H πρόσφατη αύξηση των αρνητικών κινδύνων ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ έχει ενισχύσει τα σενάρια μείωσης των επιτοκίων στην επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τον Σεπτέμβριο – υπό την προϋπόθεση ότι ο αποπληθωρισμός βρίσκεται πράγματι σε καλό δρόμο, εκτιμά ο επικεφαλής της φινλανδικής κεντρικής τράπεζας Όλι Ρεν σε εκδήλωση στη Νέα Υόρκη.
Ο Ρεν επανέλαβε προηγούμενα σχόλια ότι η πορεία του πληθωρισμού προς τον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ για το 2% είναι ακόμη πιθανό να είναι «ανώμαλη» φέτος, αλλά ότι η τράπεζα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο από το 10,6% που έφτασε τον Οκτώβριο του 2022.
«Εν τω μεταξύ, τα κακά νέα αφορούν τις προοπτικές ανάπτυξης: δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ανάκαμψης του μεταποιητικού τομέα, παρόλο που οι παράγοντες του ενεργειακού κόστους που οδήγησαν στην αδύναμη επίδοση φαίνεται να έχουν σε μεγάλο βαθμό εκλείψει», δήλωσε ο Ρεν.
Τα σχόλια του Ρεν είναι από τα πρώτα από μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών της ΕΚΤ και καταφθάνουν λιγότερο από ένα μήνα πριν από τον επόμενο καθορισμό των επιτοκίων. Μετά τη μείωση-ορόσημο του Ιουνίου, η συνεδρίαση πολιτικής του Σεπτεμβρίου θα καθορίσει αν οι αξιωματούχοι θεωρούν ότι ο πληθωρισμός μετριάζεται επαρκώς ώστε να επιτραπεί μια δεύτερη μείωση, όπως γράφει το Bloomberg.
Οι νέες τριμηνιαίες προβλέψεις για τις τιμές καταναλωτή και την οικονομική ανάπτυξη θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην απόφαση αυτή. Ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε απροσδόκητα στο 2,6% τον Ιούλιο, ενώ τα στοιχεία για την παραγωγικότητα αμφισβήτησαν περαιτέρω την ικανότητα της ΕΚΤ να επιτύχει τον στόχο της για τιμές 2% στο τέλος του 2025, όπως προβλέπει σήμερα.
Ταυτόχρονα, υπάρχουν ενδείξεις ότι η οικονομία τα πηγαίνει χειρότερα από ό,τι αναμενόταν – ακόμη και μετά την ανάπτυξη το δεύτερο τρίμηνο που ξεπέρασε τις προσδοκίες των οικονομολόγων.
Οι αγορές προεξοφλούν τουλάχιστον δύο ακόμη μειώσεις των επιτοκίων φέτος.
Ο Ρεν δήλωσε ότι η αβεβαιότητα από τους πολέμους και τις συγκρούσεις στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή είναι μεταξύ των παραγόντων που εξηγούν τις αδύναμες προβλέψεις οικονομικής ανάπτυξης για την Ευρώπη φέτος. Πρόσθεσε ότι το διευρυνόμενο χάσμα παραγωγικότητας μεταξύ της Ευρώπης και των ΗΠΑ αποτελεί «άμεση ανησυχία».
«Εάν οι επενδύσεις στον τομέα της μεταποίησης δεν πάρουν τα πάνω τους και η ανάπτυξη συνεχίσει να εξαρτάται από τις υπηρεσίες, η προβλεπόμενη ανάκαμψη της αύξησης της παραγωγικότητας μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο», είπε. «Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη ότι η επιβράδυνση της βιομηχανικής παραγωγής μπορεί να μην είναι τόσο προσωρινή όσο υποτίθεται».