Επί τα χείρω αναθεώρησε τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη της οικονομίας της Κίνας η Παγκόσμια Τράπεζα, τόσο για φέτος όσο και για το 2023, με φόντο την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας της πανδημίας του κοροναϊού και της κρίσης στον τομέα των ακινήτων.
Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου αναμένεται φέτος να καταγράψει ανάπτυξη με ρυθμό 2,7% του ΑΕΠ και 4,3% το 2023, με βάση τις αναθεωρημένες προβλέψεις της ΠΤ.
Τον Ιούνιο, ο χρηματοπιστωτικός θεσμός της Ουάσινγκτον εξέφραζε ήδη ανησυχία για τον ρυθμό ανάπτυξης της Κίνας. Μολαταύτα, έμοιαζε πολύ πιο αισιόδοξος (υπολόγιζε ανάπτυξη 4,5% φέτος, 8,1% το 2023).
Το Πεκίνο προχώρησε σε δραματική αλλαγή πολιτικής σε ό,τι αφορά την επί σχεδόν τρία χρόνια, από τον εντοπισμό των πρώτων κρουσμάτων στη Γουχάν στα τέλη του 2019.
Η κινεζική πρωτεύουσα των 22 εκατομμυρίων κατοίκων πλήττεται σκληρά τις τελευταίες μέρες από το ισχυρότερο κύμα κρουσμάτων κορωνοϊού από την έναρξη της πανδημίας.
«Οι αναπτυξιακές προοπτικές της Κίνας υπόκεινται σε μεγάλους κινδύνους», υπογραμμίζει η Παγκόσμια Τράπεζα, επικαλούμενη ιδίως «την αβέβαιη τροχιά της πανδημίας» και το πώς θα «συμπεριφερθούν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις».
Λόγω του φόβου ότι θα μολυνθούν, πολλοί Κινέζοι μένουν σπίτι, γεγονός που συρρικνώνει την ιδιωτική κατανάλωση, ενώ μεγάλο μέρος των εμπορικών καταστημάτων έχει κλείσει.
Η κρίση στα ακίνητα
Ταυτόχρονα, η Κίνα βιώνει κρίση άνευ προηγουμένου στον τομέα των ακινήτων, που ιστορικά συγκαταλέγεται στους κινητήρες της οικονομικής ανάπτυξής της.
Ο τομέας, ο οποίος μαζί με τις κατασκευές συνεισφέρει πάνω από το ένα τέταρτο του κινεζικού ΑΕΠ, αντιμετωπίζει ολοένα και μεγαλύτερες δυσκολίες λόγω των μέτρων που έλαβε το Πεκίνο το 2020 για να μειωθούν τα υπέρογκα εταιρικά χρέη.
Έπειτα από χρόνια ιλιγγιωδών αυξήσεων, οι πωλήσεις ακινήτων μειώνονται ξαφνικά σε αρκετές κινεζικές πόλεις. Κατασκευαστικές και μεσιτικές εταιρείες δίνουν πλέον αγώνα για την ίδια την επιβίωσή τους.
«Οι επίμονες εντάσεις στον τομέα των ακινήτων μπορεί να έχουν πολύ μεγαλύτερες μακροοικονομικές και χρηματοοικονομικές επιπτώσεις», προειδοποιεί η Παγκόσμια Τράπεζα.