Στο άβατο του Περισσού οι τελευταίοι (;) Πάπες του διεθνούς σταλινισμού ανακάλυψαν, 57 χρόνια μετά, πως οι ΗΠΑ δεν ευθύνονται για την εγκαθίδρυση της δικτατορίας στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1967, αφού, βεβαίως, από τότε μέχρι και τώρα έβγαλαν πολιτικό και κανονικό μεροκάματο από τους σανοφάγους πουλώντας αριστεροσύνη, επανάσταση, πολιτικό (και φυσικό αν χρειάζονταν) τσαμπουκά και ηθικό πλεονέκτημα.
Στην Κουμουνδούρου ο επαναστάτης της Goldman Sachs, ιδιοκτήτης εταιρειών οφσόρ, κατά κόσμον Στέφανος Κασσελάκης διέγραψε τον τιτανοτεράστιο παράγοντα της πρωινάδικης μπουτούδικης αριστεράς Δημήτρη Παπανώτα και πολύ το χάρηκε, αφού πρώτα τον είχε περιλάβει , τιμή και δόξη, στη λίστα των υποψήφιων ευρωβουλευτών, εκλεγμένο μάλιστα με τις ψήφους των μελών του κόμματος, άρα ευρύτερα νομιμοποιημένο! Ψέλλισε και κάτι για «ηγέτες» και «πόπολο» και πολύ το φχαριστήθηκε κι ο ναύαρχος που κατάντησε τώρα στα γεράματα μούτσος να δένει στα νησιά, κολαούζος του εκλεκτού.
Στα καφενεία δίπλα από την Κουμουνδούρου τα ορφανά του Αλέξη Τσίπρα με πρώτη την Όλγα κλαίνε με μαύρο δάκρυ και αγανακτούν με ιερή αγανάκτηση στη θέα του άλλοτε άχαστου ηγέτη που βγαίνει κάθε εκατό χρόνια να παριστάνει την γλάστρα του Κασσελάκη και να ευλογεί με την παρουσία του στη σχετική εκδήλωση και την άνοδο του στην εξέδρα το ψηφοδέλτιο του «Κασσελακικού», που έχει διαδεχθεί επισήμως τον ΣΥΡΙΖΑ, περιφέρονται στα μπαρ και στις ταβέρνες κομματικά ανέστιοι και υποτακτικοί της Τζάκρη αναζητώντας ρόλο για το σαρκίο τους.
Ήδη ξεκίνησαν τις κουβέντες για την επόμενη μέρα, αλλά αυτή τη φορά δεν υπάρχει γι΄αυτούς οδός, δεν υπάρχει πλοίο στο μόρφωμα που ακόμη υπηρετούν, οι παλιές καλές εποχές με την ίντριγκα και την συνομωσία πέρασαν ανεπιστρεπτί, τίποτε και κανένας δεν μπορεί να τις φέρει πίσω, ειδικά ο Αλέξης.
Στην Πατησίων, στο φρούριο της Έφης και του Χαρίτση επικρατεί παντελής άπνοια, κανένας δεν ασχολείται μαζί τους, κανένα δε ενοχλούν με όσα λένε, μέχρι κι ο Πετράκης ο Κόκκαλης τους εγκατέλειψε ασπλάχνως και τρέχει με κάτι Οικολόγους-Πράσινους (αυτός, ο γιός του «κόκκινου» Σωκράτη), μια κατάσταση «ίσα βάρκα, ίσα πανιά», λες και πρόκειται για εγκεφαλογράφημα πεθαμένου.
Η εικόνα δεν είναι απλώς απογοητευτική, είναι παρακμιακή. Η «εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα αριστερά» της μεταπολίτευσης βλέπει, με τρόμο στα μάτια της, να χάνεται το πλοίο στον ορίζοντα κι αυτή να έχει απομείνει στο λιμάνι και να κουνάει μαντήλι στην ιστορία που χάνεται, στο μέλλον που την εγκαταλείπει και στις πολιτικές ευκαιρίες που δεν θα ξαναρθούν ποτέ.
Σε ένα κόσμο που αλλάζει με ταχύτητες ΑΙ και διαμορφώνει νέα δεδομένα κάθε ώρα η εγχώρια αριστερά μοιάζει φτερό στον άνεμο, αντιμετωπίζει δομικά προβλήματα απλής επαφής με το νέο περιβάλλον, εμφανίζεται πολιτικά αγράμματη και ιδεολογικά δυσλεκτική, τρέμει το πολιτικό περιθώριο που έρχεται και προσδένεται ακόμη περισσότερο στις παλιές δοξασίες μέσα από τις οποίες προσπαθεί να ερμηνεύσει το μέλλον που δεν της ανήκει.
Πολιτικό απολίθωμα άλλων εποχών και αιώνων, με αναλυτικά εργαλεία της ξεχασμένης πλέον πρωτοκαπιταλιστικής περιόδου, σφυριά και δρεπάνια σε κόκκινο φόντο, ζηλωτές ιστορικών δολοφόνων, νομιμοποιητές κοινωνικών και ταξικών πογκρόμ, περιφερόμενα πολιτικά απορρίμματα επιβιώνουν χάρις στην εμπεδωμένη απάθεια και στην πολιτική υστεροβουλία ενός τμήματος της κοινωνίας των πολιτών, έως ότου η δεδομένη τεχνολογική πρόοδος τους οδηγήσει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, ως προγλωσσικούς πολιτικούς σχηματισμούς.
Δεν είναι τυχαίο πως όταν τα πολιτικά διακυβεύματα ξεπερνούν τις συνήθεις κομματικές παλαβομάρες επικρατεί στο χώρο μια πρωτοφανής αφωνία, κυριαρχούν αναμασήματα και επαναλήψεις αναπαλαιωμένων τσιτάτων, προτάσσονται επικλήσεις σε ιστορικά γεγονότα τν αρχών του περασμένου αιώνα και περιφέρονται, δίκην κομματικών και ιδεολογικών επιταφίων, τα λείψανα των πρώτων «μαρτύρων».
Κανονικές παραθρησκευτικές οργανώσεις, κάτι σαν «η Ζωή» και «ο Σωτήρ» της δεκαετίας του εξήντα. Πάντα είχε ένα θέμα η αριστερά με την συγκυρία και τις αποφάσεις αποχώρησης, ποτέ δεν κατάφερε να συγχρονίσει αυτές τις δύο παραμέτρους γι’ αυτό σέρνεται στο χρόνο και καταντάει ένα τοτέμ πολιτικό.