεκασμένοι της Αριστεράς και της Δεξιάς, αλλά ο κυρίαρχος λαός. Και αυτό οφείλουν να το συνειδητοποιήσουν και οι εκάστοτε κυβερνώντες που ζαλισμένοι από τις ρεβεράντζες των νταραβεριτζήδων της διαπλοκής ξεχνούν ενίοτε ότι κατέχουν μια προσωρινή θέση.
Αυτό λοιπόν είναι και το μεγάλο στοίχημα, αλλά και η πρόκληση για τον Μητσοτάκη: Πως δηλαδή όλη αυτή η «τρελή» ανάπτυξη που αναμένεται στην χώρα τα επόμενα δύο – τρία χρόνια θα περάσει στην πραγματική οικονομία αλλά και στις τσέπες της Μεσαίας Τάξης.
Το γνωστό δόγμα του καπιταλισμού, «ανάπτυξη ίσον νέες θέσεις εργασίες, ίσον αύξηση των εισοδημάτων, ίσον κατανάλωση, ίσον επιπλέον ανάπτυξη» δεν αρκεί για μια χώρα σαν την Ελλάδα, που η πλειοψηφία των επιχειρηματιών, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι κρατικοδίαιτοι, λειτουργούν ως αρπακτικά.
Θα τα καταφέρει ο Μητσοτάκης, έτσι ώστε ένα τμήμα του οικονομικού πλούτου που ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑΚΑ θα παραχθεί τα επόμενα χρόνια στην χώρα, να κατευθυνθεί ΑΜΕΣΑ στην Μεσαία Τάξη και στα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα;
Αυτό θα κρίνει και το ΠΟΛΙΤΙΚΟ του μέλλον.
Μέχρι στιγμής και σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις της λαϊκής Δεξιάς που έβλεπαν το Κράτος ως «λάφυρο» και «παραμάγαζο» της, η κυβέρνηση του σημερινού πρωθυπουργού έδειξε άλλου τύπου ανακλαστικά προσαρμοζόμενη με εξαιρετική ταχύτητα στις απαιτήσεις των έκτακτων κρίσεων και κλήθηκε να διαχειρισθεί.
Το πιο μεγάλο Στοίχημα όμως για τον Μητσοτάκη είναι μπροστά του.