Είναι κοινός τόπος στην Κουμουνδούρου και εκτός αυτής: Χωρίς την καθοδήγηση, ίσως και την έγγραφη άδεια, του Παύλου Πολάκη ο Στέφανος Κασσελάκης δεν ανοίγει το στόμα του ούτε για να αναπνεύσει!
Γράφει ο Χρήστος Υφαντής
Ο Παυλάρας, που είναι «καλό παιδί, με μεγάλη καρδιά αλλά ελαφρώς παρεξηγημένο λόγω του εκρηκτικού του χαρακτήρα» ( Ακρίτα έφα) βρέθηκε, με επιμέλεια και σωστή οργανωτική προσέγγιση, από την άνοιξη της διαφαινόμενης διαγραφής του ( την οποία γλίτωσε με γονυκλησίες και παρακάλια στην αυθεντία του προέδρου Αλέξη καθ΄υπόδειξη της Περιστέρας) στο φθινόπωρο της απόλυτης κυριαρχίας του σε ένα κόμμα σπαρασσόμενο από διάφορες δήθεν ιδεολογικο-πολιτικές διαφορές, στην ουσία από άκρατες φιλοδοξίες αρχηγισμού που δεν ευοδώθηκαν, επειδή «ένας ξυπόλητος, με δυο πουκάμισα αδειανά και ένα σκύλο» τους πήρε το κόμμα μέσα από τα χέρια τους κι αυτό δεν αντέχεται, ούτε καταπίνεται.
Σε αυτόν τον εσωκομματικό καμβά ο Πολάκης δεν έχει ουσιαστικό αντίπαλο, επειδή είναι «δολοφόνος». Καμία αριστερή ενσυναίσθηση, κανένα αριστερό ηθικό πλεονέκτημα, καμία συντροφική αλληλεγγύη, κανένας αριστερός ανθρωπισμός δεν πρόκειται να τον εμποδίσει να ολοκληρώσει την κατάληψη της Κουμουνδούρου, εξωθώντας «τα παράσιτα των Omprelistas στην ταπεινωτική έξοδο», χωρίς αυτό να σημαίνει πως «τα βόλια δεν μπορούν να πάρουν και σημερινούς συμμάχους του, αν χρειαστεί».
Ήδη ο «δρακογενιάς» Νίκος Παππάς έχει αισθανθεί τι ακριβώς τον περιμένει μόλις ο Παυλάρας ξεκάνει κομματικά τον Τσακαλώτο και την παρέα του και έχει ανακρούσει πρύμναν στην υπεράσπιση του «Προέδρου Στέφανου», στην ουσία έχει εξαφανιστεί μαζί με τους δικούς του από το προσκήνιο και επιχειρεί παρασκηνιακά να καταλάβει αν οι συμφωνίες που έκανε με την Περιστέρα και την παρέα της ισχύουν ή θα πάει κι αυτός σαν το σκυλί στ΄αμπέλι και θα μείνει απλός παρατηρητής των εξελίξεων να βλέπει τα τρένα να περνούν και τους δικούς του ανθρώπους να τον εγκαταλείπουν μαζικά και να προσχωρούν στον νικητή.
Από αυτό το τσουνάμι «πολακισμού», με τον Πρόεδρο Στέφανο εκφωνητή να διηγείται ανά τας οδούς και τας ρήμας των πόλεων «το ιδεολογικο-πολιτικο μανιφέστο Πολάκη», συσπειρώνοντας γύρω του ό,τι πιο ψεκασμένο και αμετροεπές απόμεινε στον χώρο, δεν έμεινε ανεπηρέαστη ούτε η δελφίνα Έφη (ομού μετά του κ. Τζανακόπουλου), για την οποία η επιβίωση πολιτικά ακόμη και σε ένα σχήμα ημιπαραφρόνων είναι καλύτερη επιλογή από το σέρνεται αριστερά κι αριστερότερα σε δρόμους, πλατείες και κινήματα και να ψάχνει ψηφαλάκια εκεί που πλέον δεν υπάρχουν.
