Αυτήν την εβδομάδα, οι κυβερνήσεις της Ευρώπης άντλησαν κεφάλαια με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων τριών ετών, εκμεταλλευόμενες όχι μόνο τις σταθερές συνθήκες της αγοράς πριν από τη συνήθη «εορταστική ανάπαυλα» του δανεισμού αλλά και τη νέα άνοδο των επιτοκίων.
Οι πωλήσεις χρέους μέσω τραπεζών έφτασαν πλησίον των 7 δισ. ευρώ, τα μισά περίπου εκ των οποίων αφορούν την Ισπανία, αφού αξιοποίησε τη ζήτηση άνω των 85 δισ. ευρώ για να πουλήσει 13 δισ. ευρώ 10ετών ομολόγων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ήρθε δεύτερη με πώληση διπλής δόσης ύψους 7 δισ. ευρώ την Τρίτη.
Αγοράζοντας τώρα, οι οργανισμοί διαχείρισης χρέους μπορούν να αποφύγουν τον αντίκτυπο των ακόμη υψηλότερων επιτοκίων, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αναμένεται να αυξήσει το κόστος δανεισμού τουλάχιστον άλλη μισή μονάδα για να «ρίξει» τον πληθωρισμό.
Ενώ οι αγορές φαίνονται σχετικά ήρεμες προς το παρόν, έχει ήδη σημειωθεί μεγάλη αναταραχή στον χρηματοπιστωτικό κλάδο με την κατάρρευση πολλών τραπεζών. Αυτή η κρίση φαίνεται να έχει περάσει, αλλά οι εκδότες χρέουςμπορεί να είναι επιφυλακτικοί για περισσότερες τριβές στην πορεία, γεγονός που τους ωθεί επίσης να δράσουν τώρα. Η επιθετική νομισματική σύσφιγξη από τις κεντρικές τράπεζες εξακολουθεί να τροφοδοτεί τις αγορές, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί περαιτέρω αναταραχή.
Το ποσό των 26,85 δισ. ευρώ χρέους που πωλήθηκε αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο από τον Οκτώβριο του 2020. Αν εξαιρεθεί αυτός ο μήνας, οπότε η ΕΕ πρόσφερε τα πρώτα της κοινωνικά ομόλογα, πρόκειται για το υψηλότερο ποσό από τον Ιούνιο του 2020.
Στην ευρύτερη πρωτογενή αγορά ομολόγων, οι εκδόσεις αυτή την εβδομάδα ανήλθαν σε περίπου 64 δισ. ευρώ, το υψηλότερο ποσό από τις αρχές Φεβρουαρίου, σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg και τα οποία περιλαμβάνουν επιχειρήσεις, χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και δανειολήπτες του δημόσιου τομέα.
Η Έβελιν Γκόμεζ-Λίχτι, στρατηγική αναλύτρια επιτοκίων της Mizuho International Plc, επεσήμανε επίσης τον αντίκτυπο των υψηλότερων κρατικών εξοφλήσεων. Η ίδια εκτιμά ότι περίπου 880 δισ. ευρώ θα λήξουν φέτος, έναντι 650 δισ. ευρώ το 2022. Αυτό θα αυξήσει τη δυνητική δεξαμενή χρημάτων που αναζητούν στέγη σταθερού εισοδήματος στην Ευρώπη.
Οι κρατικοί εκδότες προλαβαίνουν επίσης το τέλος των ροών επανεπένδυσης ομολόγων της ΕΚΤ στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων της. Ο τερματισμός αυτών των αγορών – οι οποίες ανέρχονται κατά μέσο όρο σε 15 δισ. ευρώ μηνιαίως – θα αφαιρέσει έναν σημαντικό αγοραστή από την αγορά, αν και τα εν λόγω ομόλογα θα συνεχίσουν να επανεπενδύονται τουλάχιστον μέχρι το τέλος του επόμενου έτους.