Μπορεί η οικονομία της Κίνας να ανακάμπτει σταθερά μετά την πανδημία -σε νέα έκθεση ο ΟΗΕ προβλέπει για τον ασιατικό «γίγαντα» ανάπτυξη 5,3% φέτος.
Όμως για τους Κινέζους της γενιάς των Millennials -που κυμαίνονται περίπου μεταξύ 25 και 40 ετών και απαρτίζουν μια κρίσιμη ομάδα καταναλωτών- η λιτότητα δείχνει να είναι η νέα… αρετή.
Στα κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης δίνουν ο ένας στον άλλο συμβουλές για το πώς να εξοικονομούν χρήματα και να βγάλουν το μήνα.
Δημοφιλείς εγχώριοι influencers προτείνουν πλέον έναν μινιμαλιστικό τρόπο ζωής.
Δείχνουν σε βίντεο πώς να φτιάξει κανείς ένα δείπνο με κόστος λιγότερο από 10 γουάν (περίπου 1,3 ευρώ) και πώς να τα βγάλει πέρα κανείς στις όλο και πιο ακριβές κινεζικές μητροπόλεις με πενιχρούς κατώτατους μισθούς.
Αυτά ενώ η ανεργία των νέων έχει εκτοξευτεί στο 19,5%, σχεδόν 3% υψηλότερο από τον περασμένο Δεκέμβριο και ιστορικό ρεκόρ για την Κίνα.
Πρόκειται για μια «στρατιά» περίπου 30 εκατομμυρίων ανέργων ηλικίας 16 έως 24 ετών.
Η αύξηση καταγράφεται παρά το τέλος της πολιτικής «μηδενικών κρουσμάτων» του Πεκίνου για την πανδημία της COVID-19.
Η ανησυχία και η απόγνωση αποτυπώνεται πλέον στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου πολλοί νέοι αυτοχαρακτηρίζονται ως «Κονγκ Γιτζί»: έναν χαρακτήρα της κλασικής κινεζικής λογοτεχνίας, με εξαιρετική μόρφωση και μεγάλη απέχθεια για τη χειρωνακτική εργασία εν μέσω οικονομικής κρίσης.
Οι διαδικτυακές διαμαρτυρίες επικρίθηκαν από τα κρατικά ΜΜΕ της Κίνας, με αναφορές για οκνηρούς νέους που θα πρέπει λίγο-πολύ να ξεκαβαλήσουν το «καλάμι» τους και να πέσουν με τα «μούτρα» στη δουλειά, ακόμη και στη γεωργία.
Η θεώρηση αυτή προκάλεσε ένα νέο κύμα διαδικτυακών αντιδράσεων, με τους νέους να καταφέρονται κατά των κρατικών αρχών ότι αποποιούνται των ευθυνών τους, σε μια παράταιρη μετάθεση ευθυνών για την κατάσταση της κινεζικής οικονομίας.
Τα σχόλια αυτού του τύπου γρήγορα λογοκρίθηκαν.
Όπως το πρόβλημα της ανεργίας των νέων παραμένει…
Η γενική έως τώρα πεποίθηση στην Κίνα ήταν ότι μια καλή εκπαίδευση θα οδηγούσε σε μια καλά αμειβόμενη θέση εργασίας.
Όμως η μετα-COVID πραγματικότητα έχει αλλάξει, τουλάχιστον προσώρας, τα δεδομένα.
Οι θέσεις εργασίας για πτυχιούχους έχουν μειωθεί.
Πολλοί κολοσσοί, κυρίως στους κλάδους της τεχνολογίας και των ακινήτων -υπό κρατική καταστολή και κρίση αντιστοίχως- όχι μόνο σταμάτησαν τις προλήψεις, αλλά προχώρησαν και σε απολύσεις.
Μόνο η Alibaba απέλυσε τουλάχιστον 19.000 εργαζομένους πέρυσι…
Οι απόφοιτοι πανεπιστημίων εν τω μεταξύ στοιβάζονται στην ουρά για την εύρεση μιας θέσης εργασίας.
Σύμφωνα με το κινεζικό υπουργείο Παιδείας, πέρυσι υπήρχαν πάνω από 10 εκατομμύρια. Άλλα 11,6 εκατομμύρια αναμένονται φέτος.
