Αύξηση 0,8 ποσοστιαίων μονάδων καταγράφηκε το 2024 στον πληθυσμό που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, φτάνοντας το 26,9% ή 2.740.051 άτομα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (έρευνα SILC 2024, εισοδήματα 2023).
Η αύξηση προέρχεται τόσο από την άνοδο του ποσοστού κινδύνου φτώχειας (19,6% από 18,9%) όσο και της υλικής και κοινωνικής στέρησης (14,0% από 13,5%). Αντίθετα, ο δείκτης χαμηλής έντασης εργασίας στους 18-64 ετών υποχώρησε σε 8,6%, με μειώσεις και για άνδρες (7,6%) και για γυναίκες (9,7%).
Οι περιοχές με τα χαμηλότερα ποσοστά είναι η Αττική και τα Νησιά Αιγαίου-Κρήτης, ενώ τα υψηλότερα εντοπίζονται σε Βόρεια και Κεντρική Ελλάδα. Στις μονογονεϊκές οικογένειες με εξαρτώμενα παιδιά το ποσοστό κινδύνου φτάνει το 43,7%.
Επίδραση εκπαίδευσης και εργασίας στον κίνδυνο φτώχειας
Το μορφωτικό επίπεδο συνδέεται με χαμηλότερο κίνδυνο φτώχειας: 28,2% για όσους έχουν πρωτοβάθμια εκπαίδευση, 19,1% για μέση και 7,1% για τριτοβάθμια.
Οι εργαζόμενοι έχουν πολύ μικρότερο κίνδυνο από τους ανέργους (10,5% έναντι 49,2%). Οι εργαζόμενες γυναίκες 18+ έχουν 7,3%, ενώ οι άνδρες 12,9%. Ειδικά για τους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης, το ποσοστό ανέρχεται σε 20,6%.
Χωρίς κοινωνικές μεταβιβάσεις, ο κίνδυνος φτώχειας εκτοξεύεται στο 45%. Οι συντάξεις μειώνουν το ποσοστό κατά 21,5 μονάδες και τα επιδόματα κατά 3,9, οδηγώντας σε συνολική μείωση 25,4 ποσοστιαίων μονάδων.
Το βάθος φτώχειας το 2024 έφτασε το 23,3%, δηλαδή το 50% των φτωχών ζουν με κάτω από 4.993 ευρώ τον χρόνο. Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας με βάση τις συνθήκες του 2008 εκτιμάται σε 31,2%, ενώ με βάση το 2019 σε 12,8%.