Αν και η «διπλωματία των σεισμών» άλλαξε προς στιγμή το κλίμα και δημιούργησε «παράθυρο ευκαιρίας» για μια νέα σελίδα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, εντούτοις ήρθε η ίδια η πραγματικότητα να διαψεύσει τις υψηλές προσδοκίες.
Εξάλλου, η ελληνική πλευρά δεν έτρεφε αυταπάτες, καθώς γνωρίζει ότι η Άγκυρα δεν θα άλλαζε τη στρατηγική της, αλλά χάριν των γεγονότων του περασμένου Φεβρουαρίου άλλαξε τακτική, καθώς βρέθηκε σε δύσκολη θέση.
Δεν πρέπει να λησμονεί κανείς ότι το θέμα των σχέσεων με την Ελλάδα βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα της σύγκρουσης μεταξύ ισλαμιστών και κεμαλικών, την ώρα που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η προεκλογική περίοδος στη γειτονική χώρα και με το μέλλον του Ταγίπ Ερντογάν να είναι αβέβαιο.
Από τη δική τους πλευρά τα κυβερνητικά στελέχη στην Ελλάδα έχουν ξεκαθαρίσει ότι δεν έχουν αρνηθεί ποτέ το διάλογο με την Τουρκία, όταν αυτός γίνεται με καλή πίστη και στη βάση του Διεθνούς Δικαίου με σκοπό την ειρηνική επίλυση των διαφορών μας μεταξύ των δύο πλευρών.
Πέρα από κάθε αμφιβολία το θετικό κλίμα των προηγούμενων εβδομάδων θα μπορούσε να αξιοποιηθεί, ώστε οι ελληνοτουρκικές σχέσεις να πάνε ένα βήμα παρακάτω. Αλλά τα όσα είπε τα προηγούμενα εικοσιτετράωρα ο κ. Τσαβούσογλου ήρθαν να επιβεβαιώσουν τις ανησυχίες εκείνων που πίστευαν ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική δεν αλλάζει τόσο εύκολα.
Από την Αθήνα έχουν διαμηνύσει με κατηγορηματικό τρόπο ότι η Τουρκία οφείλει να σταματήσει την αμφισβήτηση της κυριαρχίας των ελληνικών νησιών στο ανατολικό Αιγαίο, ενώ δίνουν έμφαση στο γεγονός ότι οι Τούρκοι έχουν θέσει αβάσιμα και ευθέως θέμα αποστρατιωτικοποίησής τους.
Η Ελλάδα έχει καταστήσει σαφές ότι μπορεί να συζητήσει μία και μοναδική διαφορά, την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ. Μετά τις εκλογικές διαδικασίες και στις δύο χώρες αναμένεται να ξεκινήσει μια νέα περίοδος στις σχέσεις Αθήνας-Άγκυρας, όπου θα δοκιμαστούν κάτω από το πρίσμα δύο ηγεσιών με νωπή τη λαϊκή εντολή.