Στο μεσοδιάστημα, επιδόματα ανεργίας για τους νέους δεν υπάρχουν.
Η προοπτική της κοινωνικής ανέλιξης, που αποτέλεσε κίνητρο για τις προηγούμενες γενιές με σκληρή δουλειά και πολλές θυσίες, φαντάζει πλέον ως φενάκη.
Ακόμη και όσοι εργάζονται δύσκολα τα φέρνουν πέρα. Για τους περισσότερους, ο μισθός έχει εξαϋλωθεί μέχρι το τέλος του μήνα.
Με τις τιμές των ακινήτων στις πόλεις της Κίνας στα ουράνια, το παιδικό δωμάτιο στο πατρικό παραμένει ο τόπος κατοικίας.
Σχέδια για γάμο και τη δημιουργία οικογένειας -κατεύθυνση προς την οποία ασκεί πιέσεις το Πεκίνο για την καταπολέμηση της δημογραφικής γήρανσης και παρακμής- μπαίνουν μοιραία στον «πάγο».
Έρευνες δείχνουν ότι το 40% όσων εργένηδων έχουν κάνει την επανάστασή τους, με οικονομική ανεξαρτητοποίηση από τους γονείς τους και ζουν μόνοι τους σήμερα σε μεγάλες πόλεις -όπως το Πεκίνο, η Σαγκάη, η Γκουανγκτζού ή η Σεντζέν- βγάζουν ασθμαίνοντας τον μήνα.
Σύμφωνα με το UN-ΗΑΒΙΤΑΤ, το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για τους Ανθρώπινους Οικισμούς, η στέγαση θεωρείται προσιτή όταν η αναλογία του κόστους με το εισόδημα είναι ένα προς τρία ή μικρότερη.
Στην περίπτωση των Κινέζων Millennials (και όχι μόνο, φυσικά) αυτό αποτελεί ένα άπιαστο όνειρο.
Τουλάχιστον όχι στις μεγάλες πόλεις.
Όχι τυχαία μάλιστα, εδώ και μερικούς μήνες, μια πάλαι ποτέ εγκαταλελειμμένη πόλη ορυχείων στο μακρινό βορρά της Κίνας έχει γίνει για πολλούς μια οιονεί… «Μέκκα» ενηλικίωσης, ως η φθηνότερη πόλη της Κίνας.
Πρόκειται για την βορειοανατολική πόλη Χεγκάνγκ, κοντά στα σύνορα με τη ρωσική Άπω Ανατολή.
Προσφέρει σπίτια προς πώληση με λιγότερο από 10.000 ευρώ και τα έξοδα θέρμανσης πληρωμένα από το κράτος.
Όμως ακόμη και εκεί η φθηνότερη ζωή έχει υψηλό τίμημα.
Τον χειμώνα η θερμοκρασία πέφτει πολλούς βαθμούς υπό το μηδέν και το κοντινότερο νοσοκομείο απέχει αρκετές ώρες.
Προφανώς για αρκετούς αποτελεί αναγκαία, παρά ιδεατή λύση. Ολοένα και περισσότεροι νέοι -άνεργοι και μη- απογοητευμένοι από την έλλειψη επαγγελματικής προοπτικής μετά τις σπουδές τους, παραμένουν μαραζώνοντας στην ασφάλεια του πατρικού τους.
Τώρα, δε, έχει αρχίσει να διαμορφώνεται μια νέα τάση στις τάξεις τους.
Την αποκαλούν «μικρή, αλλά σίγουρη ευτυχία». Οριοθετείται μέσα από μικροπράγματα που μπορεί κανείς να κάνει ή να αποκτήσει στην καθημερινότητά του, ως… καταναλωτική ψυχοθεραπεία.
Μπορεί να είναι από έναν καφέ, έως ένα ταξίδι.
Σίγουρα δεν στηρίζει την αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης στα επίπεδα που επιδιώκει η κινεζική κυβέρνηση.
Ούτε μπορεί να αποτελέσει λύση, ως μια μικρή αίσθηση ευτυχίας σε αντιστάθμισμα της απώλειας μακροπρόθεσμων στόχων στη ζωή.