Φρονίμως ποιούσα εγκατέλειψε (προς το παρόν;) κάθε φιλοδοξία και παρέμεινε στο μαντρί, ως επίδοξη διάδοχος σε ένα αόρατο μέλλον στη λογική «από ολότελα, καλή κι η Παναγιώταινα», τα υπόλοιπα περί «ενότητας, ευθύνης και πολιτικής συνεργασίας εντός του ΣΥΡΙΖΑ» είναι για τα μπάζα, ούτε η ίδια που τα εκφέρει με εκείνο το βαριεστημένο και «κουρασμένο» ύφος δεν τα πιστεύει.
Πως τους μάντρωσε όλους ο Παυλάρας και πλέον έχουν μετατραπεί κι οι αριστερότεροι υπερασπιστές της «παγκόσμιας επανάστασης» σε his master voices? Πολύ απλό!
Κατάλαβε νωρίς πως όλοι αυτοί που παριστάνουν (και το έκαναν με επιτυχία τόσα χρόνια) τις αριστερές στελεχάρες και τους Ηρακλείς της ιδεολογικο-πολιτικής καθαρότητας και κληρονομιάς σε αυτό το μόρφωμα δεν είναι (ποτέ δεν ήταν) τίποτε περισσότερο από μερικές παλαιοκομμουνιστικές μετριότητες, ένα πλήθος αγράμματων άεργων ιδεοληπτικών, τους οποίους συνέδεε πάντα η εξουσία σε διάφορες μορφές.
Στην ουσία πρόκειται για ένα εσμό επαγγελματιών της ξάπλας και της ήσσονος προσπάθειας που έμαθαν στην κομματική καλοπέραση, ως δήθεν επαγγελματικά στελέχη ενός ανύπαρκτου οργανισμού, συνέδεσαν απολύτως την ίδια τους την ύπαρξη με την καρέκλα και τα γραφεία, ψυχαναλυτικά είναι πρόδηλες περιπτώσεις ακραίου ιδρυματισμού και κάθε απόπειρα να αυτονομηθούν είναι εκ γενετής καταδικασμένη να καταντήσει γελοία.
Ο Πολάκης εκεί ακριβώς τους απειλεί με έναν ακραίο δήθεν αντισυστημικό λόγο και μια ψεκασμένη, ιδεοληπτική και εσχάτως αντισημιτική συμπεριφορά που συσπειρώνει τα χειρότερα ένστικτα μιας, κατά βάση, ρατσιστικής στην καθημερινότητα της κοινωνικής ομάδας, η οποία ζει για να δει την κατσίκα του γείτονα να πεθαίνει και «την άτιμη τη ζωή» να της ζητάει συγγνώμη που «την πέταξε στους δρόμου την άκρη, την αδίκησε». Στην προσωπική τους αδυναμία να απαντήσουν στο ερώτημα « τι δουλειά ακριβώς κάνετε και πως ζείτε;»
Δεν έχει αντίπαλο σήμερα ο «πολακισμός» στον Σύριζα και λογικά δεν θα έχει ούτε έως τις ευρωεκλογές, όπου θα βρεθεί μπροστά σε μια τεράστια πρόκληση, από το αποτέλεσμα της οποίας θα φανεί αν έχει, τελικά, λόγο ύπαρξης με αυτή τη κορφή ή θα επιδιώξει να βρει κάποια άλλη, περισσότερο γοητευτική πολιτικά.
Απέναντι του οι διάφοροι «Τσακαλώτοι» νιώθουν παγιδευμένοι στην τέλεια παγίδα. Αν μείνουν στον Σύριζα ξεχνάνε κάθε προοπτική να επανέλθει το κόμμα στις εργοστασιακές του ρυθμίσεις, αν φύγουν δεν έχουν την παραμικρή πιθανότητα να υπάρξουν πολιτικά αυτόνομοι και να διεκδικήσουν ζωτικό χώρο.
Σε αυτό ακριβώς το δίλλημα, απαντάει «η θεωρία της καρέκλας» και η σκέψη «που να τρέχουμε τώρα πάλι από την αρχή, ας μείνουμε όσοι γλιτώσουμε και βλέπουμε».