Επί το χείρον αναθεώρησε η Παγκόσμια Τράπεζα τις προβλέψεις της για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας το 2023, καθώς εκτιμά ότι ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ θα υποχωρήσει στο 1,7% έναντι 3% που ήταν η πρόβλεψη της πριν από 6 μήνες. Πρόκειται για τον πιο αργό ρυθμό -εκτός των υφέσεων του 2009 και 2020- εδώ και περίπου 30 χρόνια.
Οι εκτιμήσεις της για τις επιμέρους χώρες ακροβατούν στα όρια της ύφεσης για πολλές οικονομίες, καθώς ο αντίκτυπος των αυξήσεων των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών εντείνεται, ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία συνεχίζεται και οι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου παραπαίουν.
Προμήνυμα νέας παγκόσμιας ύφεσης
Οι μεγάλες επιβραδύνσεις στις προηγμένες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένης της απότομης μείωσης των προβλέψεών της για ανάπτυξη μόλις 0,5% τόσο για τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και για την ευρωζώνη, θα μπορούσαν είναι ένα προμήνυμα μιας νέας παγκόσμιας ύφεσης, σε ένα διάστημα μικρότερο των 3 χρόνων από την τελευταία ύφεση, που προκλήθηκε λόγω πανδημίας. «Δεδομένων των εύθραυστων οικονομικών συνθηκών, οποιαδήποτε νέα δυσμενής εξέλιξη – όπως ο υψηλότερος του αναμενόμενου πληθωρισμός, οι απότομες αυξήσεις των επιτοκίων για τον περιορισμό του, η αναζωπύρωση της πανδημίας ή η κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων – θα μπορούσε να ωθήσει την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση» σχολιάζει.
A sharp, long-lasting slowdown is expected to hit developing countries this year. The global economy is projected to grow by just 1.7% in 2023. #WBGEP2023
— World Bank (@WorldBank) January 10, 2023
Μαύρα σύννεφα πάνω από τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες
Οι δυσοίωνες προοπτικές θα είναι ιδιαίτερα σκληρές για τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, ανέφερε η Παγκόσμια Τράπεζα, καθώς παλεύουν με το βαρύ φορτίο του χρέους, τα αδύναμα νομίσματα, τη χαμηλή αύξηση του εισοδήματος και την επιβράδυνση των επιχειρηματικών επενδύσεων, οι οποίες τώρα προβλέπεται ότι θα έχουν ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 3,5% τα επόμενα δύο χρόνια – λιγότερο από το μισό του ρυθμού των δύο τελευταίων δεκαετιών.
«Η αδύναμη ανάπτυξη και οι χαμηλές επιχειρηματικές επενδύσεις θα επιδεινώσουν τις ήδη καταστροφικές ανατροπές στην εκπαίδευση, την υγεία, τη φτώχεια, τις υποδομές αλλά και τις αυξανόμενες απαιτήσεις από την κλιματική αλλαγή», δήλωσε ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Ντέιβιντ Μάλπας.
Η τράπεζα ζήτησε αυξημένη στήριξη από τη διεθνή κοινότητα προς τις χώρες με χαμηλό εισόδημα για να αντιμετωπίσουν τα επισιτιστικά και ενεργειακά σοκ, τους ανθρώπους που εκτοπίστηκαν από τις συγκρούσεις και τον αυξανόμενο κίνδυνο κρίσεων χρέους. Είπε ότι απαιτείται νέα χρηματοδότηση με ευνοϊκούς όρους και επιχορηγήσεις μαζί με τη μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων και εγχώριων πόρων για να βοηθήσουν στην ενίσχυση των επενδύσεων στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, το ανθρώπινο κεφάλαιο και την υγεία, αναφέρει η έκθεση.
Η ανάπτυξη της Κίνας το 2022 υποχώρησε στο 2,7%, ο δεύτερος πιο αργός ρυθμός από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 μετά το 2020, καθώς οι περιορισμοί από την πολιτική μηδενικού Covid, η αναταραχή στην αγορά ακινήτων και η ξηρασία έπληξαν την κατανάλωση, την παραγωγή και τις επενδύσεις. H Τράπεζα προβλέπει μεν ανάκαμψη στο 4,3% για το 2023, αλλά χαμηλότερη 0,9% απο τις προβλέψεις Ιουνίου, λόγω πανδημίας και της εξασθένησης της εξωτερικής ζήτησης.
Η Παγκόσμια Τράπεζα σημείωσε ότι ορισμένες πληθωριστικές πιέσεις άρχισαν να υποχωρούν προς το τέλος του 2022, με χαμηλότερες τιμές ενέργειας και εμπορευμάτων, αλλά προειδοποίησε ότι οι κίνδυνοι νέων διαταραχών του εφοδιασμού είναι υψηλοί και ο δομικός πληθωρισμός μπορεί να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει την αντίδραση των κεντρικών τραπεζών με αύξηση των επιτοκίων πολιτικής περισσότερο από ό,τι αναμένεται σήμερα, επιδεινώνοντας την παγκόσμια επιβράδυνση, πρόσθεσε.
Ο νέος οδικός χάρτης εξέλιξης της Παγκόσμιας Τράπεζας
Το διοικητικό συμβούλιο της Παγκόσμιας Τράπεζας αυτή την εβδομάδα αναμένεται να εξετάσει έναν νέο «οδικό χάρτη εξέλιξης» για το ίδρυμα, με στόνο να διευρύνει σημαντικά τη δανειοδοτική του ικανότητα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και άλλων παγκόσμιων κρίσεων. Το σχέδιο θα καθοδηγήσει τις διαπραγματεύσεις με τους μετόχους, με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες, για τη μεγαλύτερη αναμόρφωση του επιχειρηματικού μοντέλου της τράπεζας από τη δημιουργία της στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.