Οι πολυεθνικές πραγματοποιούν το ήμισυ των κερδών τους, στα οποία επιβάλλεται χαμηλή φορολογία, όχι σε χώρες που φημίζονται για την ευνοϊκή φορολογία τους, αλλά σε αυτές που ανακοινώνουν θεωρητικά υψηλά ποσοστά φορολόγησης, σύμφωνα με μελέτη που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα από τον ΟΟΣΑ.
Δεν πρόκειται για ύποπτες φορολογικές διευθετήσεις, αλλά για πολιτικά μέτρα, όπως φοροαπαλλαγές για έρευνα ή διάφορα φορολογικά πλεονεκτήματα, τα οποία προσφέρονται στις επιχειρήσεις για να προσελκύσουν τις επενδύσεις τους.
«Πολυάριθμες δικαιοδοσίες, που θεωρείται τυπικά ότι έχουν αυξημένη φορολογία, προσφέρουν διάφορα κίνητρα που μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικά μειωμένη φορολογία», εξηγεί ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).
Οι χώρες με υψηλά επίσημα ποσοστά φορολόγησης (άνω του 15%) δεν τα εφαρμόζουν πάντα: περισσότερο από το ένα τέταρτο των κερδών φορολογούνται στην πραγματικότητα εκεί με ποσοστά κάτω του 15%. Όμως το αντίθετο σπάνια ισχύει: σε χώρες που ανακοινώνουν ποσοστά φορολόγησης κάτω του 5%, «σχεδόν το σύνολο» των κερδών φορολογείται μ’ αυτό το πραγματικό ποσοστό.
Πρόκειται, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, για μία από τις πρώτες τόσο ακριβείς αναλύσεις της πραγματικής φορολόγησης ανά χώρα, η οποία αναμένεται ότι θα φέρει αλλαγές στη συζήτηση που αντιπαραθέτει παραδοσιακά τις χώρες με χαμηλή φορολογία, έναντι εκείνων με υψηλότερα ποσοστά φορολόγησης. Αν δεν ληφθούν υπόψη τα πραγματικά ποσοστά «μπορεί να υπάρξουν εσφαλμένες εκτιμήσεις για τον αντίκτυπο διαφόρων διεθνών μεταρρυθμίσεων», όπως η ελάχιστη φορολόγηση των επιχειρήσεων, σημειώνει ο ΟΟΣΑ.
Το παγκόσμιο ποσό των κερδών που φορολογούνται με χαμηλά ποσοστά μπορεί εξάλλου να είναι «σαφώς υποτιμημένο» από ένα μέρος των σημερινών αναλύσεων, επισημαίνεται στη μελέτη.
Εξάλλου ο ΟΟΣΑ σημειώνει πως «ο τόπος όπου δηλώνονται τα κέρδη και αυτός στον οποίο ασκούνται οι οικονομικές δραστηριότητες εξακολουθούν να διαφέρουν», πράγμα που «υπογραμμίζει τη σημασία της εφαρμογής μιας διεθνούς φορολογικής συμφωνίας».