Η βασική διαφορά, σε σχέση με τον εμφύλιο του Ζαχαριάδη, του Βαφειάδη, του Σιάντου και των λοιπών μπουμπουκιών της παλιάς σταλινικής σοβιετίας, είναι πως στο μακρινό 1946 η χώρα δεν αντιμετώπιζε κανένα εξωτερικό κίνδυνο, είχε προσμετρηθεί επισήμως τη Δύση και ο εξ ανατολών γείτονας τελούσε σε προφανή αδυναμία να δέσει τα κορδόνια του, πόσο μάλλον να απειλήσει.
Σήμερα το διακύβευμα είναι η χώρα και η ακεραιότητα της. Ο ΣΥΡΙΖΑ απειλεί ευθέως την ικανότητα της χώρας να αμυνθεί με επιτυχία σε κάθε εξωτερική προσβολή! Το σκηνικό υπαγορεύει τις βασικές εσωτερικές επιλογές, καθώς ο κίνδυνος είναι υπαρκτός, οι απειλές καθημερινές, οι αμφισβητήσεις επίσημες και ο τουρκικός αναθεωρητισμός το βασικό πρόβλημα όλης της περιοχής με την Ελλάδα στο επίκεντρο.
Σε αυτές τις συνθήκες η συστηματική απόπειρα να υπονομευθεί το εσωτερικό μέτωπο για καθαρά κομματικές επιδιώξεις και στοχεύσεις, πολύ δε περισσότερο να τεθεί εν αμφιβόλω η θέση της χώρας στη συμμαχία της Δύσης είναι μια καθαρή απόπειρα να την οδηγήσουν σε μια πιθανή μελλοντική αναμέτρηση (ανεξαρτήτως της μορφής που αυτή θα λάβει) με όρους ήττας, προς όφελος του αντιπάλου. Είναι μια επιλογή εμφυλιοπολεμικής λογικής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει (ποτέ δεν είχε) κανένα απολύτως πρόβλημα να καταταγεί στις πολιτικές δυνάμεις που ζουν και κινούνται στις ακραίες παρυφές του δημοκρατικού τόξου. Αν η πολιτική του δραστηριότητα αφορούσε αποκλειστικά σε θέματα εσωτερικού πολιτικού ενδιαφέροντος θα αποτελούσε μια ακόμη κομματική γραφικότητα αδύναμη να διολισθήσει στην υπονόμευση της ικανότητας της χώρας να υπερασπιστεί την ακεραιότητα της είτε μόνη, είτε σε συμμαχία με άλλες «φίλιες» δυνάμεις στην περιοχή και εκτός αυτής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ από τη φύση του δεν μπορεί να ξεφύγει από την βασική επιλογή όλων των παλαιοκομμουνιστικών μορφωμάτων να λειτουργούν και να υπερασπίζονται «μέχρι θανάτου» τον παρανοϊκό διεθνισμό της 3ης Διεθνούς, στη λογική του οποίου «ένας ιμπεριαλιστικός, έστω και περιφερειακός, πόλεμος μπορεί να λειτουργήσει απελευθερωτικά για τις λαϊκές δυνάμεις των εμπόλεμων και να οδηγήσει σε μια επαναστατική κατάσταση προς όφελος των δυνάμεων της εργατικής τάξης και των εργαζομένων των χωρών αυτών. Άρα ζήτω η συνεννόηση, η φιλία και η συνεργασία των λαώνε και άλλα τριτοδιεθνιστικά ανάλογα».
