Πλην όμως δεν κατάλαβε ποτέ ότι στηρίζοντας την άνοδο στη μετακομμουνιστική Ρωσία ενός παμπόνηρου δήθεν «φιλελεύθερου» αξιωματικού της KGB, που θαύμαζε τον «Παίκτη» του Φ. Ντοστογιεφσκι, άνοιγε διάπλατα την πόρτα πρώτον στη δική του πτώση και δεύτερον στην ανάδυση μιας νέας απολυταρχικής εξουσίας.
Η Ρωσία εξάλλου, ιστορικά, ποτέ δεν γνώρισε δυτικού τύπου κοινοβουλευτική δημοκρατία και μάλλον δύσκολα θα γνωρίσει στο μέλλον. Σήμερα λοιπόν, μετά από 21 χρόνια παρουσίας / κυριαρχίας του Βλαδίμηρου Πούτιν στη ρωσική πολιτική σκηνή, αρκετοί πουτινολόγοι ερευνούν το ιστορικό και τη διαδρομή ενός ηγέτη, ο οποίος πριν από όλα αισθάνεται μεγάλη απέχθεια για έννοιες όπως η ελευθερία, η δημοκρατία και η δικαιοσύνη.
Του Αθανάσιου Χ. Παπανδρόπουλου
Εξάλλου, το προσωποπαγές του καθεστώς, στηρίζεται σε αυτήν την απέχθεια, την οποίαν ενίοτε συνοδεύει και με τον εξευτελισμό προσωπικοτήτων που αντιπαθεί ή που θέλει να ξεφορτωθεί. Το ερώτημα που προκύπτει ωστόσο στην περίπτωση Πούτιν είναι πολύ πιο σύνθετο. Το να γνωρίζει κανείς ποιος είναι ο Πούτιν και πώς λειτουργεί η προσωποπαγής εξουσία του είναι επαρκή στοιχεία για να καταλάβει τη Ρωσία; Μήπως οι υπεραπλουστεύσεις εγκυμονούν κινδύνους;
Θεωρούμε ότι η σε βάθος μελέτη της μετασοβιετικής Ρωσίας και το πώς κατέληξε στην προσωποπαγή εξουσία Πούτιν είναι ο καλύτερος τρόπος κατανόησης της πραγματικότητας. Οι προσωποπαγείς απολυταρχίες – με κορυφαία και αυτή της Κίνας σήμερα – διοικούνται μετά την εγκατάστασή τους, από ένα μόνον άτομο που πρέπει να πιστεύει στην παντοδυναμία του. Όμως, προς παγίωση της τελευταίας, οι αυταρχικοί ηγέτες, συχνά πλαισιώνονται από ευκαιριακά πολιτικά κόμματα, νομοθετικά σώματα, και στρατούς με επιρροή, αλλά η εξουσία για σημαντικές αποφάσεις πολιτικής ανήκει πάντα σε ένα άτομο στην κορυφή.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι προσωποπαγείς απολυταρχίες είναι πλέον ο πιο κοινός τύπος απολυταρχίας, υπερτερώντας σε αριθμό τόσο των μονοκομματικών καθεστώτων, όπως αυτά της Σιγκαπούρης και του Βιετνάμ, όσο και των αντίστοιχων στρατιωτικών, όπως της Μιανμάρ.
Οι προσωποπαγείς απολυταρχίες παρουσιάζουν μια σειρά από παθολογίες που είναι γνωστές στους παρατηρητές της Ρωσίας. Έχουν υψηλότερα επίπεδα διαφθοράς από τις μονοκομματικές ή τις στρατιωτικές απολυταρχίες και πιο αργή οικονομική ανάπτυξη, μεγαλύτερη καταστολή, και λιγότερο σταθερές πολιτικές. Οι κυβερνώντες στις προσωποπαγείς απολυταρχίες έχουν επίσης μια κοινή εργαλειοθήκη: πυροδοτούν το αντιδυτικό αίσθημα για να συσπειρώσουν την βάση τους, δημιουργούν δομές διαπλοκής στην οικονομία, ελέγχουν τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, δείχνουν επιλεκτική ανοχή στο οργανωμένο έγκλημα και στοχεύουν πολιτικούς αντιπάλους χρησιμοποιώντας το νομικό σύστημα, για να επεκτείνουν την εκτελεστική εξουσία σε βάρος άλλων θεσμών.
Με πιο απλά λόγια, η προσωποπαγής εξουσία επιδιώκει να δημιουργήσει και το αντίστοιχο πελατειακό κράτος, εγχείρημα που εμπεριέχει και κινδύνους.
Ο απολυταρχικός και μοναδικός ηγέτης δεν διαθέτει πόρτα εξόδου αν η κατάσταση «στραβώσει». Όπως τονίζει ο καθηγητής Μετασοβιετικής Εξωτερικής Πολιτικής του πανεπιστημίου Columbia κ. Timothy Feya, «...οι ηγέτες των στρατιωτικών δικτατοριών μπορούν να υποχωρήσουν στους στρατώνες και οι επικεφαλής των μονοκομματικών δικτατοριών μπορούν να αποσυρθούν σε αξιοζήλευτες θέσεις στο κόμμα, αλλά οι προσωποπαγή δικτάτορες απολαμβάνουν τον πλούτο και την επιρροή τους μόνο όσο παραμένουν στην εξουσία.
Στο πλαίσιο λοιπόν μιας φιλόδοξης μεν αλλά και ευάλωτης Ρωσίας, η τακτική Πούτιν θα είναι η παράταση της ουκρανικής κρίσης, που σημαίνει και άνοδο και της εσωτερικής καταστολής.
Και αυτό ναι μεν είναι μια σοβαρή αδυναμία για παντοδύναμους ηγέτες, πλην όμως, συντηρεί την κρίση που τους κρατάει ενεργούς. Και αυτό είναι το σημερινό σοβαρό πρόβλημα.