Η παγκόσμια οικονομία έχει εξέλθει από την περίοδο της ποσοτικής χαλάρωσης, «φορτωμένη» με υπερβολικά χρέη. Οι ισολογισμοί των δανειζόμενων έχουν πια «κοκκινήσει», ενώ το συνολικό χρέος των νοικοκυριών, των εταιρειών και των κυβερνήσεων έχει φτάσει τα $290 τρισ., αυξημένο κατά 1/3 σε σχέση με πριν από μία δεκαετία, σύμφωνα με το Institute of International Finance (IIF).
Αν και το παγκόσμιο χρέος έχει μειωθεί σε σχέση με το πανδημικό υψηλό, οι κίνδυνοι που προκαλεί σε ό,τι αφορά τις αγορές και τη χρηματοοικονομική σταθερότητα αυξάνονται. Πολλοί δανειολήπτες τώρα αντιμετωπίζουν αυξημένα επιτόκια τη στιγμή που η Fed, η ΕΚΤ και πολλές άλλες κεντρικές τράπεζες προχωρούν σε επιθετική σύσφιξη της νομισματικής τους πολιτικής σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης του πληθωρισμού.
Αν και πολλά εκ των δανείων αυτών ελήφθησαν την περίοδο που τα επιτόκια ήταν χαμηλά, ορισμένα νοικοκυριά θα αναγκαστούν να πληρώσουν αυξημένες δόσεις τη στιγμή που το κόστος διαβίωσης αποδεικνύεται ήδη δυσβάσταχτο. Στο δυσμενέστερο σενάριο, ενδέχεται να υπάρξει μία νέα παγκόσμια κρίση χρέους όπως αυτή του κραχ της ιαπωνικής οικονομίας τη δεκαετία του ‘90 αλλά και τις πιο πρόσφατες παγκόσμιες κρίσεις στις ΗΠΑ και την Ευρωζώνη.
Σύμφωνα με τον Σων Σίμκο, στέλεχος της SEI Investments Co «τα αυξημένα επιτόκια αποτελούν μία απειλή η οποία πλησιάζει τις κυβερνήσεις, τις εταιρείες και τα νοικοκυριά αργά αλλά σταθερά. Σε λίγο καιρό, η απειλή αυτή θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και τότε θα είναι πολύ αργά».
Το νέο «Big Short»
Οι ανεπτυγμένες οικονομίες μπορούν, μεν να αντέξουν υπό το βάρος των αυξημένων επιτοκίων για λίγο καιρό, αλλά οι επενδυτές ανησυχούν για τις ασταθείς οικονομίες της Ιταλίας και της Βρετανίας. Ο κίνδυνος είναι ακόμα μεγαλύτερος στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ιδιαίτερα αυτές οι οποίες έχουν χρέη σε δολάρια. Όσο για τις εταιρείες, η έλλειψη ρευστότητας έχει ήδη αρχίσει να γίνεται αισθητή, ενώ τα νοικοκυριά λυγίζουν υπό το κόστος της ενεργειακής και πληθωριστικής κρίσης.
«Θυμηθείτε το Big Short», τόνισε ο αναλυτής της TS Lombard, Ντάριο Πέρκινς, αναφερόμενος στο βιβλίο και την ταινία για την κατάρρευση των subprime ενυπόθηκων το 2008. «Η βόμβα αυτή που είναι έτοιμη να σκάσει μπορεί να μην αφορά την αμερικανική αγορά, αλλά αφορά σίγουρα άλλες».
Ο Καναδάς, η Βρετανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Σουηδία, η Νορβηγία και η Ολλανδία έχουν σημαντικά αυξημένα ποσοστά χρέους. Στην Ασία, η Νότια Κορέα, η Μαλαισία και η Ταϊλάνδη βρίσκονται σε αντίστοιχα δυσμενές σημείο, σύμφωνα με τον Τζόναθαν Κόρνις της Fitch Ratings.
Το IIF υπογραμμίζει πως οι εταιρείες (εκτός του χρηματοοικονομικού τομέα) ήταν, μαζί με τις κυβερνήσεις, οι μεγαλύτεροι δανειζόμενοι την περίοδο της φθηνής χρηματοδότησης και δεν μπορούν πια να χρησιμοποιήσουν το δανεισμό ως μέθοδο καταπολέμησης των προβλημάτων τους.
Η αύξηση του κόστους δανεισμού ενδέχεται να αυξήσει το ποσοστό των επιχειρήσεων οι οποίες έχουν αρκετά έσοδα μόνο για την εξυπηρέτηση των χρεών τους και δεν αναπτύσσονται, γνωστές και ως «εταιρείες-ζόμπι». Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, το 1/5 των εισηγμένων εταιρειών άνηκαν σε αυτή τη λίστα ακόμα και την περίοδο των χαμηλών επιτοκίων. Οι εταιρείες αυτές ενδέχεται πια να καταρρεύσουν.
«Πρόκειται για μία φούσκα όπως αυτή των dot.com», υπογράμμισε ο Chief Investment Officer της Guggenheim Investments, Σκοτ Μίνερντ σε συνέντευξή του στο Bloomberg TV, προσθέτοντας πως «αν και πολλές εταιρείες βγάζουν χρήματα αυτή τη στιγμή, υπάρχει και πλήθος εταιρειών το οποίο δεν αναπτύσσεται».
Στις ΗΠΑ, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ενδέχεται να αντιμετωπίσουν σημαντικά προβλήματα, σύμφωνα με την επικεφαλής οικονομολόγο της Jefferies LLC, Ανέτα Μαρκόφσκα: «Οι εταιρείες αυτές ενδέχεται να προχωρήσουν σε απολύσεις το 2023, όταν θα αρχίσουν να νιώθουν την πίεση που ασκούν τα αυξημένα επιτόκια της Fed».
Η Μαρκόφσκα προβλέπει δημιουργία προβλημάτων και στις αγορές ιδιωτικής πίστωσης όπου οι επενδύσεις πολλές φορές συμπεριλαμβάνουν δανεισμένα κεφάλαια: «Πολλές μοχλευμένες συμφωνίες έχουν λάβει χώρα τα προηγούμενα χρόνια. Κανείς δεν περίμενε, όμως, πως τα επιτόκια μπορεί να αυξηθούν κατά 5%».
Δημόσιο χρέος
Ακόμα και οι κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων χωρών που δανείζονται σε εγχώρια νομίσματα δεν βρίσκονται στο απυρόβλητο, όπως αποδείχθηκε πρόσφατα και από την κατάρρευση της βρετανικής αγοράς ομολόγων κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας της Λιζ Τρας. Η νέα κυβέρνηση του Ρίσι Σούνακ η οποία κατάφερε να εξισορροπήσει την αγορά, αναμένεται να κληθεί να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις των αυξημένων επιτοκίων το 2023. Στην Ευρωζώνη, η ΕΚΤ έχει στηρίξει το υπέρογκο ιταλικό δημόσιο χρέος στο παρελθόν, αλλά εάν κληθεί να το κάνει ξανά, πολλά θα είναι τα κράτη-μέλη τα οποία θα ασκήσουν βέτο σε μία τέτοια απόφαση.
Η έκταση της ζημιάς θα εξαρτηθεί από το ποσοστό κατά το οποίο θα αυξηθούν τα επιτόκια. Μία γρήγορη, «Πύρρειος νίκη» ενάντια του πληθωρισμού θα μπορούσε να οδηγήσει σε χαλάρωση της νομισματικής σύσφιξης, αλλά προς το παρόν, δε φαίνεται φως στο πληθωριστικό τούνελ.