Η διάθεση του να «ρισκάρει» (κατά Μπαλάφα) μια σύγκρουση με την Τουρκία, ακόμη και με όρους ήττας για τις ελληνικές δυνάμεις, είναι η επιτομή της λογικής των πολιτικών διευθετήσεων στα γεωπολιτικά προβλήματα όπως ακριβώς συνέβη και με τη διαβόητη Συμφωνία των Πρεσπών, με την οποία παραδόθηκαν σε απογόνους σλάβων η μακεδονική εθνικότητα και γλώσσα προς χάρη κάποιων «διαφορών», τεχνητά διαμορφωμένων από την εποχή του Τίτο με την αμέριστη συνδρομή των Ζαχαριαδικών της εποχής εκείνης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί σε κάθε κύτταρο του την επανάληψη της Συμφωνίας των Πρεσπών αυτή τη φορά στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Την επιθυμία του αυτή την έχει διακηρύξει χωρίς ίχνος ντροπής με κάθε πρόσφορο μέσο και λόγο.
Είναι ξεκάθαρο πως η προεκλογική περίοδος προσφέρεται για να σηκωθούν από την Κουμουνδούρου θέματα εξωτερικής πολιτικής, να επικαιροποιηθούν οι παλιές τοποθετήσεις στη Βουλή και να αμφισβητηθεί ευθέως η ικανότητα της χώρας να αμυνθεί με επιτυχία στο σύνολο της επικράτειας της.
Απλός ο λόγος! Για τον ΣΥΡΙΖΑ η επικράτεια είναι «πολιτική υπόθεση», υπάρχει για να προσφέρει δυνατότητες συμφωνιών σε «προοδευτικιά» κατεύθυνση, ο εθνικός χώρος και τα δικαιώματα που εξ αυτού προκύπτουν είναι «προς πολιτική επεξεργασία» ανάλογα με τις ισορροπίες στην περιοχή, η έννοια της ανεξαρτησίας προσαρμόζεται στις συνθήκες και στην ισορροπία δυνάμεων, οι διάφορες παραχωρήσεις δικαιωμάτων είναι μια ευκταία λύση, στο κάτω-κάτω της γραφής «έχει η θάλασσα σύνορα και δεν το ξέρουμε;».
Ότι οι «διαφορές» αυτές προκύπτουν αποκλειστικά από τον αναθεωρητισμό του Ερντογάν και της επίσημης Τουρκίας, καθώς κανένας άλλος στην περιοχή δεν διεκδικεί κάτι περισσότερο από αυτό που του ανήκει (ούτε καν η Λιβύη) είναι, για την ηγεσία της Κουμουνδούρου, μια απλή παρωνυχίδα, μια μικρή λεπτομέρεια που δεν μπορεί να χαλάσει μια υπέροχη ιστορία.
Ο Τσίπρας ζει τον μύθο του ως νέος «αριστερός» Βενιζέλος (αυτό έχει καταλάβει) που λύνει με μαεστρικό τρόπο διεθνείς διαφορές. Στο μυαλό του (λέμε τώρα!) είναι ήδη ένας «Εθνάρχης». Η διάθεση του να αναγορευτεί σε διεθνή παίκτη και να καθοδηγήσει την ευρύτερη περιοχή (γιατί όχι και την Ευρώπη ολόκληρη) με όχημα την προσωπική του αριστεροθολούρα σε μια νέα εποχή στις διεθνείς σχέσεις με όχημα τον διεθνισμό είναι πασίγνωστη στους διαδρόμους της Κουμουνδούρου και αποκαλυπτική μεγαλοϊδεατισμού του (made by Peristera).
Για να τον υπηρετήσει και να τον επιβάλλει δεν έχει κανένα πρόβλημα να οδηγήσει τη χώρα στα άκρα, να εργαλειοποιήσει τις συριζαϊκές άκρες στην ΕΥΠ, στα ΜΜΕ και στη δικαιοσύνη και να δημιουργήσει όσα περισσότερα κενά μπορεί στην εθνική άμυνα. Οι ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και οι εξοπλισμοί του χαλούν το αφήγημα.
Άλλωστε, όπως και από τη στάση του απέναντι στη ναζιστική ρωσική εισβολή στην Ουκρανία προκύπτει ξεκάθαρα, για τον κ. Τσίπρα και την παρέα του «η απάντηση σε κάθε ερώτημα είναι η ειρήνη», όπως ο ίδιος την καταλαβαίνει και συστηματικά την προωθεί.